Την κλεψύδρα πλαισίωσε ο ήλιος και τα τείχη
Του κάστρου γέμισαν δυσοίωνα μυγάκια
Που πετάριζαν ολοένα πιο χαμηλά και χαμηλά..
Το Ηράκλειο, πόλη αληθινή
εκτείνονταν μες την φρούδα
Ιστορία των στιγμών.
Ήμουν εκεί- κατέγραφα.
Είδα τα σπίτια και τις γειτονιές και είδα
Εκείνη την ωραία κοπέλα που με νάζι
Περπατούσε και σκουντούσανε η μία την άλλη
Οι πλάκες του πεζοδρομίου: δες!
Ο ουρανός γαλανός, τανυσμένος
Σαν ένα τόξο που απειλεί.
Μήκη δώδεκα της σιωπής
κατά το μεσημέρι,
λίγο απόμακρα
Απ' το λιμάνι που τα πλοία έγραφαν μια λέξη
από εκτόπισμα και παφλασμό.
Η Κρήτη αγάπη, αμετανόητη επιτάχυνση που φέρνει ταραχή.
Στα μισά της κάθε σκέψης μου,
καταιγίδα, πραγματική καταιγίδα,
Πορφυρή.
Και τον
φίλο που συνάντησα και φάγαμε μαζί
σε κείνο το ήσυχο ταβερνάκι
Πίνοντας μπύρα και γελώντας σαν να λύσαμε
όλους τους προβληματισμούς
Ευτύχημα!
Χάνδακας αγεωμέτρητα μεγάλος.
Χάνδακας αβαρής, σαν πεμπτουσία ενός μεταφυσικού συμβάντος.
Είναι χαμηλά όλα που ψάχνω.
Μπορεί ο παράδεισος που έπλασα να είναι τόσο χαμηλά
Που είναι ορατός απ' τον καθένα..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου