...

...

ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΙ ΜΟΥ..

31 Αυγούστου 2013

Ομορφούλα μου


Στα ορεινά είναι η ζωή, στα ορεινά..
Εκεί που ο αέρας
είναι λεπτός και ζωτικός
σαν πολυδύναμη μουσική.
Ομορφούλα μου,
η ζωή βραχνή εξουσία
κανονίζει να πονάμε
εντάσσει κι εσένα κι εμένα
στις πυκνές της ταξιαρχίες-
Όλο το κενό της
μέσα μας
επαναλαμβάνεται.
Ομορφούλα μου,
ιδρώνει το φύλλο της καρυδιάς στέλνοντας
τον αέρα πιο πέρα-
τον αέρα που σκλαβώνει
ωραία τα στήθια σου.
Μετά το μεσημέρι,
η βροχή δροσίζει την πόλη κι η κάθε σταγόνα
εξαχνώνεται
κάτω απ’ τα φουστάνια των κοριτσιών
σαν ατμός
της μηχανής του Πόθου.
Ομορφούλα μου,
βήμα βήμα,
απόφαση την απόφαση,
το λυρικό παράπονο που έχεις
φτάνει στ’ αυτιά μου και καταγράφεται
σαν νεόκοπη συλλαβή
από το μάρμαρο που ενέχει
μιας σταματημένης κίνησης
το κίνητρο
και που,
να το νιώσω,
θέλει το καθετί επάνω μου
να το βροντοφωνάξει..
Ομορφούλα μου,
σε κοιτώ μες τα μάτια
κι αναστατώνονται οι κόσμοι μου-
καταρρέουν
άρδην οι αριθμοί,
βαθαίνει κι άλλο ο νοηματικός  ουρανός
πίσω από αυτά που λέμε
είναι μια εικασία στερεώματος,
ένα φως ονείρου,
μια ανυπόταχτη
ισορροπία
πάνω στην επανάσταση των τολμηρών-
είναι μια σιγουριά να σου αγγίζω κάποτε το χέρι
και να γίνομαι εκείνος που να σε διεκδικήσει θέλει
από όλες τις αρσενικές ορδές
που θέλουν το φορτίο τη καρδιάς σου..
Ομορφούλα μου!


                                                        Κοζάνη 28.8.2013

                                                        


Μικρή φιλολογική συμβουλή…





Η φιλολογία ας δει την σύγχρονη ποίηση σαν εργαστήριο όπου ξεκινά το πείραμα για κείνο που ο λαός ονομάζει ´´πατέντα´´. – έτσι μέσα στην γλώσσα λειτουργούν οι απογαλακτισμένοι από την συντήρηση ποιητές. Πρέπει να τολμήσεις να ανοίξεις το παράθυρο για να σε πάρει ο αέρας κι η αρμύρα της θάλασσας που θέλεις να ανακαλύψεις. Με φόβο δεν θα πας πουθενά. Κοίτα γύρω σου και μετά κλείσε τα μάτια- οι αισθήσεις έτσι γυμνάζονται- άσε το κύμα των λέξεων νε σε πάει εκεί που ποτέ σου με λογική δεν θα τόλμαγες. Αυτός είναι ο Τόπος. Άστο να μείνει στο χαρτί λίγες μέρες και μετά, έλα να χτενίσεις αυτό το δημιούργημα. Αν δεν σ’ αρέσει σκίστο...
Αν σου αρέσει, βάλε το νυστέρι να δουλέψει αφαιρετικά και μύρισε το άρωμα που αφήνει το κατορθωμένο σου. Έζησες μια στιγμή ονείρου κι από κει αρχίζει πάντα να ποδοβολεί το ποίημα.
Δέξου το. Σέρβιρε..
Τρώγεται ζεστή και βιταμινούχα η κάθε αληθινή λέξη..







Το φως μικραίνει τον κύκλο του



Όταν πεθαίνουν οι μέρες κι ανοίγουν οι παρανομαστές των πολέμων τα σκοτεινά κλάσματά τους
Το φως μικραίνει τον κύκλο του και η ανταύγεια μιας ελπίδας σφάζει
ήρεμα την μοναξιά εκείνου που σκηνοθετεί μες τα ντεκόρ των ονείρων.. 
Ωραία όλα!
Κρεμάμενα στο ξύλο που ηχεί σαν να ‘ναι το Θεού η φλογέρα.
Χωλαίνουν όμως οι επικοινωνίες μας
γιατί από μια τύψη εξαρτώνται οι επιθυμίες…
Οι κοινωνίες
απέτυχαν
στο πιο απλό:
να αφήσουν ν’ ανασάνεις..
Όταν σβήνουν τα φώτα της γιορτής είναι το ίδιο άγριος ο άνθρωπος
με τα αδέρφια του των σπηλαίων..


Τα σχήματα θέλουν να αυτονομηθούν


Τσαλακώνονται οι γεωμετρίες και ανάμεσα στις τιποτένιες συγκυρίες ξεδιπλώνεται ο κώδικας της σιωπής
όταν όλα καταθλιπτικά γύρω πεθαίνουν.
Τα σχήματα θέλουν να αυτονομηθούν και να γίνουν ένα τετράγωνος κύκλος που χωρά το υπερπέραν κι εμάς.
Δουλεύουν τα μυαλά αλλόκοτα.
Αλληλεγγύη στο όνομα μιας πλασματικής αρετής, αλληλεγγύη των πλασμάτων.
Ωστόσο, αυτά που κατορθώσαμε, ολέθρια.
Διασταυρώνονται τα ξίφη του ακαθόριστου χρόνου με τον χώρο του Αγνώστου.
Σιγανά. Παθιασμένα.



30 Αυγούστου 2013

Ασάλευτο είναι το επιφώνημα-


Η Κυριακή σχηματίζει μια πρωινή αγκύλη που χωρούν
Η ευδία του Αυγούστου και οι παρανομαστές της ζέστας.
Ασάλευτο είναι το επιφώνημα-
Όπως ο εγωισμός που δεν εξαργυρώθηκε.
Τα δέντρα τσαλαπατούν την σιωπή και απλώνουν ρίζες ως το αύριο.
Τα κουνούπια εκνευρίζουν το αίμα.
Από την πόλη δεν μένει τίποτα όταν την αναλύσεις
Μόνο μια άγουσα οδός σε τόπους αγωνίας..
Η μέρα μηρυκάζει συνέχεια τι ιδέες της.
Ό,τι μου υπαγορεύτηκε, αδάμαστος Bουκεφάλας.
Η ζώνη του φωτός σφίγγει το περίγραμμα της στο διάβα του μεσημεριού
Και ο κότσυφας τσιμπολογάει το μάγμα τη χλόης το ανθεστήριο..

                                             25.8.2013



27 Αυγούστου 2013

Αχαρναί 2013




Ένας δακτύλιος η σιωπή που σφίγγει γύρω απ’ τα προάστια.
Η ζέστα η μοναξιά η νύχτα… άσχημοι σύμβουλοι.
Τα άστρα αν δε τα βρεις στην θέση τους κάπου θα αλητεύουνε ερωτευμένα.
Τα απορριμματοφόρα κινούν την υποψία τη δυσωδίας.
Πίσω απ’ το βουνό το φεγγάρι κανονίζει ν’ αγιάσει.
Στο ρολόι οι ώρες περνούν αφήνοντας το αλκοόλ τους να μεθά τον κουρασμένο.
Αγαπά του άγχους το φλέγμα η πρωτεύουσα.
Κάτι στιγμές, που δεν καταμετρούνται, βρίσκω το μπόι της Αλήθειας λειψό και σκουριασμένο.
Όπως διδάσκουν  τρόπο επιβίωσης οι κρατούντες, πρέπει να χάνεις σε αξιοπρέπεια για να κρατάς μια ανάσα.
Αυτά που δεν σ’ αρέσουν, αν δεν εγερθείς θα σε πετύχουν κλινήρη κι όταν θα περπατήσεις, ξυπόλυτο.



26 Αυγούστου 2013

Θα λείπω


Θα λείπω, θα μ’ ακολουθείς
με τον νου
Θα είμαι
σταγόνα καλοκαιρινής βροχής
Ασήμαντη
Θα με θρυμματίζει το φως
Θα με αναστατώνει
Θα λαμβάνω
τα μακρινά μηνύματά σου
Μαινάδα τη γραφής, ιέρεια
Όταν θα κοιμούνται οι άλλοι
που δεν πιστεύουν
θρησκείες των λουλουδιών
Θα είμαι
αλμυρός και γλυκός,
θα είμαι
πικρός και μελένιος
Θα είμαι
φωνούλα που εκλείπει
μες το σκοτεινό μαύρο στερέωμα..







νοσταλγός της χίμαιρας..


Ετούτα είναι τα ψίχουλα που ρίχνω στα πουλιά-
( εγώ τι χρειάζομαι ένα πλούσιο γεύμα;)
και μ’ έναν στίχο θρεπτικό μπορώ να βιοποριστώ-
νοσταλγός της χίμαιρας..
Όρθιος μες την σιωπή, καλά κρατημένος
από την κουπαστή των ονείρων
έχω χρεία
από ένα δριμύ τριαντάφυλλο που αφήνει
να το αγγίξουν οι μύστες του..




Συνθέτω ένα γλαφυρό τίποτα από τα απομεινάρια της νύχτας


Συνθέτω ένα γλαφυρό τίποτα από τα απομεινάρια της νύχτας
Σε κανέναν δεν ανήκει ο ονομαστός ουρανός.
Γράφω ένα βιβλίο ένδοξης αποτυχίας.
Αν τραφώ με την ματαιοδοξία μου,
ο χρόνος θα με αγκαλιάσει σαν μια κλασική περίπτωση διεφθαρμένου.
Προσδοκώ όμως ένα φως επουράνιο- όχι κατ’ ανάγκη
θεΐκό, ένα φως που γέρνει
μες το ηλιοβασίλεμα
και τονίζει την καρδιά μου
αναπαυμένη.
Ο ποιητής που αγαπώ
είναι ένας κύνας που αλυχτά πικραίνοντας
την ζωή που του απόμεινε..




25 Αυγούστου 2013

Ο αέρας φουσκώνει το αερόστατο των ελπίδων.

Ευρύχωρη ώρα, σαν να της επέτρεψε ο Χρόνος να τραφεί από την αντηλιά.
Τα δέντρα ξεκουράζονται στο φως μιας αστραπής.
Ο αέρας φουσκώνει το αερόστατο των ελπίδων.
Οι μυώνες του καλοκαιριού διαγράφονται τεταμένοι στο σώμα που έπλασε η τιποτένια αιχμή του Αυγούστου.
Ελιές και πικροδάφνες.
Λιγούστρα και η δίφορη ωραία λεμονιά.
Κάδοι απορριμμάτων και ρακοσυλλέκτες που ελπίζουν.
Το θέατρο της ζέστας οργανώνει παραστάσεις
κρουστές.

                                                                24.8.2013  


Μνημόσυνο για μια καρδιά...


                                     Στην Ιφιγένεια Αρβανίτη..


Από του Φωτός έναν υπαινιγμό ερχόμαστε και
Στην κοιλάδα των Απόντων πάμε
Με όλες τις σαθρές αντιρρήσεις μας.

          Ήρθες και έφυγες με αγέρωχη όψη-
          Σαν να καμάρωνες για μια δική σου ελευθερία,
          Κυρα-Ιφιγένεια, στα χρόνια που κροτάλιζαν οι άπληστοι,
          Εσύ έγραφες πιο ουσιαστικά κι απ’ την λογοτεχνία

Τα πονήματα της ζεστής σου καρδιάς. Κι όταν
Κανένας δεν μπορούσε να ακούσει ουρανό,
Τίναζες το πρωί τα γαλανά σεντόνια του ύπνου
Και καλημέριζες τον κόσμο που, για σένα, χαμογέλαγε.

 Τι δώρο της γαλήνης να σου φέρει η ερημιά
Του κοιμητηρίου όταν, βράδυ,
Κοιτάς την πρέσβυρα σελήνη την Μυτιληνιά να γνέφει
Σε σένα που την αγαπούσες και στης Λέσβου την περίμενες
Τα ανηφορικά χωριά να κάνει
Τα παιδικά σου όνειρα μεγάλα;

Ανάμεσα στα μνήματα γυρνούν κάτι πουλιά ανέστια-
Σαν να ‘ναι οι ψυχούλες που έφυγαν και που γυρεύουνε
στέγη στον ουρανό-
Σταματά ο χρόνος, ο ήλιος κάποτε είναι μια σήραγγα που πάει
Από το σήμερα στο, πριν ακόμα ξέρω κάτι,
κι εσύ κι εγώ.

Άφησε τον αέρα να ζει στων κυπαρισσιών τα αυτιά
κοιμήσου ήσυχη ότι εσύ το τάλαντο το αξιοποίησες
Και με την σοβαρή ζωή σου μας δίδαξες
τι να αγαπούμε
Και άκου την λαλιά των πουλιών, τώρα που ξημερώνει
Και είναι παρουσία η απουσία σου
Μυτιληνιά μου αρχόντισσα!

                                                 23.8.2013


συντρέχουν λόγια στον ύπνο μου

Δεν άφησα τίποτα ατιμώρητο- ούτε
τον υποκινητή του φόνου, ούτε
αυτόν που δεν σεβάστηκε την Ομορφιά.
Ήρθα
απ’ όλους τους τρόπους που έχει η Άνοιξη
αψηφώντας
την τετηγμένη πέτρα
του Πάθους
περιλουσμένος
το πυρ του Αισθήματος-
ήρθα
αγαπώντας το δικό μου Μηδέν
και του χρόνου
αγνόησα τους τόκους-
ο αέρας σχηματίζει την σκέψη μου-
συντρέχουν λόγια στον ύπνο μου-
είμαι/ μες τον κλωβό του αέρα
που πάθος σχηματίζει..

Του σύμπαντος κόσμου..

Τα μαγικά άστρα υποκινούν επαναστάσεις
υπέρ του Θεού. Οι τροχιές τους
υπογράφουν το πιο ηθικό επιχείρημα
που, ποτέ μου, διαβάζω.
Καμώνονται μια αυτοδίδακτη φωτιά
που δεν βρήκε να την φιλοξενήσει κανείς Γαλαξίας.
Μακρινές σβιλάδες στέλνουν το μήνυμα από μια Σύνθεση απρόβλεπτη σε μια
Διάλυση να έχουν όλα πραγματοποιηθεί.
Εκρηκτική Ύλη πέρα από την ηθική που μπορούμε.

βιβλίο των δικών μου ωρών

Λιμανάκι της καρδιάς, βιβλίο των δικών μου ωρών-
Είσαι η πληρότητα που τηρούν οι μεθοδεύσεις
Να αντλήσω ελπίδα.
Δεν έχω τίποτα να αξίζει
 Ο κόσμος επιγράφεται κόλαση
Πολίτευμα που βάλτωσε μπορεί ο κόσμος-
Ζει κάποιος αλλά ποτέ, όπως στους μύθους τους παλιούς, δεν βασιλεύει..

24 Αυγούστου 2013

Όταν η τελεία με αμφισβητεί...

Λόγια για λόγια κι άλλα λόγια και στο τέλος
Μηδενική κατάληξη πάνω στο έδαφος ενός σαθρού συμπεράσματος.
Εκεί είμαι απ’ όπου ξεκίνησα- τίποτα το λαμπρό
Δεν επράχθη’.
Είπα το αίνιγμα και το επανέλαβε η θνητότητα που είμαι.
Ποτέ του δεν λύθηκε.
Παρεούλα μες τον κίνδυνο των αισθημάτων
κι ας είναι παγίδα δνοφερή η τάξη του κόσμου.
Τι αγαπώ αλήθεια άλλο από το ταξίδι που δεν έχει τέλος;
Η λέξη τόσα μου πρόσφερε
που ακονίστηκε, για να την κατορθώσει, το μυαλό..
Μα τελεσφόρησε αγωνιώδικα η κάθε μου σελίδα
Μυσταγωγώντας στο βραχνό φωνήεν της αντίφασης.
Ανθρώπινα έζησα.
Τώρα η τελεία με αμφισβητεί, δεν μου δίνει το έναυσμα
Ενός αληθινού τέλους.
Τώρα ζητώ αποφασιστικότητα και ούριο άνεμο
Ενός εκρηκτικού στοχασμού.

Όλα ρέουν μες τον αρχικό χρόνο τους

Ο ήλιος τολμά μια ηδονή μες το κορμί της μέρας.
Τίποτα δεν ενοχοποιείται.
Όλα ρέουν μες τον αρχικό χρόνο τους και ψηφίζουν γαλήνη.
Μεγαλώνουν οι θάλασσες και στον αιώνα τον άπαντα οι τολμητίες άνεμοι νανουρίζουν μωρά παιδιά.
Α φερέφωνο της αισιοδοξίας, αγώγιμη σκέψη
Που με πάει στις απαρχές του σύμπαντος!...
Οι θεοί μου σπουδάζουν σοφία από το πυροτέχνημα της έμπνευσης.
Δημιουργώ ακόλουθους που κάποτε θα κουραστούν να ψάχνουν μια βελόνα στα άχυρα.
Έτσι η ποίηση δεν είναι;
Ζήσε την λατρεία ως την αποταμιευμένη μαγιά
για κείνο που θα σε εξουσιάσει και αν το δημιουργήσεις..

                                                                                24.8.2013

η ποίηση φτιάχνει το άλλοθί μου

Τα όνειρα βυθίζονται μες τις σπηλιές του φεγγαριού.
Μισά φεγγάρια αποχρωματισμένα που εγκυμονούν κινδύνους
κάνουν τον ουρανό της νύχτας
προσιτό και εύοσμο.
Στα προάστια η ζωή κυλάει αργά.
Τα γεγονότα δεν θα πρόλαβαν τις εξελίξεις.
Μίκρυνε η ψυχή του ανθρώπου και χωράει στο κεντρί μιας θυμωμένης σφίγγας.
Πού πάμε οι ρομαντικοί με το στραβό καπέλο μας και την αφέλεια να ζήσουμε
λευκά μες την μαυρίλα του κοσμάκη;
Ούτε μια συλλαβή δεν γράφω χωρίς να ‘χω αναστατωθεί.
Κι η ποίηση, που φτιάχνει το άλλοθί μου, δεν με κάνει
άτρωτο σε τίποτα
γέμισαν με πόνο τα κοινά.
Τα καθεστώτα απέτυχαν..
Πάντα οι χώρες που θα κατοικούμε
θα είναι χώρες μιαρών.
Έτσι άραγε είναι ο άνθρωπος, έτσι
Τρώει τις σάρκες του και φτιάχνει
κοινωνίες που τον προδίδουν;
Ας βρούμε μια ρητορική αγκαλιά που να αγαπά την Γνώση
και ας την πάμε κατά πόδας
ως το απώτατο χαμόγελο που θα γεννήσει
η συντροφικότητα..

Στην θύελλα που αντιπροσωπεύεις ας παραδωθώ..

Γίνεται ένα σούσουρο από επιφωνήματα κι εμείς
αγαπιόμαστε έξω από την φυλακή των παραθυριών.
Σε απορροφά ο ορίζοντας
με τα σεμνά σύννεφά του
σαν ο εξομολόγος που ακούει να του λένε πουλιά
λόγια λογάκια, ο έρωτας
σέρνει την μέθη του
στα σκαλοπάτια της φαντασίας.
Το τριανταφυλλάκι σου
είναι υγρό έδεσμα
ξεδιψώ την αρχέγονη δίψα μου.
Τι φιλτισένιο φως των μηρών και όταν έρχομαι προς την κοιλιά σου
η κοιλάδα ζεύει τα άτια της να με ταξιδέψουν
στον μαγνητικό σου βορρά.
Οι ρώγες σου
εκθέτουν το πυρ το μαινόμενο
να καταφάει
του κορμιού μου την αποκοτιά.
Στην θύελλα που αντιπροσωπεύεις
έτσι, επιτέλους, ας παραδοθώ..

23 Αυγούστου 2013

Μνημόσυνο για μια καρδιά...

Στην Ιφιγένεια Αρβανίτη.. /// Από του Φωτός έναν υπαινιγμό ερχόμαστε και /Στην κοιλάδα των Απόντων πάμε /Με όλες τις σαθρές αντιρρήσεις μας. /Ήρθες και έφυγες με αγέρωχη όψη- /Σαν να καμάρωνες για μια δική σου ελευθερία, /Κυρα-Ιφιγένεια, στα χρόνια που κροτάλιζαν οι άπληστοι, /Εσύ έγραφες πιο ουσιαστικά κι απ’ την λογοτεχνία /πονήματα της ζεστής σου καρδιάς. Κι όταν /Κανένας δεν μπορούσε να ακούσει ουρανό, /Τίναζες το πρωί τα γαλανά σεντόνια του ύπνου /Και καλημέριζες τον κόσμο που, για σένα, χαμογέλαγε. /Τι δώρο της γαλήνης να σου φέρει η ερημιά /Του κοιμητηρίου όταν, βράδυ, /Κοιτάς την πρέσβυρα σελήνη την Μυτιληνιά να γνέφει /Σε σένα που την αγαπούσες και στης Λέσβου την περίμενες /Τα ανηφορικά χωριά να κάνει/ Τα παιδικά σου όνειρα μεγάλα; /Ανάμεσα στα μνήματα γυρνούν κάτι πουλιά ανέστια- /Σαν να ‘ναι οι ψυχούλες που έφυγαν και που γυρεύουνε στέγη στον ουρανό- /Σταματά ο χρόνος, ο ήλιος κάποτε είναι μια σήραγγα που πάει /Από το σήμερα στο, πριν ακόμα ξέρω κάτι, κι εσύ κι εγώ. /Άφησε τον αέρα να ζει στων κυπαρισσιών τα αυτιά κοιμήσου ήσυχη ότι εσύ το τάλαντο το αξιοποίησες /Και με την σοβαρή ζωή σου μας δίδαξες τι να αγαπούμε /Και άκου την λαλιά των πουλιών, τώρα που ξημερώνει /Και είναι παρουσία η απουσία σου /Μυτιληνιά μου αρχόντισσα! 23.8.2013

22 Αυγούστου 2013

Πανηγύρι

Πανηγύρι μέσα σ’ ένα συννεφένιο τίποτα,
Όργιο τρελό των χρωμάτων και των αίολων σκέψεων-
Η σκηνή γεμίζει από κομπάρσους και οι λόγοι τους
Όλοι αδιάφοροι, πουθενά δεν οδηγεί του δράματος η μανία-
Στο άθροισμα μιας λύπης κατοικήσαμε-
Φτωχοί ανάμεσα στων φτωχών τις παράγκες-
Αλλά αγαπούσαμε αυτόν τον τόπο, αυτήν την ερημιά
Και την πλουμίσαμε με λαγαρά φωνήεντα.
Τώρα μας δικάζουν δωσίλογοι,
Εκείνοι που πουλάν τα πάντα-
Το χνότο τους μυρίζει το προδοτικό μπαρούτι,
Εμείς δεν δώσαμε ποτέ την γη ούτε νερό.
Α Θε μου να έρθει μια μέρα/ να σκαρφαλώσουμε στην πιο ψηλή κορφή
Και να ακούσουμε τον πεντοζάλη των αβάφτιστων αστεριών!
Να κρυφακούμε πως κελαρύζουν μες τις γούρνες τα νερά
Και πως χρυσοστολίζεται με αποφασιστικότητα η νύχτα!

Είσαι εκεί νιότη

Ζαβολιές όταν σκηνοθετεί η ηλικία της εφηβείας..
Μικρές αναταράξεις στον νηφάλιο κορμό
Της κατεστημένης πραγματικότητας-
Μπλαβί συννεφάκι μες το λευκό νεφέλωμα,-
Αγγίζεις τα απώτατα του νου κι ο νους
 και πάλι αντιπαρέρχεται
Τα αναχώματα/ με την άκρατη αισιοδοξία του..
Ξέρω την όψη σου που κόβει σαν λεπίδα αστόμωτη,
Στο αμόνι αυτό που χτυπούν τα σφυριά της αποφασιστικότητας-
Είσαι εκεί νιότη που εκβάλλει το θάρρος μες την θάλασσα
 του κερδοφόρου εγωισμού σου-
είσαι εκεί ελπιδοφόρα ηλικία που από σένα γύρω
περιστρέφεται πάντα ο κόσμος-
επαναστατικό μου μεγάφωνο!

Οθόνη

Ξύλινη ησυχία, δρόμοι
λερωμένοι,
 απάγοντες
 στο άστυ
 που γερνά.
Οθόνη τ’ ουρανού,
 ανάγλυφη,
 μπουκωμένη ήλιο και ζέστη.
Τίποτα ευδόκιμο, μόνο το χάος
κι η θλίψη/ της ψυχής.
Παίζει τα ζάρια της η Τύχη- ένας
 τεμπέλης γάτος
 κυνηγά/ την ουρά του-
σαν να μην έχει τίποτ’ άλλο να προσηλωθεί..

21 Αυγούστου 2013

Τι να την κάνεις που δεν μεταφράζεται η πανσέληνος

Τι να την κάνεις που δεν μεταφράζεται η πανσέληνος
σε έργα; Το βράδυ έπεσε
κι ο λιγοστός αέρας
 σμίγει την σφίγγα με την μέλισσα-
Κοίτα απόκτημα: το αίμα
χλιμιντρά/ βουίζουν οι περιουσίες του
ένα ελληνικό μεράκι γράφει
 ποιήματα στον ουρανό-
Ο Δίας σκεπάζει την κοιλάδα με την χάρη του-
Δωδεκάθεες χαρές αφήνουν χώρο στα όνειρα-
Άραγε θα ξαναγίνουμε εκείνοι που είμασταν;

Πού πάω πια με τα στραβά ελληνικά μου

Κι έτσι όπως έγερναν τα πάντα γύρω μες τον ύπνο
Μια ανάσα από γεμάτο φεγγάρι τα ομόρφαινε.
Είχες λυμένα τα μαλλιά σου.
Γυάλιζαν.
 Το φως τρυπούσε την σιωπή και την κατέβαζε
Χαμηλά,
ως την άκρη των βράχων
Όπου το σπίτι με την αγριάδα τους γειτόνευε.
Πράο φεγγάρι, ακόλαστο.
Μάγουλό μου γλυκό και λόγια που δεν είπες..
Εικόνα σε μια μνήμη μακρινή που μου αποδόθηκε
Κατόπιν εορτής κι εκεί που ο χρόνος μ’ είχε πάρει
Για τα καλά και τα καθούμενα.
Πού πάω πια με τα στραβά ελληνικά μου
Μαθητής των μαθητών κι ακόμη
Άμαθος σ’ όλα να είμαι;
Μα ας κοιτώ τα μάτια σου όταν ξυπνάνε-
Ας κοιτώ αυτό το πρόσωπο που υπόσχεται αθανασία-
Ας μείνω εδώ και ας εξουσιάζεις-
Ο έρωτας πάντα μια πλάνη μάχης που κερδίζεται είναι..

ΕΙΚΌΝΑ

Της Βοιωτίας ήλιε λεπιδοφόρε..
Και της γης η άχνα μόλις που ξημέρωσε
 πα’ στα χωράφια με τα ζαρζαβατικά.
Ένα γεράκι που πετάει χαμηλά.
Ένας οκνός αρουραίος.
Όλα τον σημαδεύουν.
Λιγνό αεράκι που κουνάει την συνάντηση των πεύκων.
Διός ιερόν και βράχε της αρχαίας αμύνης.
Στο βλέμμα μου μπλέκονται οι βόστρυχοι της κόρης που αγαπά να τραγουδά μέσα στους κήπους και να είναι ντάλα θέρος.

είσαι μακρινή και αναμερίζεις τις κουρτίνες του ορίζοντα

Ξεφεύγω από τα γεγονότα όπως μία μέλισσα που για τον χρόνο αδιαφορεί Και πίνει γύρη αχόρταγα. Κουνώ ευτυχισμένα τα φτερά μου. Μ’ αγκαλιάζει μια Τετάρτη που την αγαπά με λατρεία ο Αυγουστος. Στον νου μου στέκονται της φαντασίας καλούδια. Η πόλη ακόμη κοιμάται, ο αιώνας είναι βραχνός Και δεν αγαπά την μουσική. Εσύ είσαι μακρινή και αναμερίζεις τις κουρτίνες του ορίζοντα να δω Το κροκάτο φως της αυγής. Η γραφή μου πεθαίνει- Λαχανισμένη μέσα στα στενά δρομάκια που δεν βγάζουν πουθενά Αλλού από την αγωνία στου μυαλού το λιμάνι.

20 Αυγούστου 2013

Έχω κλάψει για κείνο που έχασα, πολύ-

Οι ώριμες λέξεις κολλούν πάνω στα βράχια σαν θαλάσσιες ανεμώνες- Ο αέρας τις γονιμοποιεί- Το μεσημέρι φουσκώνει τα πανιά τους και το καΐκι που είναι Γεύεται την ανοικτή, περιώνυμη θάλασσα- Έχω επενδύσει σε αυτόν τον μύθο του πελάγου- Έχω κλάψει για κείνο που έχασα, πολύ- Τώρα κοιτώ κατά την στεριά που αναφαίνεται πέρα απ’ τον ορίζοντα Και ο ήλιος, που δύει την στεφανώνει Με το κροκί, που απεμπώλησε την θλίψη του, φως..

βραχμάνος της περιρρέουσας ερημιάς

Τα γαλάζια λόγια σου ακούω και την επιφάνεια ψαύω των πραγμάτων, όπως ένας μοναχός αγγίζει με λατρεία την Αγια -Τράπεζα.. Μπουρίνι στο μπουρίνι με πήγα με έφερα μες τα χρόνια και με γέρασα και με υπερασπίστηκα και με ένιωσα να πονώ και παρηγοριά να μην έχω. Αγαλματένιο κορμάκι μου που κάποτε σε φίλησα κι ως τα απόκρυφά σου μυστήρια μου χαμογέλασαν τα απώτατα χείλη του μενεξέ σου και ο λιγωμένος τινάχτηκα μες τους απάνω ουρανούς! Έτσι φεγγίζει το σωθικό σου ο Έρωτας; Ω Θε μου! Κεραυνοβόλησε η Στιγμή το είναι μου και έγινα βραχμάνος της περιρρέουσας ερημιάς και του σκότους που έφτασε. Άκουσα την κυρα-Λένη να καλεί τον γάτο της και απ’ την πίσω αυλή οι σκιές ξεχύθηκαν μέσα στο καλντερίμι υπομένοντας την παιδωμή του αθώου ο ένας και ο άλλος ζεύοντας στου κόπου τον ανήφορο την σκέψη, με μια ουτοπία βγήκα νικητής και σε κανέναν λόγο να δώσω, μην έχω...

Μόνη σου με αντίκρυ την αιώνια θάλασσα

Μόνη σου με αντίκρυ την αιώνια θάλασσα Μόνη σου στο παλιό πέτρινο σπίτι με τις βοκαμβύλιες Ιέρεια στον ταρσανά των χελιδονιών Ανοίγεις κι άλλο τους ορίζοντες.. Η σκέψη που σ’ έπλασε σε αφήνει μες τον φωτεινό Νου της αυγής Να συναρμολογείς την ιστορία από μυριάδες θραυσματα της Αλήθειας- Ο αέρας κουνά τα μαστορικά χέρια του Σκορπώντας τα μελένια δώρα των φρούτων. Μελαχρινό άγαλμα της προσήλωσης στην Ομορφιά Λυσίκομη και που στα μάτια σου οι ιριδισμοί χαράσσουν Το έμβλημα της θεληματικής φωτιάς που πάθη λέει Στερεώνεις τα αισθήματα στο νυν της φυγής. Τιμώ την σαστισμένη όψη σου μπροστά στο εικόνισμα της πελαγίσιας σου ελευθερίας Τιμώ το αχνό γέλιο σου, ξημέρωμα της Τρίτης και δεν είναι τίποτα για μένα βολετό- Τιμώ την υπεκφυγή που μου δίνει ο Αύγουστος Ανάμεσα στα τίποτα να κατορθώνω χρυσαφένιες λέξεις.

Στην ορθή πλώρη των βράχων

Φωτοτυπημένα δέντρα πάλι και πάλι, ως την πλαγιά Και ο ήλιος που κόβει θυμάρι. Κολλώδες αεράκι, για όλα ανήξερο. Φαρδιά σιωπή και ρέμβη παλιγγενεσίας. Ένας αρχαίος θεός που εμφανίστηκε και που κρατά τριαντάφυλλα Λευκά και τα προσφέρει στην μελαχρινή που, βγαίνοντας από την θάλασσα, του χαμογέλασε. Βαρκάκι του ψαρά και ρίμες του πελάγους. Στην ορθή πλώρη των βράχων, η ματιά ακουμπά τις αισθήσεις μας. Πικρό φωνήεν και γλυκό ντελικάτο γραμμόφωνο Του πρωινού. Μυρίζει βαρβατίλα κάτω απ’ την σπηλιά του φεγγαριού και κάτουρο Από τις αίγες του Αυγούστου. Η θλίψη- γιατί δεν χωράει πουθενά- πεθαίνει. Απ’ την σελίδα του κάμπου εξέχουν σταφύλια Και κρασάτες ορέξεις από όλα να αφαιρεθεί η διάρκεια:- Για μιας αιωνιότητας το ζοφερό καπρίτσιο.. 19.8.2013

19 Αυγούστου 2013

Μισά φεγγάρια

Μισά φεγγάρια, δρόμοι λουστραρισμένοι απ’ τα λάστιχα των αυτοκινήτων, θόρυβοι Της πόλης. Τα προάστεια καταπίνουν την ανάγκη της και ένα αεράκι στρωτό κλέβει τις συνοφρυωμένες γυναίκες να τις ταξιδέψει ως την θερμή φαντασία. Βιτρίνες φανταχτερές, φωταψίες, προβολείς επί προβολέων. Ο αιώνας που όλα τ’ αλλάζει δεν μπορεί Να μην ρημάξει το πλάνο της πιο ευτυχισμένης ζωής. Εμφύλιοι πόλεμοι και οπλικές αυταπάτες. Κατάπαυση του πυρός μόνο την ώρα των ονείρων. Παιδιά ματωμένα, παράπλευρες απώλειες, σου λέει ο μεγάλος Στρατηγός. Υδροκέφαλοι αξιωματικοί που δεν διστάζουν σε τίποτα- εξυπηρετούν Το σύστημα που τους εξυπηρετεί. Δολάρια, ευρώ, χρηματιστήρια που ζώνουν Την οικουμένη με το λυσσαλέο τους θράσσος. Πότε οι μάζες θ’ αποκτήσουνε συνείδηση της λάμψης τους; Πότε θα επικυρώσουν την αγάπη στον δίκαιο ήλιο; Τα ποιήματα θα μαζευτούν σε μια γωνιά και θα χτυπούνε παλαμάκια Τελαλίζοντας τόσο που έγινε πράξη η Αλήθεια..

18 Αυγούστου 2013

Τα λινό ρούχο σου γράφει μυθολογίες νέες.

Το τοπίο χλεύαζει τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα και επιμένει στα λοξά αρχαία του βράχια που σχηματίζουν μια αλυσίδα που εκτείνεται ως τον πέρα κολπίσκο. Η άσφαλτος καίει, άπνοια, κανένα δεν κελαηδάει πουλί. Η ώρα ρίχνει τα ζάρια της και πετυχαίνει μια βαριά κουρασμένη από θλίψη συγκυρία. Σε κοιτάζω που δεν μιλάς. Ο ήλιος έχει ξεθωριάσει τα μαλλιά σου. Η αρμύρα της θάλασσας σε ομόρφυνε κι άλλο- σαν μια παλακίδα των αυτοκρατορικών ημερών που μου χαρίστηκε μ’ όλη την ενδοξότητά της. Λίγο πιο πέρα σκάζουν τα κύματα. Αφρός περιλούει τα λεία χαλίκια. Βότσαλα στρογγυλά ανοίγουν πέρασμα προς την ξανθή άμμο. Η ζέστα είναι δούλη του κυρίου όγκου της σιωπής. Αγγίζω το χέρι σου. Η επιδερμίδα λυγίζει σαν από πόθο. Σκύβεις και με φιλάς- το μεσημέρι είναι λαύρο χαρτονόμισμα που αγοράζει την επιθυμία μου. Τα λινό ρούχο σου γράφει μυθολογίες νέες. Ανάμεσα στο τίποτα της στιγμής το κραυγαλέο στήθος σου εξαπολύει μία μουσική ατμοσφαιρική που τείνει τις σαίτες της κατά την αρμονία του φωτός του απογεύματος. Σε φιλώ κι ανασταίνομαι.

Κυριακή επί των τιμών.

Κυριακή επί των τιμών. Με ένα κομφετί συννεφάκι σε θέλω και σε παραθέλω. Ο ουρανός καθρεφτίζεται στα μαλλιά σου. Χαλκοκόκκινα στην καρδιά με πονάνε. Παρασάγκας από την παραλία το πεύκο ανάβει την βελονική του οργή. Ο ήλιος καίει. Κανένα ποίημα δεν απουσιάζει απόψε από την φιέστα των επιφωνημάτων. Μιλώ ελληνικά με λέξεις που παραωρίμασαν και δεν μου απιστούνε.. Άυγουστος 2013

Σχήματα του καλοκαιριού που αποταμιεύονται απ’ τις αισθήσεις-

Τόσο νωρίς που το ανοικτό παράθυρο οδηγεί σε εξέγερση, Τόσο βαθιά που ο ουρανός είναι αντικατοπτρισμένη θάλασσα- Υγεία των λουλουδιών και της ψυχής υγεία- Λιγοστοί θόρυβοι κι η μέρα που θα έρθει, κυλάει σαν μια μαγεία που δεν την διδάχτηκε κανείς- Λόγια φτενά που στέκουν στο μπαλκόνι του βουνού, Φωτοσκιάσεις και πλημμυρίδα εικόνων- Μια μέλισσα βουίζει μες το αυτί του ηλιοτρόπιου, Σχήματα του καλοκαιριού που αποταμιεύονται απ’ τις αισθήσεις- Όλα είναι, και να τα πεις, φιλοσοφία.. 18.8.2013

17 Αυγούστου 2013

Αυτό το κράτος το άπονο, το διαλύσαμε.

Ακουμπώ του ουρανού την ούγια και φανατίζομαι με κείνα που κινούν τον ουρανό κατά την φαντασία μου. Συναγερμός ελπίδων να βρεθούμε πιο ψηλά απ’ ό,τι θα μπορούσαν οι επιδιώξεις.. Αυτό το κράτος το άπονο, το διαλύσαμε. Μένει να βρούμε μπούσουλα να κάνει σίγουρη την πλεύση προς το Ανθρώπινο!

Τελετουργίες γύρω από το Αδιάφορο

Οργανωμένες παραλίες κι ανοργάνωτες ζωές- Αττικό φλογάτο τοπίο: πήχτρα μέχρι αφόρητο- φωνές λουομένων, αντιηλιακά, καφέδες ομπρέλες και ηλιοθεραπεία όσο να ψηθεί το κορμί- ολέθρια όλα μέχρι θάνατο.. αδιαφορία για όλα διά ζώσης, αποχαύνωση- Τελετουργίες γύρω από το Αδιάφορο, παυμένο από καιρό, μυαλό- τίποτα δεν υπάρχει να ξυπνά τον χαύνο που σε όλα συγκατένευσε- γκαρσόνια γλυκομίλητα, γλείφτες με γλώσσα μία πιθαμή, αντιρρήσεις μηδέν. Πώς έγινε έτσι η πατρίδα; Ποιός είπε το μολών λαβέ και δεν τον διεκδίκησε μια άλλη φυλή εξόν από αυτήν που ανήκουμε και που σε όλα θέλει να συγκαταβαίνει, δίνοντας αβρά καλοσχηματισμένα της οπίσθια;

Αυτοκρατορικός Αύγουστος..

Τρανταχτά σταφύλια Γιοματάρης ήλιος Αυτοκρατορικός Αύγουστος.. Οι δεκοχτούρες περπατούν πάνω στην άσφαλτο γυρεύοντας σπόρο μιας σκέψης- Του σπουργιτιού η φτερούγα μπατσίζει την ζέστα – Ανερυθρίαστα πεύκα βελονίζουν του αέρα την έλλειψη.. Η πόλη είναι μία αίγα ατίθαση- Τα αυτοκίνητα σκαρφαλώνουν μέσα της σαν που να έχουνε για κάτι, τάμα- Οι άθεοι τζίτζηκες τρίζουνε και μοιρολογούν το καλοκαίρι- Η σφεντόνα του λιλιπούτιου Δαυίδ σημαδεύει πάντα καλά..

16 Αυγούστου 2013

Τα πολιτεύματα απέτυχαν να εξανθρωπιστούνε.

Επιστρέφει η ζέστα και τα ζωηράΜάτια των κοριτσιών πάλι ανάβουν.Του φιλιού τους η ώρα, μυστική κι ολοφάνερη, καταγεγραμμένηΣτης ιστορίας τα κατάστιχα.Ιούνιος των εκπυρσοκροτήσεων..Ένα πουλί κάθεται πάνω στα τηλεφωνικά καλώδιαΑμέριμνο.Μια λύπη επιστρέφει.Αυτοκίνητα κινούνται προς το κέντρο της πόληςΠου λες και αλώθηκε.Η ποίηση δεν είναι πόσιμη. Είναι σαν μια γουλιά που σου μεγαλώνει κι άλλο την δίψα.Αφίσες σε πληροφορούν για τα κομματικά συνέδρια.Διαφημίσεις, βιτρίνες, φώτα.Η μέρα κλέβει φως και άποψη απ’ τον αιώνα της.Τα πολιτεύματα απέτυχαν να εξανθρωπιστούνε.Της ύλης δέσμια, ουρλιάζουν..

Αυτό είναι το μελαγχολικό ιντερμέδιο της Παρασκευής

Αυτό είναι το μελαγχολικό ιντερμέδιο της Παρασκευής.. Το φεγγάρι γεμίζει και των δέντρων η αγκαλιά αδειάζει Από φωνήεντα του αέρα. Μελτεμάκια βραχνά ζουν μες της μέρας τον εξάψαλμο. Αλφαδιασμένες σιωπές και ξεκούμπωτες μνήμες. Ονειροπόληση του απιστεύτου! Μουσική σαν ψιχάλα πάνω στην χλόη που άντεξε της ζέστας το μαρτύριο. Κινητά τηλέφωνα κι ακίνητες προσωπικότητες. Η εφηβική ηλικία χτίζει το μέλλον μιας αντίδρασης. Τρόλεΰ περνούν με, πάνω τους, το γκράφιτυ μιας αισιοδοξίας. Κλάξονς αυτοκινήτων, φρένα, στριγκλίσματα Των τροχών- η ταχύτητα αγαπά την νωχελική επιβράδυνση Της άρρωστης φιλαυτίας μας. Όποιος καταλαβαίνει το νυν έχει αγκαλιάσει σαν μυζητήρας τον κόσμο- Και μπορεί αφαιμάξεις ονείρων και δύσκολα, συντριπτικά σαν κατάγματα, ποιήματα..

Αγαπώ των παραμυθιών την πλοκή

Δεν το’χω σε τίποτα Εκεί που ταξιδεύω να βρεθώ Με ένα σάλτο, έξω απ’ την πραγματικότητα. Άστρο πού με πάς και πού με πάς καρδιά μου; Αγαπώ των παραμυθιών την πλοκή και έζησα μαθαίνοντας τα πάντα απ’ την μυθολογία. Τοξοβόλος δεινός, να σημαδεύω την αντίφαση Και σε κατάφαση να καταλήγω. Αγαπώ των λεξιλογίων την πικράδα Να μένεις μόνος σου όταν βραδιάζει και να σε σκουντάει ο βασιλικός Κατά του αρώματος την λυρική πατρίδα..

Κοίτα να σώσεις τα ψίχουλα του σπουργιτιού!

Την εποχή που κλειδώνουν οι καρδιές και οι κοινωνίες βαράνε διάλυση Κοίτα να σώσεις τα ψίχουλα του σπουργιτιού! Αυτό το μαγκανοπήγαδο που ζευτήκαμε, πολύ μας πληγώνει- Είναι που δεν υπάρχει έξοδος διαφυγής. Άκου όμως το ποιητικό φως της αυγής και άκου Το πουλί που κελαηδάει για σένα Πρωί πρωί- σαν θέλει σου δείξει Ότι δεν τέλειωσε καμία πράξη σε αυτό Το θέατρο που σε ζητά να πρωταγωνιστήσεις..

Σκέφτομαι, όταν ξημερώσει, ακόμα θα κοιμάσαι

Ανταποδίδω τα δέοντα άνθη στους κήπους και κρατώ για μένα καλά φυλαγμένα τα πατρογονικά μυστικά μου. Πίσω απ’ το παλιό εργοστάσιο το φεγγάρι γεμίζει μα Του λείπουνε ακόμη οι λυρικές περιουσίες. Σκέφτομαι, όταν ξημερώσει, ακόμα θα κοιμάσαι Κάτω από το φως της μέρας, σαν θεά Που δεν την δέχτηκε ο στενόμυαλος κόσμος..

15 Αυγούστου 2013

Δέσποινα των βλεμμάτων

Λεπτά μελαχρινή και έως των πελμάτων την όψη, Καλλίγραμμη και φιλντισένια, με τις ρώγες της να πυρπολούν τον τόπο,όπως κείνες του σταφυλιού που το ωρίμασε ο Αυγουστος, Μπαίνει σιγά σιγά στην θάλασσα και το νερό αναγγαλιάζει, πίνοντας Το κορμί της μέχρι τελευταία γουλιά- Δέσποινα των βλεμμάτων, Δέσποινα του αιθέρα Θερμή όπως υπόσχεση, τιτάνια Κι ανταποδοτική όπως το χάδι, Δέσποινα Των χειλιών που είναι να φιληθούν, κόρη Μελένια,- αντανακλά Την οικουμένη σαν μια υποψία στα μάτια της και γράφει Πέρ’ απ’ τις λέξεις μου Ποίημα γλυκό κινίνο που κοιμίζει τις αισθήσεις μου Μες την λιγωτική του φωτιά..

Νερό σαν γάργαρη συνείδηση

Υποθέτω την θάλασσα και μου προκύπτει ο γελαστός αέρας Σχήμα δυνητικό της δροσιάς κι ο ήλιος γύρω τόσο να καίει Νερό σαν γάργαρη συνείδηση, κορυφαίο απόκτημα Με τίτλους ιδιοκτησίας καθαρούς- Α μεταδοτική χαρά και του δεκαπενταύγουστου ανάφτηκε κεράκι στο εικόνισμα της Παναγίας! Λαγαρό κάτι που όταν το πλησιάζω, πάντοτε απροσδιόριστο Καημός φωτιάς και η κρυφή της πεμπτουσία Έμπνευση της ζωής εις βάρος του θανάτου.. Η παραλία γέμει από φωνές πλανόδιες Γέλια και σάρκες ροδαλές ποθοκρατούμενες Στον ουρανό η Συνείδηση που αγαπώ, όπως Ιδέα, λάμπει!

Θεογονία





Θεογονία που δεν λύθηκαν οι κόμποι σου
αρχαίο αλέτρι που οργώνει
τάχα τί ξέρω που δεν είναι λάθος;
Τα λόγια που λέω και απλώνουν σαν μελάνι στο χαρτί
παρασυρμένα από τον δόκιμο αιθέρα..
Ανοιχτό παράθυρο στον ορίζοντα
στο περβάζι που ο βασιλικός και ο αέρας συναντιόνται

Α κυρα-Πελαγία που έφυγες νωρίς!
Ανθίζανε οι πιτσιρίκες σκέψεις μου κοντά σου...

Αιολικό μου μελτεμάκι- τί κινεί
τα πάντα γύρω μου και είναι
η καρδιά ευχαριστημένη;

12.8.2013-08-14

14 Αυγούστου 2013

Η Ποίηση..

Κλουβάκι με το καναρίνι μου: Τοσοδούλι, μελωδικό μου απόκτημα- Και πρωθύλη ιερή του Αναξίμανδρου: Σαν ένας κονιορτός από μικρές νότες που αν ενωθούν Θα σχηματίσουν ωραία ορχήστρα! Τι είναι η Ποίηση επιτέλους άλλο από φωτιά Ακαθόριστη που ποτέ της δεν σβήνει Και δρασκελάει την πραγματικότητα Υπερβαίνοντας; Αμάλγαμα ζωντανό από προθέσεις κι αυταπάτες Ομογενές κι απεριόριστο Πηδώντας από συνειρμό σε συνειρμό Απειροστό φωνήεν μες το λεξιλόγιο του Θεού.. Και τι σχηματίζει το ύψος της; Όχι το χρώμα Της σκέψης ή ο τρόπος Της καρδιάς- μα Μια ενιαία φύση ενός μεγαλιώδικου πολέμου Να κατακτηθεί η πρωτεραία Ουσία.. Δεν βλέπω και βλέπω... Δεν ακούω και όλα τα γρικώ... Χορεύω πάνω στο αλωνάκι των αισθήσεων Όταν με μαγεύει το Χάος Κι υιοθετώ περήφανη στάση που αγαπά η μοναξιά μου... 11.8.2013

13 Αυγούστου 2013

Ζητώ την τάξη που δεν πραγματώνεται

Δεν πειράζει αν η θλίψη πονά- περπατώ Μ’ έναν ήλιο στο πλάι μου. Διψασμένος για μέρες μοναχικές, ζητώντας την αυτοσυγκέντρωση των βεβαίων. Όλα θέλουν τον κόπο τους. Μικραίνουν όμως κάποτε οι άνθρωποι Και θέλεις, για να τους δεις, μικροσκόπια. Τα κουρασμένα βράδια μου, μετά ‘πο την δουλειά, χαζεύω Τον ουρανό- χιλιάδες αστρα Που δίνουν νόημα στο νόημα- μια Περίπτωση όλα να κινούνται γύρω από το χάος που η αιωνιότητα ωραία σκηνοθέτησε Για να ‘ναι απρόσιτη και εύπεπτη. Ζητώ την τάξη που δεν πραγματώνεται- όλα κυλούν Κάτω από την ευφυία του χρόνου- Και με απορροφά περίλυπο, το μαξιλάρι μου..

Ο αέρας όλα θα τα παρασυρει μες το αργότερα της παρακμής..

Μια απειλή πριν η μέρα γεμίσει τις υδρίες της Το μεσημέρι κρεμασμένο μες την άπνοια Λουόμενοι που ευθυμουν κι αλληλοπιτσιλιόνται Θάλασσα ανεξαργύρωτη, στρωτή. Μικρός ο κόλπος κι αίθριος Χώμα σαν το πιπέρι Και βοτσαλάκια αμίλητα. Καφέδες πριν και καφέδες μετά Ομιλίες φλυαρίες καυχήματα- Ο αέρας όλα θα τα παρασυρει μες το αργότερα της παρακμής..

Προς την βουλησιαρχία των τεράτων..

Προκωμένα φυτά και του πάρκου η νύχτα Μεγάλη και στρογγυλή. Δεν ξύπνησαν των πουλιών οι φωνές. Ο Θεός ονειρεύεται. Μια ζέστα κάνει έφοδο παντού. Ιερή πόλη ενός φθίνοντος Λόγου- Το θέατρό σου λίγο λίγο αδειάζει. Των κουνουπιών οι επελάσες θυμώνουν την σάρκα Απομένει ο κόσμος φουκαράς και γυμνός. Θέλησα την σπιρτάδα που αποστέλλει άλλα μηνύματα Πριν ξημερώσει όλα είναι αντεστραμμένα Στην οθόνη ένα πλήθος που αποφευεγει τις συγκρούσεις περπατά Προς την βουλησιαρχία των τεράτων..

12 Αυγούστου 2013

Θάλασσα πανταχού ελευθερία

Ευρυγώνιο δεσποτικό μάτι Χάλκινα βράχια, σμυριγδένια Στραφταλίζει αντένες το νερό Θάλασσα πανταχού ελευθερία σκήνωσον εν ημίν Με τα ωραία λεία βότσαλά σου- θάλασσα Περιρέουσα την επική γαλήνη του καλοκαιριού. Κορμιά κάτω απ’ τον ήλιο, ερωτεύσιμα Δεχόμενα του πόθου την αρμύρα Κορμιά διάφανα ως το κόκαλο Χλιμιντρούν του έρωτα αναστατωμένα. Στον βυθό η άμμος χρυσίζει Φύκια σεμνά λυγιόνται και κουνιόνται Το αλάτι σπίθες βγάζει πάνω στην κορφή. Περνά το ωτομοτρις του ήλιου Σφυρίζουνε οι ρόδες του Θέλει η κνήμη θέλει ο μηρός Ν’ αναστατώσει τον οντά της οικουμένης..

Σκηνοθετώ για έναν ουρανό που δεν υπάρχει.

Σκηνοθετώ για έναν ουρανό που δεν υπάρχει. Ύλη του ονείρου, θαυμαστή, όταν που ξημερώνει Και οι ποταμίσιες φλυαρίες αντηχούν σαν το κελάρυσμα Στου κότσυφα το λαγαρό λαρύγγι. Αναμερίζω την φτέρη- περνώ στην πίσω αυλή. Η λεμονιά στέκεται δοξασμένη. Γαρίφαλα απηχούν το χρώμα τους μες την σιωπή και τώρα χαράζει Σκορπώντας βασίλεια ζέστας μες την άπνοια και την Δευτέρα που χαμογελάει..

11 Αυγούστου 2013

Μαραγκός το ποιόν μου

Μαραγκός το ποιόν μου- και στην καρδιά μου άοκνος μαραγκός. Πριονίζω τα ξύλα τα λεκτικά κι από τα ροκανίδια Των ιδεών βγάζω Συμπέρασμα ποιητικό. Μυρίζει η σάρκα μου του πεύκου ψίχα και όταν Κυλάει πάνω μου νερό, παρασέρνει Την λεπτή σκόνη του αφρόξυλου, καθώς Πότισε το κορμί μου από τα χοΐκά φαρμάκια Και θεραπεύτηκε με ιαματικό σφεντάμι. Και το μολύβι μου- ιαμβικά που λέει τα ειπωμένα μου- τί συλλαβίζει Όταν η μέρα γέρνει προς το απόγευμα κι όσα διαβάζω Με πολιορκούνε;..

Η Λέσβος

Συναντώ τους κήπους μόλις Λίγα βήματα βγαίνοντας απ’ το χωριό. Η ελιά λάμπει Μες τον ήλιο. Άχυρο η φωνή, σκορπίζεται μες το διάστημα. Η Λέσβος κατά τι μου θυμώνει Και ζητά τα πατρογονικά μου αισθήματα. Η Μήθυμνα εντελεχής έως τον ουρανό με το παλιό της κάστρο θηλάζει Την χοΐκή πεδιάδα. Των νεφών μαστάρια Χύνουν το γάλα τους πάνω απ’ την θάλασσα Και ο Αύγουστος φορά περικνημίδες Και ζουζουνίζει σαν μέλισσα. Καλοκαίρι αβροδίαιτο καλοκαίρι καλοπλασμένο- Η Ελλάδα θ’ ανασηκωθεί και θα δικάσει τους βερμπαλιστές και τους κομπογιανήτες της- Η Ελλάδα θα υπερασπιστεί το πατρώον χώμα και αίμα..

Προς το μεσημέρι της Κυριακής..

Αλλοπρόσαλλη μέρα, ημίγυμνη, σαν πληγωμένη ερωμένη Που όλο το βράδυ αγρύπνησε να πονεί για τον χαμένο έρωτά της Τώρα καπνίζει ολομόναχη κι ολέθρια Πίσω απ’ το παράθυρο, μετά από το βουερό της κλάμα, φθα- Ρμένη ως το κόκαλο- γυναίκα διάφανη από υαλοπέτασμα και επιπόλαιο πηλό. Την κρατούν τα φιλιά της μες την μνήμη, έτσι αντιστέκεται Σ’ αυτό που κάποτε θάνατος θα ήταν- αλλά Τα λυπητερά τραγούδια στο ραδιόφωνο την βυθίζουν ακόμα πιο πολύ Στην αφερέγγυα θλίψη εκείνου που συνήθισε μόνος. Ερμαφρόδιτη και ερεθισμένη Μέρα σαν γυμνοσάλιαγκας που αραδίζει Πάνω στα φύλλα, ύστερα απ’ την βροχή Και αγαπά τον τελεσίδικο θάνατο- αυτόν που σουλουπώνει Την ψυχή και το χάος.. Κυρτώνει τους κουρασμένους ώμους της και περπατά Προς το μεσημέρι της Κυριακής.. 11.8.2013

Είμαι εδώ που ο παγωμένος χρόνος μου ζητά ενστάσεις

Είμαι εδώ που ο παγωμένος χρόνος μου ζητά ενστάσεις Να αφορίσω όλα τα τεκμήρια. Κι η πραγματικότητα Αγκυλώνει, όπως αγκάθι, απροκάλυπτα. Λέω Παραγκωνίτηκαν οι αλήθειες απ’ τα πολιτεύματα Του Ενός ο νόμος σαρώνει το μαζικό λουλούδι που αγαπάς- Αλλάζει αλλά δεν αλλάζει στην πορεία του ο άνθρωπος Νουνεχής κι επιπόλαιος αποδέκτης. Αλλιώτεψε και είναι εχθρικός ο μεταβολισμός μου Οι ιδέες μου γέννησαν κι άλλες ώσπου να μάθω φαρσί Αλληλεγγύη που έλουσε την οικουμένη. Φυσά αέρας μέσα στο κεφάλι μου Κινεί τις παρομοιώσεις κατά το άθροισμα των γεγονότων Κι η ποίηση γίνεται σκοτεινός συναισθηματικός σοβάς...

αποκτά καβούκι ο εαυτός..

Σκοτάδι πυκνό, πολεμικό μου δώρο Προτού αρχίσει του μεσάνυχτου η μουσική... Πυκνώνω τις γραμμές, τα στίφη Των πολεμιστών που διεκδικούν την περιώνυμη Νύχτα Όπως αυτή σκηνοθετεί κατά το Μέγα Έλεος... Γράφω και σβήνω- από αφάιρεση μια μέρα προσεγγίζεις και την νοηματική σιωπή.. Μετά αποκτά καβούκι ο εαυτός.. Σαν τότε που είδα την λιτή άγονη σκήτη Του μοναχού και με ταξίδεψε ο νους Σε σκέψεις άλλες. Η κλίμακα των άστρων φέρνει το συμπαντικό, κοντά σου, σιωπητήριο..

10 Αυγούστου 2013

Τίποτα πέρα από μια φάρσα δεν υπάρχει.

Λιγότερο εύρος της αναπνοής και κοίλο φεγγάρι Κρατημένο από κλαδί τ’ ουρανού. Οι μίζερες μέρες έπεσαν μες το πηγάδι Της αιωνιότητας. Ανάγνωση στην ανάγνωση, έφτασα ως το κονάκι του θεού. Τίποτα πέρα από μια φάρσα δεν υπάρχει. Όλες οι κωμωδίες, τραγωδία. Όλες οι τραγωδίες, μια διασκεδαστική Στιγμή του χρόνου. Μην πάρεις στα σοβαρά ούτε το δάκρυ που έφερε το μελαγχολικό βράδυ Πάνω στα μάγουλά σου, ούτε Το γέλιο Πριν σβήουν οι γιρλάντες Των αστεριών. Ο εγωισμός σου παίζει φυσαρμόνικα επάνω στο πεζούλι Μιας αστραπής. Σοφία για τίποτα αληθινά δεν υπάρχει,,, 8.8.2013

Σημαιοστολισμένο Τίποτα

Λαχανιασμένη διάταξη των λέξεων- Σαν να ακολουθείς κατά πόδας το νόημα Και το νόημα να κηρύττει αντάρτικο. Σημαιοστολισμένο Τίποτα, προσφιλές μου μεγάφωνο... Γυμναστική πρωινή κι όταν ο κόσμος δεν έχει ξυπνήσει.. ‘Σγουρέ βασιλικέ μου και μαντζουράνα μου Εσύ θα με χωρίσεις Από την μάνα μου ‘- Δημώδες γέλιο, επιτέλους, μέσα μου! Στο σκλαβοπάζαρο των λεξιλογίων αναζητώ την αγάπη σου και ένα ματωμένο τριαντάφυλλο απ’ την δική σου άπονη καρδιά!

Καμαρώνω την ελευθερία των χελιδονιών

Καμαρώνω την ελευθερία των χελιδονιών, η μέρα είναι στρωτή Κι ένα λιγνό αεράκι μπάζει μνήμες από το παράθυρο. Α καλεσμένα από μακριά πουλιά, δικάστε Τον ουρανό πώς του πρέπει... Αγκιστρώνω κάπου τις τελείες μου- Ο χρόνος αγαπά τον τόπο που διάλεξε- Σε όλα ανήκει- και δεν επιδέχεται αποσιώπηση- Η ετυμηγορία.. Σέρνεται οκνό το απόγευμα. Κοιτάζω τα ωραία κορίτσια που λιγωμένα από πόθο θέλουνε να φιληθούν μες τον λακωνικό Αύγουστο. Η πόρπη του ορίζοντα λύνεται και ο χιτώνας της δύσης γεμίζει μυριάδες αστεράκια..

Απουσία...

Αριθμούν εφτά δέντρα ως την άνω πόλη και απ’ τα τείχη ρέει πύρινος ο αέρας μανιακός. Πηρούνια του Αυγούστου καμακώνουν το μεσημέρι λάβρο και ατμοασφαιρικό- Και της ορθογραφίας του καλοκαιριού κύματα λόγια τελαλίζουν μία σιωπή χαρίεσσα ως το απώτατο δευτερόλεπτο. Ο τόπος τραντάζεται από την μέθοδο τηυς απουσίας - Κι όπως φιλοσοφείς γαλάζια, η καρδιά σου διθυραμβικά αναγγέλει την χαρά της μες το ελασματικό Σαββάτο.

9 Αυγούστου 2013

Ταξιδιώτης χωρίς προορισμό

Φιλότιμο άστρο- πού με πας; Η νύχτα γέρνει
Σαν μπαταρισμένη βάρκα
Στα ρηχά του μελαγχολικού χρόνου.
Και οι φιλοδοξίες μας
Παγίδα ζωντανή φρέσκος αέρας
Τιποτένιος- προσφέρουν κι άλλο
Μηδέν στο μηδέν.

Από πού ήρθα κι από πού έφυγα;
Ταξιδιώτης χωρίς προορισμό·
Μιλώ με τον εαυτό μου·  ξαφνικά
Σκοτεινιάζει·
Ξέρω από τα λόγια να ξεχωρίσω
Εκείνα που θα ανθίσουν
Κάνοντας την ψυχή να χαρεί!



8 Αυγούστου 2013

Όλα ωρίμασαν

Αφήνουμε τις αρετές των ημερών του καλοκαιριού να ξεδιπλωθούν φωναχτά και παραθαλάσσια 
και παίρνουμε τον δρόμο των ερωτήσεων, 
αυτόν που δεν βγάζει πουθενά 
παρά μόνο σε αγωνίες και ανησυχία.

Όλα ωρίμασαν και πιο πολύ οι συνθήκες. 
Μόνο ένας σεισμός θα ταρακουνήσει το τέλμα τους.

Θεραπείες κάτω από τον ήλιο αλλά η ψυχή 
μένει μελαγχολική κι αθεράπευτη.

Ψηφιακές αναζητήσεις, διαδρομές
Μες το θερμό, καλόγνωμο νερό.

Πολιτικοί υδροκέφαλοι  απομυζούν 
της πατρίδας την θαλερή ουσία
όπως αυτή βαδίζει προς τους άλλους αιώνες.

Κι η νύχτα είναι πάντα μια παρομοίωση που σαβανώνει 
την κατάληξη του μελαγχολικού- ενώ 
με τα γεμάτα πουγκιά της 
αγοράζει του ουρανού τις ελπίδες..



7 Αυγούστου 2013

Άραγε έρχονται όλα από την τραγωδία;


Άραγε έρχονται όλα από την τραγωδία; Οι μορφές
Που γέρνουν έως να γίνουν σκιές
Και απορροφηθούν απ’ το δικαστικό χώμα· οι ερωτευμένοι
Βυθισμένοι από φιλί σε φιλί
Μέσα στο σκοτεινό φως
των παθιασμένων προθέσεων- άραγε έρχονται
Από την τραγωδία;
Κι αυτό το παιχνίδι, χωρίς ενοχές
Με μη αναγκαία ηθική, μ’ εναλλαγές
Στους ρόλους:
Καλός- κακός, άραγε
Είναι αυτό που χαράσσεται στον ουρανό, αιώνες
Κάτω από την νύχτα των αστεριών
Δυνατό σαν μια ευφάνταστη αλληγορία
Προδίδοντας
Το ποιόν του θύτη που κατέληξε
Αυτοτιμωρούμενο θύμα..

Τέντωσε όσο θέλεις τα σκοινιά, δεν θα το λύσεις το αίνιγμα..
Μόνο ακούγονται οι κρωγμοί των γλάρων
και εκεί
Στο παλιό λιμάνι, με τα ενετικά τείχη, αν
Σηκώσεις το βλέμμα ψηλά,
θα σε περιγελά το γεμάτο φεγγάρι
Ανοικτίρμον..





Σκήνωσον εν ημίν

Λούονται οι θεές στην ακροθαλασσιά αλλά κατά τα ορεινά
ένα βουνό μαλώνει με τα σύννεφα
βραχώδες όλο.
Των αετών οι περιηγήσεις 
κρατούν τον ουρανό ψηλά
και όπως ιριδίζει με την κάψα και τα μελτεμάκια του ο Αύγουστος,
αυτό που ήταν να ειπωθεί, 
πολλαπλά και ανέκκλητα τώρα ειπώθηκε.
Να η αντίρρηση στην επιπόλαιη ζωή..
Πρέπει ν’ ανακαλύψεις απαρχής 
όλους τους τονισμούς μέχρι να φτάσουν τα φωνήεντα 
να καίνε.
Οι προτάσεις ηφαιστειακά δονούν το νόημα
και από το κρυμμένο τους,
η κάθε μια παράγραφος,
αυτονομείται
κι ενθουσιάζει.
Σκήνωσον εν ημίν και κάψε
όλες τις ουτοπίες
όπως για να γίνει του ονείρου η χώρα
ορατή και κατοικήσιμη..



6 Αυγούστου 2013

Δεν τους καταλαβαίνω τους ανθρώπους.




Εκπληρώνονται οι όρκοι του έρωτα και του καλοκαιριού οι αμφιθυμίες 
ταλανίζουν αυτό που κάποτε θα ήταν απόφαση.
Δεν τους καταλαβαίνω, ωστόσο, τους ανθρώπους.
Φορούν εγωιστή λεοντή και από κάτω 
κρύβουν τομάρι του λύκου.
Μοιράζουν άδικα τον ήλιο.
Πού βρήκα το θαύμα σ’ αυτούς και κοιτάζοντας τους πλανώμαι 
ότι μοιάζουν τάχαμου σε έναν μακρινό θεό;
Αγκάθι έχει η συμπεριφορά τους-
και όταν κλείνω την σελίδα
ένα τρυπημένο χαρτί χαλάει την όψη του βιβλίου 
με το μελάνι της καρδιάς που γράφω..







ηγούμενος Αύγουστος



Μελτεμάκια του Αυγούστου, 
νεράιδες λυσίκομες των νερών-
Γέρνουν οι κλώνοι των εκπλήξεων
στα λεξιλόγια-
Το σταφύλι ωρίμασε- 
μολών λαβέ 
σαν σήμερα-
Για μια περηφάνια άλλη ξιπάστηκα-
Να η λόγχη του αρχαίου πολεμιστή 
εξέχει
απ’ τον τύμβο του-
Πιο κει 
μια μαργαρίτα 
πλάθει του αέρα αντίσκηνα-
Ένα ζουμί ευφραντικό αφήνει για τον ουρανίσκο
Το καρπούζι 
που όλη την νύχτα έτριζε
Ωριμάζοντας-
Μεγάλη Τρίτη του καλοκαιριού-
Ο ηγούμενος Αύγουστος
πολεμά να μην χαθούν οι ηθικές του κόσμου..

                                          5.8.2013




5 Αυγούστου 2013

Οδοιπορία μοναχική…




Οδοιπορία μοναχική…
Σ’ όλα η ύπαρξη και για όλα ενθουσιάζεται.
Όπως η ανάσα τραβά την λαχανιασμένη ανηφόρα της.
Μέρες: Δευτέρα, Τρίτη… Κυριακή.
Προστάζεις φως και σε κατακλύζει σκοτάδι.
Λεπτός λόγος, τραχύς λόγος:
Του λουλουδιού και της κόψης του μαχαιριού.
Στις μέρες μας δεν ευδοκίμησε η φιλοσοφία.
Όλα έχουν την συμπιεσμένη τιμή τους.
Για την ζωή μου, ο ανταγωνισμός.
Κρυπτό τζιτζίκι που ζητά της ειμαρμένης το φωνήεν
Προτού η νύχτα όλα σκεπάσει τα αγχωμένα της πλάσματα.
Ύφος που δοκιμάστηκε επάνω στο αμόνι της σιωπής.
Κι όταν βαθύνανε του νου οι θάλασσες
Αυτός που είμαι, για μια ιδέα Τύχης, λάμπω..



Απρόσμενο


Ριπές του ανέμου πέντε η ώρα το πρωί
αλλά όταν ξεκληρίζεται η νύχτα
ο ευκάλυπτος γέρνει κατά την ανατολή
με λυγισμένα τα ευφρόσυνα κλαδιά του.

Τότε δεν ζητάει τίποτα η μέρα
άλλο από των πουλιών τις ορχήστρες
και το φως που τρυπά την μελαγχολία 
μέχρι το κόκαλο..

Εικόνα μαγική- κι όταν ροδίζει
του ουρανού ο θόλος, ένα συννεφάκι
απρόσμενο, σχηματίζει 
την πορφυρή αγιογραφία.

Κλείνω τα βλέφαρα και ακούω την καρδιά μου.
Κλείνω τα βλέφαρα κι ακούω 
μουσική
που ανέρχεται, 
όπως ένας λιανός 
καπνός 
από τα φύλλα δάφνης
προς το στερέωμα..

4 Αυγούστου 2013

μύθος του παραώριμου καλοκαιριού


Κάτοπτρα σημαδεύουν πάνω σου και με την δέσμη
Του φωτός που παίζουν βλέπω τώρα
Να νικούν οι λάμψεις, νιόκοπες, κι ως τα λυμένα μαλλιά σου
Όταν του Αυγούστου η αυταρέσκεια μεγεθύνει
Την κάθε λέξη όπως να γίνει απέραντη 
πολύ.

Στην κοιλιά σου ρέπει ο άνεμος κι ανασηκώνεται η φούστα
Να φανεί το μαγνητικό λουλούδι σου και ορμέμφυτο παθιασμένο
Χάδι, σαν μίλημα της αστραπής, επάνω 
απ’ τον πευκώνα
γίνει η ώρα μια κερήθρα του μελιού αβρή.

Να ο μύθος του παραώριμου καλοκαιριού, να 
η μουσική
που δεν χωρά σε καμιά παρτιτούρα
Κι εσύ που ακολουθείς τα αόρατα
Βήματα μες το μεσημέρι 
ενός φιλιού 
που μάγεψε
Εσένα εμένα 
και ρίζες άπλωσε 
ως κει 
που γιγαντώνεται η νύχτα..





αυτό που πληγώνει την δημοκρατία


Δεν υπάρχει τέλος για τίποτα· αυτό που πληγώνει την δημοκρατία
Είναι ένα καρφί εγωπαθούς τελάλη που διαλαλεί 
την διασυρμένη άρρωστη ξιπασιά του.
Και αυτή η αριστοκρατία των στοχαστικών
Συνοδεύει ένα λουλούδι στο άρωμα- διαμορφώνει
Μια μέρα ρωμαλέου λόγου όπου
Φιλοσοφία είναι
Να κυνηγάς τα ανύπαρκτα θηράματα
Σκοπεύοντας στο φως μιας αστραπής.

Α, αυτόν τον διάλογο τον έχω κάνει πολλές φορές κι εγώ ο ίδιος μ’ εμένα
Ζητώντας διαλεκτικό μονοπάτι
Που οδηγεί σε γόνιμη αβρή μοναξιά!
Πάντα με την εντύπωση πως ό,τι πετυχαίνω
Είναι ένα κρίμα που δεν αποδόθηκε· όπως
Να βρέχεις πόδια στην θάλασσα
Και ξαφνικά να ψιχαλίζει
Οπότε
Νίπτεις τας χείρας σου σε ουράνιο του καθαρμού νερό.

Λέω να προσηλώνεσαι στον στόχο
Επικεντρωμένος στην ματιά που αδέκαστα σφάζει
Για μιας ιδέας την φλόγα, για
Το ξημέρωμα μιας νέας ζωής.

Παραβαρύνανε τα πολιτεύματα
Από τους τιμητές τους, διασαλεύτηκε
Η τάξη
Και οι συμμετρίες ράγισαν-

Ως προς τον άξονα
Της μη αντίδρασης απέναντι στο αχρείο κάποτε θα δικαστούμε
Απ’ τις μελλούμενες γενιές.

Δεν θα χωρέσουνε δικαιολογίες στο μονόπρακτο
Της αυριανής δικαιοσύνης…



Στην ποίηση



Στον πίνακα ανακοινώσεων της εθνικής οδού εφιστάται η προσοχή οι οδηγοί να μην υπερβαίνουν κατά πολύ την επιτρεπόμενη ταχύτητα και να κρατούν αποστάσεις.
Στην ποίηση οι αποστάσεις βλάπτουν και δεν επιτρέπουν την καλή οπτική έως το βάθος των πραγμάτων.
Εκεί που πρέπει να αναρριχηθείς στο βουνό και να κοιτάξεις κάτω μην φοβούμενος την ζάλη του ύψους,, μάλλον βρίσκεται το ξεδίπλωμα της αληθινής λεβεντιάς σου.
Κι ο αέρας εκεί είναι ωραίος και καθαρός.
Πνέουν ιδέες και εμπνέεσαι φώτα και λόγια που τροφοδοτούν με εκρήξεις το αέναο σύμπαν ενός στοχασμού.
Μια εντελέχεια με πάθος που μονάχα ο καλλιτέχνης γνωρίζει.
Μια φωτιά που την νιώθεις να λειτουργεί ομαλά τσουρουφλίζοντας τα σωθικά σου.
Μια μέρα- η όγδοη- έξω από την συμβατική εβδομάδα του κόσμου..



3 Αυγούστου 2013

Αρχές Αυγούστου



Πώς αγιογραφείς στον τρούλο τ’ ουρανού και πώς
Με ένα βαρκάκι καρυδότσουφλο γυρίζεις
Θάλασσες πλατιές και ελπιδοφόρο ορίζοντα;
Τα ρήματα σε τυράννησαν, τα ρήματα·
Θράφηκες με πυρπολημένα ουσιαστικά- κι όταν
Της θλίψης ένιωσες την τσούχτρα
Κοφτερή νύχτα που σε κατάπιε και έμεινε
Από εσένα μια φωνή και ένα σούρσιμο του μαχαιριού επάνω στο ακόνι
Αρχές Αυγούστου και της αυτοκρατορίας των πουλιών τίποτα πια δεν ήταν
Να ομιλεί κελαηδιστά κι ωραία..
Τα πήρε όλα η σιωπή… Αλλά αρκεί
Που δυο ερωτευμένοι στάθηκαν πλάι στο κύμα
Και σμίξαν το φιλί και την καρδιά τους-
Πριν γίνει φεγγαριού η γέμιση των πόθων μου εκπληρώτρια..


2 Αυγούστου 2013

Γυναίκα…



Το καλοκαίρι καρφώνει την φωνή των τζιτζικιών πάνω στα πεύκα

εκείνα τα πεύκα που ακουμπώντας σε με πλάτη πάνω
στον κορμό τους μια μέρα θα σου κλέψω φιλιά

θα μιλήσω τόσο απλές λεξούλες που θα είμαι
αντιληπτός κι από το πιο μικρό πουλί
και προπαντός θα είμαι πάθος απ' το πάθος σου

γυναίκα από φωτιά που σχίζεις κάθε φαντασία
γυναίκα ύδωρ που δεν ξεδιψά κανένας πόθος
γυναίκα έξαλλη λαίλαπα ή χίμαιρα
που τρυγώ τα συμβατικά λόγια σου για να φτάσω
στο αεί της ελπιδοφόρας ψυχής σου.

Σκαλοπάτι που ανεβαίνω ψηλότερα στον ερωτικό ουρανό!
Ακούω πώς ακούω τα λόγια σου!
Είσαι γυμνή πληγή που δεν θέλω να κλείσει…

Και όταν μέσα στα χέρια μου θα σε κρατώ
ζήσε εντός μου σαν μια ωκεάνια θάλασσα..





Ετικέτες

Αρχειοθήκη ιστολογίου