Δαγκώσανε οι Ιδέες το πρωινό και το καρατομήσανε·
Μια πόλη που είχα σαν φυτώριο να με φιλοξενεί,
Τώρα ζητάει νοίκι·
Σκιάζομαι από χίμαιρες κι ίσως πεθαίνω.
Τι δεν καταλαβαίνεις τελικά, φερέφωνο των ουρανών υπήρξα·
Αθροίζει μέσα μου ο καιρός στυφές ελπίδες·
Ό,τι σου είπα κράτα το, πορεύεσαι και με σιωπή και με φλογάτο ήλιο
Μα να κρατάς του Τίποτα το πανωφόρι πάνω σου βαρύ φορτίο…
Μιλάω το λοιπόν και λέω όσα λέω για να με ματώνουν·
Γεφυροπλάστης ο ανάμεσα στις αντιφάσεις άοκνος συμβιβαστής·
Τι διαλεκτικές αγάπησα και τι συμπυκνωμένες φαντασίες!
Έγινε το κεφάλι μου ο στίβος μάχης αοράτων κι ορατών…
Κι αφού ο εντεταλμένος να προσδιορίζει
Όσα οι θρησκείες δεν καλούπωσαν και αποστρέφονται
Εμμένω σε ένα δάκρυ καθαρή ιεροσταγόνα
Που λάμπει σαν διαμάντι που φυλάκισε ελπίδες κι ουρανό…
Αθήνα 27/8/2022