Από
τι χορό ήλθες κι από τι αυταπάτη
Σχεδόν
σαν ο Ιούλιος νίκησε
Και
το λευκό πουκάμισό σου ανέμιζε μισανοιγμένο
Στου
στήθους σου επάνω τον ξανθό πυρετό;
Τι
πόθος με βρήκε, τι φωτιά
Κι
ανοίχτηκαν εκστατικοί οι ορίζοντες
Των
ενστίκτων!..
Στον
χρισμένο με ασβέστη τον τοίχο
την πλάτη ακουμπάς
την πλάτη ακουμπάς
Χέρια
γλιστρούν κάτω απ’ το φόρεμα, το σώμα αφηνιάζει
Και
θέλει την μεθυσμένη μουσική του.
Μες
το μικρό δωμάτιο ο ήλιος στέλνει μια ανταύγεια
Κι
η ρίμα που δεν χώρεσε ανάμεσα στις μάντρες και τ’ αγριολούλουδα, ξυπνά.
Λαχανιασμένη
στα σεντόνια που ίδρωσαν σε έχω
Στο
αυτί μου ψιθυρίζοντας γλυκά εκείνα που ο έρωτας θέλει...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου