Για να θεραπεύσω μια φωνή που πίκρανε μες την
μυθολογία που εφηύρα
Έγδαρα τον ήλιο τον στραγγάλισα
Αφήνοντάς τον πληγωμένο μες το καλοκαίρι.
Οι διεκδικήσεις που έχω ραφινάρουν το τοπίο σε
σημείο που να μην το αναγνωρίζω κι εγώ
Κάνοντας ωδικά τα πτηνά του.
Απ’ την ψυχή μου όλα εκπορεύονται.
Σωροί οι πέτρες- και το φεγγάρι που πάει να γεμίσει
Κουρνιάζει μες το λίκνο του ορίζοντα.
Αγάλματα, ακρωτηριασμένες παρουσίες, όπως οι
αιώνες τα άφησαν
Σπόγγοι που σβήνουν την άβυσσο
Χλευαστικά φώτα που ακυρώνουν την νύχτα-
Βάθος και πλάτος των ανθρώπων.
Εποχή βαβελικής νίκης· χρωστώ
Και μου χρωστάνε· είναι προνόμιο και τιμωρία η Φωνή.
Στο άθροισμα όλα λευκά-
Και στο γινόμενο φαιά που άλλο δεν γίνεται.
Το πρωί κρατώ μια ηλιαχτίδα παραμάσχαλα και πάω
Να ποτίσω τα λερναία χωράφια μου.
Μπουχός η σκόνη σηκώνεται. Η πόλη ξυπνά.
Θυμοσοφώ και φρεζάρω το χώμα μιας Προσμονής.
Στις βραγιές των ονείρων, ο χρόνος ας ακούσει τα
μιλημένα μου.
Δέομαι μάλλον για μια ουτοπία…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου