...

...

ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΙ ΜΟΥ..

31 Μαρτίου 2015

Τα φωνήεντα της λιακάδας…



Η βροχή είναι σεμνή μαθήτρια παρθεναγωγείου.
Όλες οι αγωγές της
καταλήγουν να πληγώνουν τον τρυφερό χαρακτήρα μας
όπως κυλάει πάντα κατά την απώλειά της η μέρα.
Αναβάλω τα πάντα· στέκομαι κοντά στην αστραπή·
Ο ήλιος με σουλουπώνει·
είμαι ο ταξιδιώτης του σύμπαντος.
Κοιτάζω· πέρα κοιτάζω:
Τα δέντρα μου χαμογελούν,
η άνοιξη μου νεύει
ευτυχισμένα·
το ποίημα σκηνοθετεί την αγρύπνια μου κι η κούραση
είναι να βρω τα φωνήεντα
που ξέπεσαν
μες την τσέπη μου
βγάζοντας άχρηστο το εισιτήριο
στην γλώσσα.


30 Μαρτίου 2015

Νοτισμένη Πτολεμαΐδα..






Ένα ρεύμα υψηλής τάσης ρέει στις φλέβες σου.
Είσαι η τραγανή περίπτωση της ώχρας.
Είσαι ο διακόπτης της χώρας μου.
Τσούζει το κρύο.
Η υγρασία ξηλώνει τις δομές των οστών.
Από πρωί κοιτώ τον φορτωμένο ουρανό σου·
Η μελαχρινή γη σου
Έχει την κοιλιά της ακάλυπτη
Κι ένα γεράκι πετά χαμηλά τονίζοντας
Τον κίνδυνο στην προπαραλήγουσα.
Κουράστηκα μη όντας και τις.
Η θνητότητα μου θα παρελάσει παίζοντας
με το επίθετό μου
με έναν θόρυβο που καταλήγει μουσική
Που κατευνάζει τις σταγόνες της βροχής
που πέφτει..

                                         Πτολεμαΐδα  26.3.2015



Γιαννιτσά 25 Μαρτίου 2015


Οι δρόμοι γυαλίζουν από την βροχή
Λουστρίνια πολυφορεμένα.
Οι δρόμοι απάγουν την λύπη μου.

Μαρτίου οδοί, επετειακοί, αμφίκυρτοι.
Της Πέλλας ο απόηχος, ήχος πλάγιος μόνος.

Στις παρελάσεις ελαύνουν αυτοί που δεν ξέρω.
Μπορεί κι οι θάνατοι όλοι να είναι ένας ίδιος αυτός
Ομοούσιος θάνατος.
Λάβαρα, αμφιέσεις, ηθοποιία·
Ζόρικο γίγνεσθαι- κι όταν δεν είσαι-
Παραζόρικο.

Πού να σε ζητήσω πυγολαμπίδα μου; Πού;
Να σκιρτάς αοράτου υφής μες την συννεφιασμένη μέρα, κάτω
Απ' την βροχή,
ρομαντικά απούσα,
τεκμηριωμένη
Μόνο απ' την μελαγχολία μου…

Μου μιλάνε· μιλάω..
Ποια φωνή σε αγγίζει
 τόσο μακρινή που σε ψάχνω
Μες το τοπίο,
σ' αυτήν την διδασκαλία
Που καταλήγει πάντα αφαίρεση;

Όταν φτωχαίνει η γλώσσα και για τον έρωτά σου πεθαίνω..

                                            


Πώς αλήθεια με κατοικείς;



Δεν σου ανήκει τίποτα απ' ό,τι αγγίζεις
Η σιωπή είναι μιλιά ούτως ή άλλως- και στον έρωτα
Έσω φτωχός, ο πλούτος του
Πάντα φευγαλέα μετρά.

Κορίτσι που σ' έχασα όταν πια δεν είχα ελπίδες
Για τίποτα· κορίτσι
Που σου μίλησα όταν η ομιλία ήταν τόσο κατόρθωμα· κορίτσι
Που για τα εικονίσματα σε προορίζω
Των δικών μου θεών.

Τώρα με μία λύπη μένω στην καρδιά μου·
Τόσο βέβαιος και τόσο αβέβαιος συνάμα· ανταμώνω
Τις νύχτες,
τις μακρές μελαγχολικές νύχτες
Που σκεβρώνουν τις σιλουέτες των δέντρων και
Την ποίηση μου επιστρέφουν
Των μεθυσμένων πουλιών.

Πώς αλήθεια με κατοικείς με τα λόγια σου- κι εγώ
Πώς γίνομαι, τότε, διάφανος
Όπως υδάτινη αγάπη και σ' αγκαλιάζω
Μ' όλων των τρόπων τις αγκαλιές, να μην
σε ζυγώσει η πίκρα…

Στην μέρα της απονιάς,
βοώ κι είναι μέγας ο πόνος μου·
Θρυμματισμένο φωνήεν- στην καρδιά μου
Ο αντίλαλος
δρέπει ψιχάλισμα
από το βοριαδάκι
Των ερωτικών σου καημών…

                                        Γιαννιτσά 23.3.2115

29 Μαρτίου 2015

Βόρεια..






Έλειπα εκεί όπου, και το να είσαι παρών,
απλά σου δίνει διάρκεια,
επισφαλή.
Βόρειες πόλεις, αργασμένες
κάτω από το δόκανο της βροχής.
Είδα τον κάμπο που φλυαρούσε μέσα στο σύθαμπο της αστραπής
Και έφερνε την ομίχλη
έως τα κατώφλια των νοτισμένων σπιτιών.
Μούσκεμα στον κήπο τα φυτά και το παλιό τρακτέρ αδημονούσε
για δράση παραέξω απ' την σαν γειτονιά.
Στα καφενεία είδα το βλέμμα που άδειασε από θέληση.
Ο καπνός του τσιγάρου έφτασε στα πνευμόνια μου τρελαίνοντας
τις κουρασμένες κυψελίδες..
Ξημέρωνε.
Αργά και επιθυμητά..

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ



Που το σούρουπο το περπάτησε ένας Ιησούς συνειδήσεων,

Τα βλέφαρά του είχανε θίξει τόση ευφωνία!
Η μελωδία αντήχησε
Μες τα φαράγγια που τα πλάκωσε
Η νύχτα σαν τύψη..

Ορθώθηκε ένα χαοτικό
Τείχος της σιωπής. Πίκρα!
Οι άγγελοι φρονώντας δίκαια
Πήγαιναν και φέρναν τ’ αλληλούια! 

Ο θεός κατέβηκε στο ύψος θαύματος.
Η νυχτιάτικη παρουσία του ήτανε
Η στοργή στο πρόσωπο·
Το απόλαυσαν οι πιστοί στην ποίηση!
Έμπνευση! 

Καλλικέλαδος κόσμος.
Τα κατοικίδια του σύμπαντος
Σφράγισαν με την βούλα τραγουδιών παρήγορων
Την επιστολή αυτή
Σε μια άνοιξη του Απρίλη..

Μόνο η ελπίδα απελπίστηκε.
Ίσως ο καιρός..
Είχε πικράνει η γλύκα του..
Ίσως ο καιρός..
Ο πόνος ίσως..

Πάντως υπήρξαν όλ’ αυτά ..
Πονεμένα..

17.4.1982

22 Μαρτίου 2015

Εωθινό…






Από τι Μεσαίωνα έρχεται και σε τι
Μεσαίωνα πάει- άσε με εγώ να το ξέρω- ο άνθρωπος..
Παπαρούνες δρασκελούν την γλαφυρή στιγμή των μαρμάρων·
Των μαρμάρων που άντεξαν αιώνες και ακόμη
ένας ψίθυρος μένει
Ν' αντιλαλεί μες την ηλιόλουστη κοιλάδα.

Σφυρίζουνε δυο φίδια που απομακρύνονται·
Η ζωή κυλάει· το φως ροκανίζει τις προεξοχές της ανάμνησης·
Η μέρα σπουδάζει την γαλήνη πάνω σε έναν στίχο.

Το ένστιχτο όμως βρίσκει, σαν πάντα, τον δρόμο του
Και κορυφώνεται μαβί μες τον κροκάτο αέρα·
Το ένστιχτο που βάρυνε από του απραγματοποίητου την προσμονή.

Και η γιορτή που μέσα της σταματήσαμε
Σαν για ν' ακούσουμε τις μουσικές, σαν
Για να γευτούμε λυρικά κρασιά που έσμιγαν στον ουρανίσκο
Κάτω από μια φωτιά, λιγάκι πριν να 'ρθει το Πάσχα, η γιορτή
Μας έδωσε τις εικόνες αλλιώτικες-
Στον τρόπο που μια θύελλα θέλει
Και που κανονιοβολεί ο ήλιος το απέραντο πέλαγος..


21 Μαρτίου 2015

ΥΛΙΚΕΣ ΣΥΜΠΟΝΙΕΣ,



Έχω μέσα μου ένα ποτάμι λέξεων που αντιβαίνει τις λογικές των πολλών και μακαρίζει την δική μου απελπισμένη ελπίδα.
Πώς να το εξηγώ; Ένας μοναχικός είμαι που συνηθίζει να σφυρίζει αδιάφορα κάθε που έρχεται η νύχτα και είναι πάνω στην γη και κάτω από τα όμορφα άστρα.
Αυτό δεν είναι ποίηση με κανέναν τρόπο. Είναι απλά τρόπος να επιβιώνεις μέσα στις δυνάμεις που εξαπολύει γύρω σου το Κακό και ο ιδεαλισμός σου δεν σε αφήνει συμπράξεις.
Μεταφυσικά αν το δεις είναι όπως να προσπαθείς να μεταφράσεις ένα λουλούδι στην καθομιλουμένη των αγγέλων.
Και αυτό από μόνο του αποτελεί μέγα και σπουδαίο εγχείρημα.. Στέκομαι στο φως μιας αστραπής και ατενίζω τον ορίζοντα όπως οι αισθήσεις μου θέλουν να καταγράψουν τον λόγο ενός αόρατου Θεού.
Εκεί εμμένω που οι άλλοι βλέπουν ύλη κι εγώ ένα μικρό πουγκί με γρόσια του λεξιλογίου.
Σαν να εξουσιάζομαι από μια μάνητα που έρχεται από μια μέθη μυστηριακή.
Και την υπαγορεύει ο Μάγιστρος Αόρατος Νους του Σύμπαντος.
Θωπεύω με την φαντασία μου το ελληνικό φεγγάρι..
Σε μια ιεροτελεστία που το γαλάζιο είναι χρώμα και παλμός της ψυχής.

**********************


Ορίζει μια παρήγορη πλευρά της ζωής η λογοτεχνία. Και όσο κι αν μερικές φορές γίνεται σκοτεινή κι απροσπέλαστη, τόσο έχουμε ανάγκη τους θησαυρούς της και τις ευαγγελικές ουτοπίες που κομίζει. Εκεί που το να σκηνοθετείς παραβαίνοντας την ζωή, σημαίνει να παίζεις κομπάρσος σε μια σκηνοθεσία της που επιδεικτικά σε αγνοεί.
Μετά είναι η Τέχνη με όλα της τα ψιμύθια που ονειροποιεί την πραγματικότητα και την γανώνει με εκείνο το νίκελ που την καθιστά άφθαρτη και δυναμική.
Προσπαθώ πάντα να έχω στόχο στην θεματική μου και προσηλώνομαι στα στιγμιότυπα που με καθηλώνουν και με εμπνέουν καταμαρτυρώντας μου την αλήθεια τους.
Αυτά που σαν ψηφίδες συνθέτουν, απ’ όποια πλευρά κι αν το δεις, το έργο μου.
Επιμένω να το λέω: μην κάνετε την ποίηση έωλη μες τους ανέμους που παρασέρνουν σ’ ένα φρικτό πουθενά.
Δαγκώστε το φρούτο και μην φοβάστε το κουκούτσι του.
Αυτός που ξέρει να αναγνώθει, θα γευτεί με προσοχή τους χυμούς και θα αφήσει το κουκούτσι στο χώμα, να υποσχεθεί εκ νέου καρπό.
Αέναα θα ζητά η ποίηση έναν δρόμο που μας φέρνει πιο κοντά στον παράδεισο.

**********************


Ξόδεψα πολύ χρόνο για να ‘ρθω σ’ αυτή την ήσυχη σκέψη ότι όλα στέκονται εντός μου ταχτοποιημένα σαν να είναι να ακυρωθούν. Είναι η ζωή με τις αντιφάσεις της που σε πολιορκεί, αλήθεια σε πολιορκεί, και δεν φτάνεις ποτέ νικητής πουθενά. Έζησα έναν ήλιο ποιητικό. Τον πίστεψα τόσο που με κατέφαγε. Αλλά παράλληλα μου έδωσε τόση δύναμη και τόσο καθαρή ματιά που έγινε να υιοθετηθεί από μένα ολοκληρωτικά το μανιφέστο του- προσανατολίστηκα στον καημό μιας Ελλάδας. Και πικραινόμουν που ένιωθα ότι αυτή η πατρίδα μες τους αιώνες προδόθηκε, ήθελα να μεγαλουργήσει πάλι με την παιδεία της- αλλά έβλεπα το ράθυμο ″εγώ″ να λειτουργεί σαν τροχοπέδη σ’ αυτήν την πορεία που ονειρευόμουνα. Να τι γίνεται όταν εξαπλωθεί η κόλαση: το βόλεμα του οκνού. Πάνω σε μια μάντρα διάβασα το σύνθημα ″Ξυπνήστε ρε, κάποια στιγμή θα σας πάρουν και τους καναπέδες…″.. Ω πόσο δίκιο! Μήπως ο πυρήνας της υγιούς σκέψης και της υγιούς αντίδρασης είναι πάντα αναρχικός; Η πολιτική βάρυνε πάνω από τον τόπο σαν ένα σύννεφο που θα βρέξει δυστυχίες. Θέλω να σταθώ στο ύψος μιας τολμηρής θέλησης και να ανταμώσω με έναν λαό περήφανο που δεν δέχεται να του στερούν την λευτεριά του. Θέλω να εξοστρακίσω στο όνομα της δημοκρατίας, στο όνομα της ψυχής που θέλει να ζήσει λευκά και της ταιριάζουν οι πολλές αθωότητες. Ας είναι ρηξικέλευθα τα στιχάκια μου κι ας τολμήσει να υιοθετήσει μιαν προσήλωση στο μη ταπεινό η εποχή. Ας έρθουν οι ποιητικοί άνεμοι απολυμαντικοί να σαρώσουν το σκέλεθρο σώμα μιας αρρωστημένης κάστας σαλτιμπάγκων του φαιδρού που ξεπουλούν τα πάντα γιατί γι αυτούς τίποτα πια δεν είναι πατρίδα..

 Σ.Π

27.11.2011 



*******************************

Όλα τέθηκαν μέσα μου κάποια στιγμή υπό αμφισβήτηση- εκτός απ’ την ποίηση και την αθωότητα. Έτσι που όταν έγραφα, οι λέξεις μου ήταν τόσο φορτισμένες με σκέψη λυρικής ευθύτητας ώστε καταλάβαινα να είναι για μένα αυτός ο ρυθμός που συγκολλούνται οι λέξεις μεταξύ τους ρυθμός αναπνοής και μάλιστα λαχανιασμένης. Σαν να ανέβαινα στην πλαγιά ενός βουνού που ήξερα ότι επάνω του εδράζεται ένας ναός αρχαίος όπως που ήθελα να ρθω να προσκυνήσω.. Μαγική πορεία λοιπόν τα δρώμενα του λόγου. Πορεία προς ένα ανέσπερο φως. Και την ακολουθώ με σέβας στον Ιερό Σκοπό της, μιας και ξέρω ότι πρέπει να θυμηθείς το Μηδέν σου, πριν αρχίσεις να μαθαίνεις που σε οδηγούν οι αριθμοί... ****************************

Η αγάπη μου είναι οι στιγμές, αυτές οι ζωντανές ψηφίδες που συνθέτουν της ζωής μας το πάζλ.
Χάνω την μουσική με τον τρόπο που την απορροφά ο έρωτας μέσα στα σώματα, ώσπου να βρεθούν σε ιερή συνουσία.
Αλλάζω το ύφος. Η γραφή με ξεπερνά. Σαν
να βαδίζω στον παράδρομο κι όμως να φτάνω
πιο γρήγορα στον μακρινό προορισμό μου.
Αν με διαβάζεται οχυρωθείτε πίσω από δηλητήρια που εξοντώνουν το μίσος και ζητείστε καταφύγιο στον ναό της ζωής..


******************************


Ο βαθμός που συνειδητοποιώ τα πράγματα μέσα από το πρίσμα της ποίησης, έχει να κάνει με το πόσο ανοικτός είμαι στις επιρροές των στοιχείων που συνθέτουν ή γεννούν μια λέξη.
Θέλω να πω, ότι αυτή η αναζήτηση που πολλές φορές είναι το ίδιο το κορυφούμενο δράμα, μπορεί να πάρει πολύν καιρό και να αφήσει κατάλοιπο μέσα μου αυτό το κάτι του ανεκπλήρωτου που κάπως αλλιώς βολεύθηκε αλλά δεν αγγίχτηκε ποτέ η τελειότητα σαν σώμα και σαν κατακλείδα.
Καίει το φως απ’ όπου και να το κοιτάξεις.
Δεν το αντέχει ο αμφιβληστροειδής.
Η Αλήθεια η ίδια καίει.
Κάτι φορές αισθάνεσαι στο ποίημα σαν στο σπίτι σου και κάτι άλλες όχι.
Είναι αυτή η πορεία προς ένα πουθενά που σε κάνει ένα είδος πρόσφυγα μες την επικράτεια του λεξιλογίου.
Έζησα πάντα οπαδός μιας αντίρρησης.
Ίσως γιατί ήξερα, διαισθανόμουν, ότι αυτός που αντιδρά είναι ο πιο υγιής.
Έτσι με λύπη μου καταλαβαίνω ότι απ’ το 100% της ποιητικής παραγωγής εκείνα που θα μείνουν τελικά δεν θα είναι άλλο από ένα 10% ίσως- μπορεί και λιγότερα.
Γιατί ο στόχος ποτέ όπως του άξιζε δεν επετεύχθη.
Θα περιπλανιέμαι πάντα αναζητώντας την ποιητική μου πατρίδα.


***************************************



Συζητώ με τον εαυτό μου. Σιγά, ήρεμα. Καταλαβαινόμαστε. Κάτι φορές νομίζω ότι ποιητής σημαίνει να είσαι κάτι σαν φαροφύλακας. Πρέπει να συνηθίσεις την μοναξιά και την απεραντοσύνη του πελάγου. Έτσι και με την ποίηση. Την μοναξιά και την απεραντοσύνη των ιδεών. Ποτέ δεν θα κατακτήσεις κάτι άλλο από την μικρή λάμψη που στέλνει ο φάρος σου στα πλοία που ποντοπορούν κοντά σου αποφεύγοντας τον κίνδυνο που γεννά το πλησίασμα. Αναφλέγουν τα πάντα οι ιδέες που αγαπάς. Μα εσύ δεν τις αποφεύγεις: τις θέλεις όλο και πιο πολύ ώσπου να γίνει το βασανιστήριο αναπνοή σου. Κεκτημένη. Απαρέμφατο που σε κάνει να ζεις το υπερβατικό εξουσιάζειν..


Ό,ΤΙ ΕΧΩ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΑΝΑΡΠΑΣΤΟ ΜΗΔΕΝ..



Όλα ένα φως πνευματικό ορίζουν.
Είναι πια γεγονός το ζεστό μεσημέρι
που οι λέξεις μου ένα σύμπαν αιθέριο κομίζουν.
Κάθομαι και ρεμβάζω μέσα σ' έναν ήλιο της σκέψης,
έναν ήλιο απόφασης-
κι έχω μπροστά μου
μια όμορφη θάλασσα
που πάνω της
επιγράφουν ευγνωμονούντα τα πλοία.
Ένας χρόνος ακίνητος
και τα νερά στρωτά
που τα σγουραίνει
μελωδικός και φίλος ο αέρας.

Μα λέω:
"θα μοιράσουν οι εποχές τόσο πόνο που θα είναι
ποίημα πολύ πικρό κάποτε η ζωή
που γράφεται σε διάρκεια.
Και το διαμελισμένο μας όνειρο
θα γίνεται μοιρολόι τραγούδι
πάνω απ' το νεκρό σώμα της άνοιξης."

Πρέπει ν' ανασυνθέσουμε την μοίρα...
Ο χρόνος σχίζεται κι όλα τα μαρτυρά.
Στέκομαι κάτω από την αδυσώπητη γυαλισμένη γκιλοτίνα του,
δεν φοβάμαι,
έχω ζήσει τα πάντα εκτός την ζωή μου, έχω διαπρέψει
στο αίνιγμα
να υπάρχεις χωρίς θρησκεία και χωρίς ουράνιο αφεντικό-
κουράστηκα να συλλαβίζω θλιμμένα-
θα γίνω ένας τσαρλατάνος τυφλοπόντικας
που γεμίζει τρύπες το κορμί της γης κι όμως δεν ξέρει
πόσο ήλιο χωράει η μέρα..

Κάποιος κλαίει απόψε τόσο γοερά που ο ουρανός δακρύζει με ομιλητικά νεφελώματα-


Κάποιος κλαίει απόψε τόσο γοερά που ο ουρανός δακρύζει με ομιλητικά νεφελώματα-

κάποιος ανεβοκατεβαίνει την μεγάλη κλίμακα της ευφωνίας των αγγέλων.

Τα λόγια του
είναι σαν άστρα που θα πέσουν μες την νύχτα διεκδικώντας μια ευχή.

Στο βορινό παράθυρο του φαίνεται
που αγρυπνά ακόμα.

Κυνηγά το ελάφι των λέξεων, έχει ένα δοξάρι
που συλλαβίζει ψιθυριστά τον άνεμο.

Το πρωί βγαίνει σ’ εκείνο το μπαλκόνι τ’ ουρανού που το στολίζουνε οι βοκαμβίλιες.

Και δείχνοντας κατά την θάλασσα καταλαβαίνω ότι τον κατασπαράσσουνε
ποιητικές σαρκοβόρες αξίες..

ΕΣΥ ΠΟΥ ΛΕΙΠΕΙΣ ΜΕΣ ΤΟ ΓΕΜΑΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ..



Η ηθική μπολιάζει την ευαισθησία..
Πουλιά σαν ρίμες μες το άνεμο..
παλάτια των στολισμένων με άνοιξη δέντρων..
φώτα
λικνιζόμενα..
τοπία
μες την αβέβαιη αιωνιότητα..
Μουσικές γαλάζιες, επιφωνήματα
χαράς..
θηλυκές νότες των γαλανών νερών, υπεροψίες
αρωμάτων..
Ποικιλότροπα ωραία!
Στο ιαματικό ποταμάκι των λόγων βαφτίζεται
με αισιοδοξία η νηφαλιότητα
των πλασμένων με όνειρο δέντρων..
Εγώ που σ’ αγαπώ, εσύ που λείπεις
μες το γεμάτο φεγγάρι..
Η νύχτα που σε λέει, ο χρόνος
που να μην γεράσεις σε σέβεται-
το μεσάνυχτο
που βγαίνουν οι αρχαίοι νεκροί και θυμίζουν σε όλους
πόσο ακονισμένο είναι το σπαθί της άπονης ματαιότητας..

Επαναπατρίζω τις σκέψεις μου· γυρεύω
αυτόν τον δρόμο που με πάει σε ένα σιωπηλό κρησφύγετο.
Να γλυτώσω θέλω!
Τούτο το εναγώνιο αλφάβητο που θλίψη μου δίνει
με ταξιδεύει  ως το λευκό φεγγάρι..

Παράξενο αλήθεια και σκληρό πλάσμα ο άνθρωπος-δεν αφήνει
να ωριμάσουν μέσα του οι αξίες, δεν αφήνει
να γίνουν κράτος οι επαναστάσεις του Ωραίου..
Μόνο αντηχεί σκληρά
και στους αιώνες άμοιρος φαίνεται
να προστατεύει το αίθριο λίγο του..
Κάποιος με έμπνευση θεού ας βοηθήσει!..


Η ζωή σκηνοθετεί


Πάντα στα ψέματα-
Η ζωή σκηνοθετεί μα οι ηθοποιοί της
κομπάρσοι αγράμματοι είναι·
Λείπει το φως της γνώσης κι η ευρεία συνείδηση.
Ελληνικά στοχάζεται η μελαγχολία μου.
Υποβάλει τα γεγονότα μου σε μαρασμό.
Με διδάσκει
αυτοσαρκασμό και κατάθλιψη.
Θέλω να ζωστώ εκείνες τις εκρηκτικές σκέψεις μου και καμικάζι
αυτοκτονίας να εκραγώ ανάμεσα στους λέοντες
«αποθανέτω η ψυχή μου..»
που θέλουνε να με κατασπαράξουν.
Παλεύοντας με τα σεντόνια και που ήρθε, να, πρωί.
Με κούρασαν οι άνθρωποι. Καταφεύγω
στο καβούκι της μοναχικής κάμαράς μου.
Σπατάλησα πολλά αισθήματα-
όλα τα πήρε ο άνεμος.
Αθώος μιαν ανάσα ρήματος
παίρνω κι αυτό που μου ανήκει:
φρικώδη θλίψη. Κι όμως-
αγαπούσα το φως.
Κυκλοθυμικά επάνω μου χτυπιούνται οι που αγάπησα
ιδέες. Με πάνε στην αντίφαση.
Ακροατήριό μου όλοι όσοι τους αγνόησα
κάποτε άθελά μου-
Τώρα ψαύω τα λόγια τους, πολύ προσεκτικός είμαι
απέναντι στο δικό τους φεγγάρι.
Νάτο που ήρθε το πρωί! Την νύχτα
έσβησα όλα τα άστρα κι αμφισβήτησα κάθε αρχιτεκτονική του σύμπαντος-
Νάτο που θες την γόνιμη παρεκτροπή μου!
Παλεύω με μια κούπα
καφέ. Δηλητήριο είναι κάποια ώρα οι λέξεις.
Μπορεί και να πέθανα
κι ίσως δεν το ‘χω καταλάβει. Η φωνή μου έχει αντίλαλο
στον γκρεμισμένο οίκο της μέρας.
Μοναστηριακός τόσο που θα με πάρει ο διάβολος- και δεν φοβάμαι.
Αφήνω την κουτσουλιά του πουλιού πάνω στο καθαρό ρούχο μου.
Πείσμα που έχω!
Μόνο με το πανηγύρι της φύσης διασκεδάζω
και με σένα που θα με διαβάσεις όπως για να μ’ ερωτευτείς..

31.7.2011 

Ο τροχός…






Καρατόμησαν τα σώματα αλλά
Δεν ακούστηκε κιχ.
               Γενναία πήγαν όλοι προς τον θάνατο.
                          Έτσι όπως φιλοσοφεί κανείς επάνω
                          Στου μαχαιριού την κόψη.
Αλλάζει κι η γραφή την πλεύση της, αλλάζει
Και του αραμπά ο τροχός.
                          Σαν παλαιοημερολογίτης μιλάω..
Και καρτερώ την άνοιξη περίπου δεκατέσσερις
Μέρες μετά
Από εκείνη που την περιμένουνε όλοι.
           Αντιλαλούν μες την καρδιά μου οι νομολογίες της…
           Ο ουρανός είναι το ζόρικο παιχνίδι·
           Ξέρω αρώματα που δεν ξεθύμαναν- με τούτα ζω·
Και φτιάχνω μία ανθοδέσμη από ημέρες που η λιακάδα
περίσσεψε
Και την ενστερνίστηκαν όλοι..





20 Μαρτίου 2015

Παρασκευή…



Βρέχει και κάθε ψιχάλα
Είναι θρίαμβος των νεφών. Τελάλης
Είναι το σύθαμπο μιας αορίστου ηθικής
Υπόστασης των πραγμάτων.
Όπως τελειώνει η βδομάδα και στα επιρρήματα
Ρίπτω για όλα την ευθύνη.
Κουβεντιάζουμε τότε· είμαστε ανοικτοί σ' όλες τις εκδοχές.
Ο άνεμος είναι λίγος· είναι νταής και άτσαλος ο άνεμος.
Εγώ, στο κατά βάθος, σε θέλω
Και σου μιλώ, κρύβοντας τα διάπυρα αισθήματά μου.
Η Παρασκευή φορά την λεοντή της
Και μας χλευάζει σαν αχαρακτήριστη γυναίκα.
Στον ίδιο χρόνο που όλα συντελούνται
Στον ίδιο χρόνο όλα γίνονται και πάλι αντιφατικά.
Χώνω στην τσέπη τα κλειδιά μου.
Θα ξεκλειδώσω ένα ουρανό με δύο όψεις..


                                                            20.3.2015   

19 Μαρτίου 2015

Εκ των υστέρων…




Πρέπει να απαντήσω στις ερωτήσεις- κι οι ερωτήσεις
με ξενίζουνε·
Βγαίνω από μια συλλαβή και μ' εγκλωβίζει η άλλη·
Όμορφο είναι να δραπετεύεις λοιπόν- το απολαμβάνω
Τονίζοντας τα διαφορετικά μου βελάσματα
Μες το λιβάδι της λογοτεχνίας·
Θα με καταλάβουν αργότερα- ίσως·
Τότε που θα απουσιάζω και
Κάποιος μελετητής των απομακρυσμένων ποιητών
Θα ανακαλύψει τα φτερά μου
Και θα 'ρθει κοντά μου με συμπάθεια
Να δει πώς γέλασα τους πάντες ποντάροντας
Μοναχά στην Αλήθεια..


Εγωισμέ, διαβολεμένο εξάρτημα της προσωπικότητας.


Εγωισμέ, διαβολεμένο
εξάρτημα της προσωπικότητας.
το νίκελο της ματαιοδοξίας σου λάμπει
εξέχεις απ' όλες τις εξάρσεις που έχω
κανονιοβολείς την θνητή φύση μου.
αν σε θρέψω, χάθηκα.
χάθηκες κι εσύ χωρίς δική σου μαριονέτα.
κίβδηλο σύμφωνο ασυμφωνίας της μέσα μου.
 είσαι η εκδήλωση μιας σήψης που έρπει-
θαύμα τρανταχτό της αμετροέπειας-
σκουλήκι της παρακμής.
τα δόντια σου δάκνουν σαν λειμασμένος κροκόδειλος-
αλλά ποιός είναι δειλός; μήπως ξεπέρασες
τα στάδια της συστολής και κει
είσαι που το μέτρο για όλα καταλύθη';
δυνατό κρασί μιας μέθης που τινάζει
την σκόνη της έπαρσης
να κρύψει, μπουχός, τον ήλιο της αλήθειας..

Βουρλίζομαι ο πανδαιμόνιος



Γνωμοδοτούν οι αρμόδιοι να καλλιεργήσουμε χάος

Πρέπει να τους πιστέψεις κατά τα λεγόμενα

Αλλά πώς να αφήσω το μυαλό μου απέξω;

Πώς να μπορέσω να μην σκέφτομαι;

Δημαγωγεί η παράταξη

Γραβάτα κόκκινη σαν γλώσσα φόρεσε ο πρωθυπουργός

Σαλιαρίζει γλοιώδικα

Υπογράφει τις τονισμένες μας φτώχειες

Το μέλλον δυσχεράνει με έμφαση

Κάποτε θ’ αποβλακωθούμε- πού θα πάει

Θα τουφεκίσουμε με καρδιά

Συμπυκνώθηκαν οι προδότες

Υποθηκεύουν τα πάντα

Βουρλίζομαι ο πανδαιμόνιος

Να κλωτσήσω θέλω

Σαν ποδοσφαιριστής που στέλνει στα γκολπόστ αυτόν

Τον στρογγυλό σαν μπάλα αρχηγό.. 

18 Μαρτίου 2015

καταλαβαίνουμε τι γύρω μας σκηνοθετείται


Κλέβω λίγο χώρο απ' το πουθενά σου και ειπεισέρχομαι στο απώτατο νόημα.
καταλαβαίνεις τι λέω καταλαβαίνω τι λες
καταλαβαίνουμε τι γύρω μας σκηνοθετείται και κινούνται
τα άστρα μαγευτικά και πάντα για χατίρι μας.
εσύ που είσαι γινωμένη από φιλοδοξία
κι εγώ που δρέπω χίμαιρες και αγαπώ μέχρις εσχάτων μια πατρίδα.
ο ουρανός φωτιά που γέμισε του πόθου τις υδρίες.
νόμιμα όλα- το νυν
το συν και το αόρατο
όπως εσύ τα είδες μες την θάλασσα
να διαθλώνται
της σκέψης σου.
η τραγωδία που ζούμε, η απόγνωση
όταν τελειώνει η μέρα και οι ελπίδες στερεύουνε
καίριο πλήγμα στην φτωχή σου καρδιά.
ακούω τις προτροπές σου, σε μυθοποιούν οι άνεμοι
πάντα το διαφορετικό μύθο γεννάει
η κάθε λέξη σου γίνεται όρθρου προσευχή
και ξέρω τόσο τι φελάει.
με την γραφίδα μου σ' αγγίζω- σαν μια σμίλη ζωντανή
που δίνει νέα πνοή στο άγαλμα
τονίζοντας στα μέλη του το φως σου.
θηλυκέ τυφώνα που για να νικάς γεννήθηκες-
σάρωσε τις αγρύπνιες μου κι έλα σε μένα
από την επιφάνεια του καημού που έγινε
κάτω απ' τα πόδια μου το χώμα
μιας θλίψης που πατά με και ας την πατώ.
δυσκόλεψαν οι άτιμοι καιροί και πια δεν έχει έλεος
για ένα ρήμα αγωνίζομαι γαλάζιο
για ένα ευκτικό φωνήεν ωδικό
για μια ανένταχτη σε κάτι ουτοπία.
κι αφήνω να με λούζει η νύχτα με αινίγματα
το ρετσίνι της φαντασίας με καίει
και έτσι όπως τσιρίζω
κραυγή θανάτου που δεν σώνεται
φεύγει από τα στήθια μου και ξαφνικά
ο κόσμος σαν από μια ιδέα φωτισμένος λάμπει..

Πώς ξεθυμάναμε έτσι μωρέ;




Μάλλον θα έχω χάσει σημαντικό μέρος από την πίστη μου στον άνθρωπο και πιο σημαντικό από την πίστη μου στους συμπατριώτες μου που δεν μπορούν πλέον να αντιδράσουν ούτε, φαντάζομαι , στο ηλεκτροσόκ.
Στις μέρες μας – ή μάλλον από πολλά χρόνια πριν πάντα έτσι θα ήταν- η χειραγώγηση των μαζών είναι προϊόν επιστήμης, δεν είναι ένα τυχαίο φαινόμενο που τα πολιτικά συστήματα αφήνουν στην τύχη.
Δεν χρειάζεται και πολύ μυαλό για να το καταλάβεις αυτό.
Οργανώνονται τα καθεστώτα τόσο αποτελεσματικά που μόνο μια ατυχής συγκυρία θα μπορούσε να τα κάνει να ξεφύγουν από τον χαραγμένο δρόμο τους.
Και πάντα και παντού για να πετύχεις τον ΕΛΕΓΧΟ
ο στόχος είναι η παιδεία.
Εκεί αν λειτουργήσεις αποτελεσματικά και ··πλύνεις·· τους εγκεφάλους μεθοδικά μπορείς να περάσεις  τα πάντα.
Αυτό λέγεται ΕΞΟΥΣΙΑ.
Ας σκεφτούμε πού μας οδηγεί μια παθητικότητα που βολεύει τους κρατούντες και δεν φαίνεται να έχει τέρμα αυτή η εξαθλίωση που οδηγεί σε αποχαύνωση και κατάθλιψη.

Είμαστε Έλληνες εμείς; Είναι σίγουρο αυτό; Ο παππούς μας είπε μολών λαβέ στην κραταιά αυτοκρατορία της εποχής του; Πώς ξεθυμάναμε έτσι μωρέ; Αυτό ονειρευόμαστε για τα παιδιά μας;
Συνέρθετε πριν να είναι αργά!
Μην δέχεστε τον θάνατο που σας έχουν επιφυλάξει..
Ραπίστε!

ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΑ ΣΚΕΡΤΣΑ..




Α.

Ο χρησμός είναι σκοτεινή γαλήνη
που δεν σε αφήνει να αμφισβητείς.
Όλα έγιναν ήσυχα τώρα.
Οι βάρκες βούλιαξαν μες το νερό.
Ποτέ δεν ανασύρθηκε ο βαρκάρης.
Παρά την θέλησή μας όλα συντελέστηκαν.
Αναλόγως της πίκρας και του καημού.
Με αγνοούν οι δυνάμεις του ηλιοβασιλέματος
και οι αγρύπνιες μου σε ένα στόλο εστιάζονται
κυανών άστρων.

Β.

Κατοικώ μια ψυχή που πλαταίνει
και χώρεσε μια λύπη οικουμενική.
Απ’ άκρη σ’ άκρη, η φωνή μου σκίζει
σεντόνι το πέλαγος.
Ο αλέκτωρ, πριχού η νύχτα σβήσει,
μου μιλά και με τις λέξεις μου τον αναθεματίζω
που συμφορίζει τον όρθρο μου.
Ψηλά, επάνω απ’ τα καμπαναριά, η σκήτη του ιερωμένου
μόλις που φωτίζεται και η λευκή προσευχή του
σχηματίζει φωνήεντα ελέους στον ουρανό.
Ό,τι έχασα άδικος κόπος θα είναι- πουθενά δεν θα φιλοξενηθώ
ει μη μόνον στα μάτια σου…

Γ.

Από επιδέξιο δευτερόλεπτο, Οκτώβρης που μπήκε
και ζωή που πολιόρκησε την δύσκολη ζωή μου.
Σε δύσκολες σκέψεις εργάζομαι.
Καταθλιπτικά ξίφη μπουσουλάνε στο αίμα μου.
Τ’ αποδιώχνω.
Χαμογελώ
όπως πρέπει.
Το φθινόπωρο με κρατά λαβωμένο
ανάμεσα στα νυχτολούλουδα και τις ώριμες φαντασίες.



Ετικέτες

Αρχειοθήκη ιστολογίου