Δεν μπόρεσα αυτή την φοβερή παραλογία από τόνους
συλλαβές
μετρικές,
μακρά, βραχέα, δίχρονα,
η γραμματική είναι η αστυνομία της γλώσσας,
η περισπωμένη μοιάζει με σφυριά που πλάτυνε
το κεφάλι της λέξης.
Φούρια φαινόμενων οξυθυμίας του λεξιλογίου.
Δεν μπορούσα έτσι να ερωτευτώ
απαγγέλλοντας τα λόγια του πόθου μου.
Με εμπόδιζε η αυστηρή ψυχή της απέραντης νομοτέλειας
του συνταχτικού, προτάσεις
βουίζοντας μες το κορμί του λόγου,
θέλησα να πω «σ’ αγαπώ» σ’ άσκοπη γλώσσα:
είμαι ένας φτωχός εφευρέτης μιας διαλέκτου
όλο νοήματα
Μια ψιλή βροχή από ευφωνίες πέφτει απαλά
μες τα δρομάκια της καρδιάς μου
κοριτσάκια ποιήματα βαδίζουν χέρι-χέρι
σιγανοτραγουδώντας
τραγούδια του συρμού.
Η πόλη των παρομοιώσεων μου έχει ένα δωμάτιο από έμπνευση.
Οι τοίχοι του είναι η ρέμβη της ορθοφωνίας.
Εγώ είμαι νοσταλγός της αγιότητας τοπίων της γλώσσας
άγνωρων για του σημερινούς,
που τους βαράει ο άκαιρος νοτιάς
κάποια αγριολούλουδα κάνουν να αναφαίνει η δύναμη της Περσεφόνης
νικώντας το τάχος της την βραδύτη θανάτου.
Προπαροξύτονη παρομοίωση της ευτυχίας.
Αυλίδα 15/8/82
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου