ΙΙ
Έντομα είναι ο ύπνος μου
αδύνατος κ’ εσύ.
Που συμφωνούσα κάποτε με το
«δεν γίνεται» θυμάμαι
Να κερδίζει σε ύψος το
μεσημέρι∙ η κάψα
Να ραγίζει τα τζάμια του
Πάνω στα χούγια του
Αυγούστου να αναγνωρίζω
Που απίθωνες ένα τοπίο της
Λέσβου απαλά
Στα χέρια μου που τα 'καψε
η τύχη.
Σπούσαν τα κουκουνάρια σαν
λεπτά
Σ’ ένα ρολόι δευτερόλεπτων
αγίου
Τα πεύκα έκαναν όπως που
κάνει η λύπη μου
Συνέχεια ξεφλουδίζονταν
Ρέαν γυμνά μέσα στην όραση
που σ’ είδε.
Άπιαστη για το βήμα του
ματιού
Συγκρατημένη από έναν
ψίθυρο ημέρας
Πρόλαβα να σε βρω στο ζόρι
που με έσκαβε
Λέγοντας « γειά σου» δίπλα
στην ξανθή σου καλημέρα…
12.8.1983
Ζούμπερι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου