Προτού ξημερώσει
κι απ’ το βαθύ σκοτάδι
Πετάγονται της αγρυπνίας μου
οι νυχτερίδες.
Έχω το φως ν’ ανάβει
στην λάμπα. Κάτι κουνούπια
Με ταλαιπωρούν. Η ειρωνεία
είναι ότι έγινα πιο πεισματάρης
μες τις πραγματικότητες.
Τώρα καταλαβαίνω
των πραγμάτων τον μαρασμό
σαν ένα αφυδατωμένο φρούτο
που ξεκάθαρα σου δείχνει πια
κάτω από την ζαρωμένη σάρκα του,
το κουκούτσι.
Πολλαπλασιάζω τις σιωπές
επί τον εαυτό τους.
Μου περισσεύει η μοναξιά.
Χαμογελώ κι υπάρχω
Όπως να με κρατάει απ’ το χέρι
να βαδίζω
Της αισιοδοξίας ο ήλιος.
1 σχόλιο:
αισιόδοξε ποιητή... με το χαμόγελο... (ωραία φώτο)
Δημοσίευση σχολίου