...

...

ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΙ ΜΟΥ..

31 Δεκεμβρίου 2015

Αν μου έδινες ένα μήλο, θα σου έδινα πάλι παράδεισο


Διατηρητέα μέσα μου παράξενα αισθήματα, φωλιές
πουλιών, ελπίδας άγγελοι
που θεού μηρυκάζουνε άποψη- και ένας ήλιος
σαν που να τον γνωρίσεις και παντού να σε λιώνει:
στα μάτια, στην ψυχή, στις σκέψεις σου..

Ιαματικά νερά, πλούσια
που τρέχουνε· σπίτια
εξοχικά, σκονισμένες βεράντες
από τον χωματόδρομο του ανηφορικού καλοκαιριού· ευθείες
ζωές και τεθλασμένοι θάνατοι..
Ίδιο με ένα λεηλατημένο όνειρο το ποίημα…τέλος
να σώσει ένα λουλούδι κατορθώνει
ψυχικό..

Αν μου έδινες ένα μήλο, θα σου έδινα πάλι παράδεισο, θ’ ανταλλάσαμε
τα προ αιώνων χαμένα- με ένα ευτελές
ποσό της γήινης καρποφορίας. Δες τι απλά!
Όμως όπως περιχαρακωθήκαν οι θρησκείες μας δεν επιτρέπουν
μια ηθική που ν’ ανθίζει ανθρώπινα- και όλο θέλουν
να μιλάς όπως να υποτάσσεσαι
σε αμφισβητούμενο κάτι..

Διατηρητέα μέσα μου παράξενα αισθήματα, φωνές
πουλιών, ελπίδας
άγγελοι
που ζωγραφίζονται μες το μυαλό μου που επιμένει
να αξιώνει δίκαια
ποιητικά!


Θαυμαστική ενορχήστρωση..


Διαλέγω τον ψίθυρο, την αποτελεσματική σιωπή, την αμετάκλητη μοίρα·
το λάδι στιλβώνει τα μέταλλα και εκμαιεύει την εσωτερική τους μουσική·
μέσα σε ένα στιλπνό όστρακο κοιμάσαι
και αναδύεσαι από της φωνής μου την θάλασσα·
ο χρόνος προστατεύει την απουσία και την ορφάνια από τις μελαγχολικές επιβουλές·
θαυμάζω ένα ρόδο και στρέφεται σε σένα η καρδιά μου..

[Η μέρα κάνει την αυτοκριτική της και αυτοκτονεί.]

Η μέρα κάνει την αυτοκριτική της και αυτοκτονεί.
Η ψυχή μαρσάρει να πιάσει το άπιαστο.
Οι γέροι αναπολούν. Τα παιδιά κοιμούνται.
Οι έφηβοι γράφουν γιρλάντες του εγώ πάνω στης ιστορίας το σώμα.
Η λογοτεχνία είναι μια βάρκα που την πήγε ο καιρός πολύ βαθιά.
Διαβάζουν οι μητέρες τον καημό του παιδιού τους.
Η σκέψη είναι πάντα φιλοσοφικό αγκάθι.
Όταν νυχτώνει, η φαντασία είναι μια νυχτερίδα που ψαχουλεύει στα ρηχά-
Και ο πόθος πλοιάριο που εξόκειλε και με την αμμουδιά της παραλίας παίζει..

[Δάκρυα δεν έχω, δάκρυα δεν έχεις]

Λιώνει το σκοτάδι, η ψυχή ευθύνεται για τις λυρικές εκλάμψεις που κάνουν τον ουρανό ντελικάτο.
Στο ακοόγραμμα των νεφών η μουσική που καταγράφεται είναι αρχαίας θεάς που άδει.
Από ίαμβο σε ανάπαιστο κι από φανερό σε κρυφό, η τόλμη να σε αγαπώ πέρα από τα γεγονότα έσωθεν με πονά και με τρώει.
Δάκρυα δεν έχω, δάκρυα δεν έχεις, είμαστε σε ένα χωροχρόνο που τον όργωσαν οι αντιφάσεις και τον περιφράσσουν ατσαλένιες αγωνίες..

30 Δεκεμβρίου 2015

Ψιθυριστή προσευχή…


Στρωτή ήρεμη θάλασσα
και όπως την κοιτάς
πνευματική σου κοιτίδα-
Ως εμεγαλύνθη και που σου μοιάζει
ανυπεράσπιστη και άτρωτη
μες την αιωνιότητα
Από τον βράχο πάνω η χίμαιρα πώς μου φαντάζει
προσιτή
και βελουδένια!
Μαρκάρει τα νησιά με την μπογιά της, τίποτα
δεν χάνεται
μόνο σαν μια παλίμψηστη αόρατη πλάκα, φέρει επάνω της
σημάδια του Θεού
και των ανθρώπων.
Μπούκωσα με τον άνεμο.
Η μέρα με κυνήγησε και με έφτασε.
Μόνο λόγια είπα, μόνο ψιθυριστές προσευχές
και των αγγέλων το σημάδι
πρόδηλο και Μέγας είσαι Κύριε!

Της εικόνας τω τρόπω..


Πώς αφανίζεται ο χρόνος πίσω απ’ τις οθόνες κι όμως
πόση μοναξιά αλήθεια συμβαίνει!
Γράφω γιατί με παραξένεψαν της θλίψης τα αγγελτήρια.
Κι ο άνθρωπος
τόσο αδέξια μόνος, τόσο πικραμένος
που αμαυρώνει τον ωραίο που του χαρίστηκε, ουρανό.
Τσακισμένες πόλεις, δρόμοι που απάγουν σε μια τιποτένια
ψευδαίσθηση- φώτα νυσταγμένα, φωνές
παιδιών από το γερασμένο σχολείο, μνήμες
βαριές που άνοιξαν ένα πηγάδι αβυσσαλέο.
Ένα γατί σκαρφαλώνει στο πεύκο, ο άνεμος
είναι μπερμπάντης και καταφερτζής.
Οι φίλοι μου
απόμειναν μ’ έναν σκοπό που δεν τελειώνει η χροιά του
και άνεργοι γερνάνε εγκαταλείποντας
τις νεανικές θεωρίες τους μες το οικουμενικό ατέρμονο χάος.
Κάτι ρακένδυτοι που θέλουν να θυμίζουνε στην κοινωνία ότι απέτυχε
γυρνάνε πάνω στα βρεγμένα πεζοδρόμια, έξω
από τα σουπερμάρκετ, και επαιτούν
λίγο ψωμί και, αν μπορείς, λίγη συμπάθεια
τώρα που ο κόσμος έγινε φτηνό λαχείο που για όλους
άτυχα κληρώνει..

Τεκταινόμενα και του πόθου καθέκαστα…


Το σώμα παίζει με αισθήσεις και ριγά
αγγίζει τα ιδρωμένα σεντόνια
και αναταράζεται 
όπως να γίνεται πιο εμπνευσμένος αυτός ο διάπλους
ανήμερα του Έρωτα και μυστικά που ήθελα της αστραπής
ενώ φεγγάρι φιλντισένιο ζεύτηκε στoν δρόμο για το ιερό φιλί σου.
Όλα του ονείρου. Ή μη; Πού να το φανταστώ
ότι απ' την μάχιμη επιθυμία μου, ένας πόθος
μέγας θα γεννήσει του μεσημεριού τα τεκταινόμενα
εκπνέοντας
ο πιο θρησκευτικός Δεκέμβριος και
θ' αρχίσουν όλα (και ας λείπεις)
να μου μιλάνε
ανοίγοντας
τις πιο ερωτικές που είχαμε προοπτικές.
Μέσα απ' το όνειρο σε συνάντησα. Μπορεί
και η απάτη ενός βραδιού να παραπλάνησε
τα λόγια μου, τα σταλμένα φιλιά. Πάντως
Γιορτινό είναι το σύμπαν, γιορτινό είναι
το ποιητικό μου μαρτύριο, γιορτινά
οι στίχοι μου πάνε,
σκαλί το σκαλί,
να πατήσουν
στην χώρα της πραγματικότητας
εκεί που θα διαβάζεις μία συλλαβή που θα 'ναι
η συλλαβή μου
και σιγανά θα ψιθυρίζεις του καημού τα νυν
και τα καθέκαστα..

29 Δεκεμβρίου 2015

[Τυχερό παιδί]




Τυχερό παιδί,
τρέχοντας με την φαντασία του από πόλη σε πόλη!
Κι όταν βραδιάζει,
αποκοιμιέται κάτω από τις νεραντζιές και τα χρυσά λεμόνια.
Η ώρα έξη το πρωί, ξυπνά και λούζεται
στην θάλασσα,
εξαγνισμένο.
Αγαπά μια μελαχρινή που ζει μακριά, στα βόρεια
της κουρασμένης του μελαγχολίας.
Τραγουδά ολομόναχο παίζοντας στου γιαλού τα πόδια
φλογέρα και ένα βότσαλο πετάει να χοροπηδήσει
επάνω στα σαράντα κύματα
του πόντου..





Μίκραιναν συνέχεια οι μέρες μου και έτσι έμαθα να μεταφράζω ήλιο.


181.

Μίκραιναν συνέχεια οι μέρες μου και έτσι έμαθα να μεταφράζω ήλιο.

Και στις μικρές φλογέρες φύσαγα χρωματιστών λουλουδιών.

Όλα σωστά:
Η Δευτέρα στην θέση της, κυρία επί των τιμών, και η Τρίτη
Σαν μανουάλι με πάνω της αναμμένα πουλιά.

Υπέρ πατρίδος, έλεγα, υπέρ πατρίδος!

Κοιμόμουν λίγο πια, σα να ‘χα αλλοπαρθεί
Κι ήξερα μουσικές που μόνο με ψυχή τις ξέρεις..
Τότε Τετάρτη..

Κολυμπούσα στην θάλασσα και πέρα ο αυλόγυρος
Με τα επάνω του αναρριχώμενα φυτά.

Ζέστα μεγάλη.

Όλα αναπνέουν δύσκολα.

Μόνο ο περιβολάρης είναι ευχαριστημένος που του ξανανθίσαν τα ρόδα.

Παρασκευή!

Δοξάζω που ένα γυναικείο όνομα είναι ικανό να άρει όλη την μελαγχολία.
¨ΕΛΕΝΗ!¨
Στα ρηχά τ’ ουρανού!
Στα βαθιά της ποίησης!

Διαβάζοντας τις γήινες σελίδες…

28 Δεκεμβρίου 2015

Η Ελλάδα πάντα θα είναι η υγεία ενός ονείρου…


Όταν όλα πάρουνε σχήμα θανάτου
Η Ελλάδα θα είναι ένα μπαλκόνι που αντικρίζει καθαρό ουρανό.
Το νερό είναι η έξαψη της γης.
Ρέει παγκοσμίου φήμης ζωογόνο φαινόμενο.
Είδα τα ποτάμια που κυλούσαν κάνοντας μαγική την κοιλάδα.
Πυκνά δέντρα έστρωναν τον χορό τους γύρω από την απροσέγγιστη όχθη.
Η Ελλάδα πάντα θα είναι μια όχθη.
Ό,τι ταξίδια μου έδωσε η ζωή
έτσι λαμπρά εικόνες φορτώθηκα.
Νύσταξα ανάμεσα στις ξένες πραγματικότητες.
Με πήρε ο ύπνος ψάχνοντας το επικουρικό της ψυχικής υγείας όνειρο.
Η Ελλάδα πάντα θα είναι η υγεία ενός ονείρου…
3.6.2012 Βουδαπέστη.

Ακούγεται ένα ″κρικ″ από κλαδάκια που σπάζουν


Ακούγεται ένα ″κρικ″ από κλαδάκια που σπάζουν κι ο θάνατος είναι πιο κοντά
Ερωτεύεται την νύχτα, φορά τις παντόφλες της
Παίζει με τα πεσμένα βυζιά της.
Η μνήμη επιδίδεται σε γονυκλισίες
Αντίρρηση έχουν τα νυχτολούλουδα να κοιμηθούνε
Αντίρρηση έχουν τα πουλιά να πεθάνουν.
Η ζωή σκηνοθετεί και όλοι εκείνοι οι σπουδαίοι θεατρίνοι
Που ανήκουν στο σόι μας γίνονται θλιβερές μαριονέτες που κουβαλούν ένα άγχος
Να γίνουν όλα σωστά
Πριν σβήσουν τα φώτα της σπουδαίας γιορτής.
Έχω δουλέψει μεροκάματα και μεροκάματα σε μια απάνθρωπη πόλη
Έχω δουλέψει σηκώνοντας τα μανίκια μου
Σηκώνοντας τα ασήκωτα έχω δουλέψει
Φθείροντας τα κόκαλά μου και ξεστομίζοντας πότε πότε και κάποια βρισιά.
Αλλά έφερα ένα φως μέσα μου που οι άλλοι δεν ήξεραν, έφερα
Λόγχη στο όπλο μου της ηθικής
Κι έτσι δικαίως τω λόγω από φωνές αθώων σχηματίστηκα.
Α ανυπαρξία ανθρωπιάς μες τον λαβύρινθο της πόλης, τέλμα
Που βουλιάζουν όλες οι ωραίες καρδιές…
Τουλάχιστον μου έμεινε η ποίηση και το παλιό σακάκι μου να πάω
με την αξιοπρέπεια του πικραμένου στον χειμώνα με μια προσωπική λεβεντιά.

Η Ευρώπη έγινε ένα ροκ που ταπεινά ξεθυμαίνει.


Με τις βεβαιότητές μου και χωρίς μιας περιουσίας τις περιπλοκές
Φεύγω.
Η Ευρώπη έγινε ένα ροκ που ταπεινά ξεθυμαίνει.
Ξεσκεπάστηκαν για να τα πολιορκεί η αναίδεια πια τα ελεεινά κοινοβούλια.
Για τον λαό μόνον η πίκρα εργάζεται-
Φιλότιμα, απεγνωσμένα.
Τι θέλεις να κάνει το πλάσμα που είμαι;
Μιλάω χίλιες γλώσσες και είμαι μια πολυχρωματική Βαβέλ
Που ασχημαίνει, συνεχώς ασχημαίνει.
Δεν είναι αυτό που λέω φιλολογικό μηδέν, είναι μια ζωντανή αφετηρία
Που ρέπει στο να επιδιορθώσει το ασυμμάζευτο.
Κι η ποίηση είναι πληγή που χαίνει και κακοφορμίζει τρώγοντας την σάρκα από μέσα
Και έρμαιο σε κάνει στον ιδεών τον ληγμένο παράδεισο.
Θα έρθεις με τις βεβαιότητες σου λοιπόν, θα έρθεις αφήνοντας τα δικά σου σημάδια
Περί τον εαυτό σου που θα θυσιάσει το αίμα του
Για να βρει το όραμά της η πληγωμένη πατρίδα..

27 Δεκεμβρίου 2015

Τοπίο μεσημεριανό..


Το πεύκο είναι λυγισμένο μέσα στον ήλιο
Έχει καρπωθεί το μυστικό μιας αντιβασιλείας που κλονίστηκε
Στις αιχμηρές βελόνες του
Αναλογούν μπουρμπουριστά κουκουνάρια
Που λαχανιάζουν τρέχοντας μες το στάδιο του μεσημεριού
Ο χρόνος επαιτεί διάρκεια και διάρκεια
Αμφισβητείται από την τάξη των εντόμων
Σε όλα τα άλλα,
μια αταξία εξαπολύει μέγα σύννεφο
Που σκεπάζει το ατμοσφαιρικό γεγονός
με ανιστόρητη χλεύη..

26 Δεκεμβρίου 2015

[Κατοικώ σε κάτι σελίδες λευκές]


Κατοικώ σε κάτι σελίδες λευκές
Πίσω από το συρματόπλεγμα και τα κιγκλιδώματα των δακρύων
Κατοικώ σε μια θλιμμένη μέρα
Που αφουγκράζεται την Παναγιά που ψέλνει
Κατοικώ μες την καρδιά ενός τριαντάφυλλου
Που το μαδά ωραία και του κλέβει χρώματα ο ορίζοντας
Κατοικώ στο ευώνυμο άκρο της ψυχής
Την ώρα που στα κοιμητήρια
Οι μανάδες θρηνούν τα χαμένα παιδιά τους
Κατοικώ στην φωτεινή αναλαμπή του νου

Δεν ζω για κανέναν πόλεμο- ζω
για μια διακαή ελπίδα
Που απλώνει το υποσχετικό φωνήεν της
μες την καρδιά του ποιητή
Ζω για τα απλούστερα πράγματα όλων
Για την ακριτομυθία της ζωής ζω
για την επωδό της άνοιξης

Ταυτόχρονα ο χρόνος με γερνάει και με ξανανιώνει
Είμαι μεσήλικας και είμαι έφηβος που αγαπά
Η κάθε λέξη μαρτυρά την λεβεντιά μου
Είμαι η πλησμονή που πάνω της γίνεται αγώγιμο το θεϊκό

Κατοικώ στο χωράφι που σπέρνεται σκέψη
Κατοικώ στου σίτου το αβρό ξημέρωμα
Ο ήλιος με αποφλοιώνει
Και τα πέλματά μου πατούν
μες τα μπαμπακοσύννεφα του ουρανού

Α ψυχούλα μου καλλικέλαδο κάτι που σου στάλθηκε από μακριά
Πόσες πυθίες μέσα σου έχεις, πόση αλήθεια
Πόση μουσική πόσου μύθου το μπέρδεμα
Ποιο είναι το αναγνωρισμένο σχολείο σου
Επικό φως χαράζει το πλεούμενο ποίημα σου
Καμία κολακεία μην σε βρει κατάστηθα
Εσύ αγαπάς απλούς και ευανάγνωστους ανθρώπους

Η νύχτα κλείνει τον κύκλο της η αυγή χαράζει
πάνω στην αμμουδιά εμβλήματα
Α ψυχούλα μου ο μαχμουρλής άνεμος
Ζορίζει τα αρμυρίκια ως την άλλη ανάγνωση
Κάθισε στην ακρογιαλιά και συλλογίσου
Φώναξε ακατάληπτα στερεώσου
Στο σημείο το ένα απ’ όπου
Η κάθε λέξη αρχινάει
Να δένει ρίζες μες την γη της ποίησης
Α ψυχούλα μου- μες το επάξιο στερεώσου!

                         Καρδίτσα Παυσίλυπο 21.4.2013


[Αφήνω λίγο χώρο στην καλή εντύπωση]


Αφήνω λίγο χώρο στην καλή εντύπωση
των λουλουδιών
Κι όπως κινεί τα νήματα ο Απρίλιος
       Στα φουσκωμένα δέντρα φαίνεται
          η εγκυμοσύνη των κορμών.
              Μυρίζει ευγενικό φως
                    Και άχραντο μυστήριο της πεταλούδας-
Στο μικρό κλαδάκι το απώτατο
Μεθυστικό γιασεμί.
Σκάει μπουμπούκι κύμα ζωντανό
        Κι η μέλισσα αναστατώνεται και να το ζήσει θέλει
           Παφλάζει πάνω στο βυζάκι
               Της μαργαρίτας μπάμπουρας
                   ζουλούδι των ανέμων
Η γύρη τρώει την σάρκα της
Γκαστρώνεται από την ευωχία το νερό.
               Ο στίχος πλέει ιαμβικά μέσα
                    στην πρωραία Παρασκευή
                         Την ώρα που ο ιβίσκος
Ξυπνά ερυθριάζοντας
Στην γλάστρα την χωμάτινη.
Όλα τα συλλαβίζει το αιχμηρό
          Δευτερόλεπτο-
                                    ένα αφράτο χέρι
             Του ήλιου αναμερίζει τις κουρτίνες
                  Του νου: εύκολα γίνονται τα δύσκολα.

                                   Η ζωή αξίζει!

25 Δεκεμβρίου 2015

[Θεέ μου τι ωραία μάτια!]

Θεέ μου τι ωραία μάτια! Τι πανσέληνοι δοξαστικοί
που λατρεύουν τα χερουβίμ τις νύχτες!
Το σώμα μου είναι το σώμα σου, είναι το δύο στο ένα, είναι εμείς που συνθέτουμε ένα εγώ
Πολυδύναμο συσπειρωμένο
Έτοιμο να ναυαγήσει μέσα στην ερωτική απέραντη αιωνιότητα.
Σε φιλώ όπως ο άνεμος σε φέρνει:
Κοίλη κυρτή ανεμόεσσα θαλασσάχραντη εξαχνωμένη
Φωτιά με φωτιά.
Και οι πεταλούδες των χειλιών σου
βαφτίζουν τις λέξεις με άρωμα υπερούσιο
Τανυσμένο σαν βέλος μες τον λαγαρό λίγο αέρα
Που σείει τα κλωνιά των πεύκων και αναταράζει
τις μυρσίνες..
2010

Επετειακό…


Τραγανό φως αλλά και ψύχρα
του Νοεμβρίου σαν που η τελεσίδικη απόφαση
του καιρού θέλησε τους πολλούς να παρακάμψει
και να ευεργετήσει τον Έναν
που έζησε με μια καρδιά αλύγιστη και που
όρθωσε ανάστημα παλικαριάς απέναντι στα καθεστώτα-
Ντουφεκίστε λοιπόν το στέρνο του, η καρδιά του
είναι αδούλωτη, δεν λυγά
κάψτε τις σκέψεις του- θα ξανακαρπίσουν
τα μαλλιά του
ανεμίζουν σαν ενός ήρωα που αψήφησε
τον θάνατο και δεν υποδουλώθηκε
ποτέ σε κανέναν
Η μέρα θαμπώνει από ιδιοτέλειες θλιβερές, η ζωή
σκληραίνει αλλά εκείνος
ανέρχεται κατά τους ουρανούς
κι όπως να οργανώνει λαμπαδηφορία
Ιδεών και ερώτων
λαμπρύνουν τα οικουμενικά λιβάδια
που ο νους του αγαπάει να έρχεται...

[Να αφήσεις κατά μέρος την βροχή να κάνει την δουλειά της]

Να αφήσεις κατά μέρος την βροχή να κάνει την δουλειά της- άστην
να γανώσει τα φύλλα και το χώμα να κάνει 
φωνή από πηλό.
Νοέμβρης άοκνος και νεφελώδης- ο νεφεληγερέτης
έφυγε αφήνοντας πίσω από την πόρτα τ’ ουρανού 
δυο μπόγους ρούχα
άπλυτα και ένα καντήλι
παλαιόθεν αναμμένο.
Η μέρα συνεχίζεται και η ζωή
είναι σε όλα χρεωμένη.
Οι ανάγκες μας δεν καλύφθηκαν και πιο ακόμα
ανάγκες μας είναι. Ξημέρωσε η υδροκέφαλη Παρασκευή.
Μεροκάματα κουρασμένα κάνουν τον γύρο
της πλατείας, κάνουν τον γύρο
της πόλης κι αυτά
τα κλειδωμένα σπίτια ακουμπούν στο συνταρακτικό φως
της αστραπής που αφήνει
και μία άλλη εκδοχή θανάτου
κάπου αχνά να διαφαίνεται.
Μου τηλεφωνείς από το πιο ερωτικό υπερπέραν…
Και είσαι αόριστη όπως κι ο χρόνος αόριστος είναι και η εβδομάδα
που σέρνεται όπως μια σαύρα χαμηλά.
Τότε τα σχήματα αλλάζουν και το τετράγωνο
κατοικεί στους κήπους και τα λασπωμένα πεζοδρόμια και ο κύκλος
καταφεύγει στις νεραντζιές που κοσμούν
τα μικρά δρομάκια που ρυμοτομούν επιδέξια την λερωμένη πρωτεύουσα.
Σε βλέπω που περπατάς κατά την αγορά και κρατάς
μια χτεσινή εφημερίδα
τονίζοντας με τα τακουνάκια σου
την μετουσίωση όλων σε μια νεροποντή
που ξεπλένει του μεσημεριού την ανάσταση- σαν για να γίνει
αόρατο το καθετί που λέμε και που το συνέχει
ο έρωτας και που σου έχω εγώ ακόμα..

[Μου τηλεφωνείς από το πιο ερωτικό υπερπέραν…]

Να αφήσεις κατά μέρος την βροχή να κάνει την δουλειά της- άστην
να γανώσει τα φύλλα και το χώμα να κάνει
φωνή από πηλό.
Νοέμβρης άοκνος και νεφελώδης- ο νεφεληγερέτης
έφυγε αφήνοντας πίσω από την πόρτα τ’ ουρανού
δυο μπόγους ρούχα
άπλυτα και ένα καντήλι
παλαιόθεν αναμμένο.
Η μέρα συνεχίζεται και η ζωή
είναι σε όλα χρεωμένη.
Οι ανάγκες μας δεν καλύφθηκαν και πιο ακόμα
ανάγκες μας είναι. Ξημέρωσε η υδροκέφαλη Παρασκευή.
Μεροκάματα κουρασμένα κάνουν τον γύρο 
της πλατείας, κάνουν τον γύρο
της πόλης κι αυτά
τα κλειδωμένα σπίτια ακουμπούν στο συνταρακτικό φως 
της αστραπής που αφήνει
και μία άλλη εκδοχή θανάτου 
κάπου αχνά να διαφαίνεται.
Μου τηλεφωνείς από το πιο ερωτικό υπερπέραν…
Και είσαι αόριστη όπως κι ο χρόνος αόριστος είναι και η εβδομάδα
που σέρνεται όπως μια σαύρα χαμηλά.
Τότε τα σχήματα αλλάζουν και το τετράγωνο 
κατοικεί στους κήπους και τα λασπωμένα πεζοδρόμια και ο κύκλος
καταφεύγει στις νεραντζιές που κοσμούν 
τα μικρά δρομάκια που ρυμοτομούν επιδέξια την λερωμένη πρωτεύουσα.
Σε βλέπω που περπατάς κατά την αγορά και κρατάς 
μια χτεσινή εφημερίδα
τονίζοντας με τα τακουνάκια σου 
την μετουσίωση όλων σε μια νεροποντή
που ξεπλένει του μεσημεριού την ανάσταση- σαν για να γίνει
αόρατο το καθετί που λέμε και που το συνέχει
ο έρωτας και που σου έχω εγώ ακόμα..






[Έκθεση στο φως των ζωηρών εκδηλώσεων..]



Έκθεση στο φως των ζωηρών εκδηλώσεων.. Κάτι
Ξαφνικό που ξεπερνά τα ανθρώπινα και φτάνει
Στο ύψος μιας χαράς που δεν παρομοιάζεται
Κάνει το άρρητο πασιφανές. Το βράδυ
που γράφω κουρασμένος και έτοιμος
Να ταξιδέψω πριν ακόμα χαράξει, τρέχοντας
Προς του μυαλού μου την Θεσσαλονίκη..
Ναυάγιο ερωτικό μες τον Θερμαϊκό, λεωφόρος
Μιας Νίκης που πεισμάτωσε να τελειώσει
Κάτω απ’ του Πύργου την ωραία ματαιοδοξία.
Κλάξονς και αυτοκίνητα λουστραρισμένα, παιδιά
Με τα σακίδιά τους, σχολεία
Που δρέπουν της ειλικρίνειας τον καίριο καρπό, ακραία
Φανερωμένη διάθεση, κοντά στην παραλία
που φλερτάρει με το σύθαμπο του ουρανού και της πόλης
το αγλάισμα.
                       Εσύ
Είσαι εκεί που ποτέ μου δεν έφτασα, δεν μ’ άφησαν
Οι παραπλανητικοί συμβιβασμοί και οι προθέσεις
Που τινάζουν τα σύννεφα για να γίνει
Μία βροχή από δισταγμό και φολιδωτή αναποφασιστικότητα
Που βάζει τα πράγματα στην σειρά τους και απλοποιεί
Εκείνα που νιώθεις κι εκείνα που θα μπορούσες
Αλήθεια ν’ αλλάξεις..





[Αυτός που συμβουλεύει κεραυνούς μαρκάρει τα λόγια του με ήλιο.]



Αυτός που συμβουλεύει κεραυνούς
μαρκάρει τα λόγια του με ήλιο.
Πώς αλλιώς θα μείνουν αναλλοίωτα 
μετά ‘πο την βροχή; Σαν κυκλάμινα
που αναπάντεχα άντεξαν
πάνω στου βράχου την γεωγραφία.
Λυρικά δόκανα εγκλωβίζουν 
τα μελτεμάκια και απομυζούν
τον Νοτιά.
Εσύ κι εγώ ανάμεσα σε κάθε καταιγίδα 
σε μια σχεδία φιλιού κρατιόμαστε 
κι ο πόνος δεν μας πιάνει.
Ο χρόνος σαν τον μάθεις
σε κάνει πιο στιλπνό
είναι το κέρδος του ευτυχισμένου.
Θαλάσσια ανεμώνα μου
κυκλοφέρνεις
μες του ποιήματός μου την ανεμοδούρα
και με στιλβώνεις
να μην έχω ταίρι στο αθάνατο 
και το άτρωτο..
Σε αγαπώ 
γιατί απλούστερα
δεν θα μπορέσω ούτε μια στιγμή να αγαπάω..



[η ζωή σαν τσακμακόπετρα σπινθηρίζει]


Στην απόλυτη καθαρότητα   
ο ουρανός κρέμεται ανάμεσα σε δυο πλανήτες
και μιλά λογάκια εύληπτα
το ημερινό φεγγάρι.
Ήσυχα όλα - 
η ζωή σαν τσακμακόπετρα σπινθηρίζει
βαρά το χαρωπό ταμπούρλο της
και ο λυπημένος οπαδός της
ανέρχεται
την κλίμακα που πρέπει.
Κραυγαλέα απουσιάζει ο άνεμος. Κι εσύ
μια ομορφούλα που το κοκκινάδι στα νεανικά μαγουλά της
κάνει το φιλί, που αγαπούν οι αρσενικοί να κλέψουν,
πιο επιθυμητό
στολίζεις
με την ματιά σου τον κόσμο
και αμαρτία πια δεν υπάρχει-
υπάρχει
ψυχή που στα ευφρόσυνα πατεί και στέλνει
μηνύματα φλέγοντος ήλιου
κι ως αργά στο βασίλεμα..


[στο πάρκο]




Λιώνουν τα σύννεφα σαν ανεκπλήρωτες αγάπες
τ’ ουρανού. Κοντά στο πάρκο
οι φαρδιοί δρόμοι λούζονται με ήλιο
και γυαλίζουν σαν δελφίνια ευκίνητα.
Η λίμνη είναι ομοσπονδία πλασμάτων και φυτών- όλα
ιερουργούνε στην λιακάδα και στο ακίνητο νερό
που καθρεφτίζει τους ψηλούς ευκάλυπτους.
Διευρύνεται
το φως και η συνείδηση,
το καθετί που αγαπά το μέταλλό του
σκουριάζει
ευτυχισμένο νοεμβριάτικα.
Το σκηνικό πατά καλά μες την εντύπωση κι εσύ
που έχεις μάτια έκπληκτα για όλα
χαμογελάς και μοιάζεις με νεραΐδα που αναδύθηκε απ’ τα νερά
μια ώρα Κυριακής που ο κόσμος
γλυκά κοιμάται και ουρανοδρομεί
μες τα μελένια όνειρα..

24 Δεκεμβρίου 2015

Μνήμη Ευγένιου Γιαξόγλου..




Γυρίζοντας σκονισμένος μες την πραγματικότητα
Γδαρμένος από την κορυφή ως τα νύχια- είναι η ψυχή μου που συλλέγει τόσες φιλικές φωνές που τώρα πλέον της λείπουν
Και σε ακούω κι έτσι όπως πια δεν υπάρχεις
Κάνοντας την απουσία σου αιματηρά σημαντική.
Πέρασε ο χρόνος της αφής, ο χρόνος που η κουβέντα μας είχε ακόμη ηχώ
Και την ένιωθα να πληρώνει τον αέρα της μέρας.
Τώρα είσαι λυπημένο λουλούδι που γυρνά τα πέταλά του προς τον ήλιο μιας παντοτινής λησμονιάς.
Έτσι λοιπόν ξεγράφονται οι άνθρωποι;
Έτσι ο αέρας τους παίρνει;
Μα σε κρατώ σαν ανάμνηση των αναμνήσεων κι ακόμη
Μες το μυαλό μου γυρίζεις τελειώνοντας το όνειρο που σου άξιζε μα που ποτέ δεν κατάφερες να έχεις
Εκεί- μες την σκιά των επιθυμιών και με τον τρόπο που φέρεται
αχάριστα η ζωή στους εργάτες μιας ταλαιπωρημένης αλήθειας..

                                                                                              Σ.Π 24.12.2011

Χρόνια πολλά κι υπό των ουρανών το μάτι


Από πού θα έρθεις εσύ ο μαθητής των ερώτων
Ξορκίζοντας τον θάνατο με την γαλήνη σου
Παρειά την παρειά κοιμώμενος με την πέτρα
Τελειώνοντας το αλφάβητο που η λέξη αρχαία σου χάρισε.
Α το τραγούδι που έμαθες απ’ τα πουλιά
Α το αεράκι που ωραία σε χάιδευε
Η μέρα κάνει τα τσαλίμια της στον γαλανό ουρανό
Κι απέριττα μες την ψυχή του σύμπαντος ωραία χαράσσεται.
Τούτο είναι το άγγιγμα από θεού το χέρι
Τούτο είναι το ύδωρ κάθε πλησμονής
Στα ρηχά των ονείρων ωραία ξημέρωσε
Αφήνει αχνάρι το διαμαντικό εντός σου η χαρά
Και πιο γενναία λόγια κατορθώνει η μοναξιά σου..
17.4.2012

Των Χριστουγέννων…


Παραφουσκωμένα σύννεφα
σαν ενός βατράχου η κοιλιά και φεγγαρίσιο
ασήμι
κρύο
χειμερινό
μπουκωμένο
τρέλα και οργισμένο νερό
και ένας ήχος
από κρύσταλλα που σπάζουν
μες την βαρεμάρα της νύχτας και
το θέατρο ενός Δεκέμβριου που έφερε
τα στολισμένα Χριστούγεννά του
έξω απ' την πόρτα μου
σαν εντολή χαρωπή να βρούνε
την μελαγχολία μου ντυμένη κλόουν που μιμείται
ένα κάτι που δεν έχω
όπως δεν έχω
ούτε μια σελίδα που να νίκησε
μες τον αιώνα και
να μου αφήνει
έστω μια γεύση λύτρωσης
ή
μία πίκρα
από εκείνες που όμορφα εξαργυρώνονται
σε καυτά σίγουρα δάκρυα
από εκείνα που δεν ξέρει
κανένας θεός..

Λάφυρο σκοτεινό της προσφυγιάς.. ή Σύγχρονο αναγνωστικό διδασκαλίας, της Λέσβου…

Η θάλασσα είναι μια οκνηρή λέαινα που
πεινάει γι' ανθρώπινη σάρκα· ακονίζει
την φρικαλέα μασέλα της
και
καταπίνει τον φτωχό πρόσφυγα που μπατάρει
με την ξεχαρβαλωμένη βάρκα του
έξω από το όνειρο·
πόνος παλαιάς κοπής, αρχέγονος
πόνος:
αποτυπωμένος στα μάτια των μανάδων και
στα κλάματα των γερόντων·
Μεσόγειος κουρελού που ζει έξω απ' την αξιοπρέπεια
της ανθρωπότητας·
σαν ένας κρατήρας που αποσφραγίστηκε κι ακούγονται οι βρυχηθμοί των εγκάτων
του πλανήτη·
βήμα βήμα, φλέβα φλέβα
ο τρόμος προχωρεί αδειάζοντας
στα σπλάχνα την πίκρα ολόκληρης της υφηλίου.

Ανάμεσα στις νύχτες,
ανάμεσα στα βουνά που αναμερίζουν να περνούν οι ξεριζωμένοι,
ο αέρας είναι κρύος και σκορπάει
την σκόνη του αστεριού
επάνω στις καρδιές που ματώνουν.

Τρέμοντας εκμηδενισμένος πάνω στο πέλαγο
ακουμπώντας άδειος με άδεια υπόσταση
ο πρόσφυγας που δεν κουβεντιάζει πια ούτε με την καρδιά του
βορά στα χέρια των δουλεμπόρων
αποβιβάζεται στην αιολική μου πατρίδα
λυπημένος, παντέρημος
σαν ένας ατμός από ζητά τον ουρανό
και την κραυγή του ακόμα.

Η νύχτα τον τυλίγει·
εκείνες οι λυρικές γυναίκες που θα τις αγαπούσε κι αυτή η Σαπφώ
προσφέρουν από το λίγο τους το πιο πολύ
προσφέρουν της καρδιάς το περίσσευμα
για να 'ναι ο πόνος αβρότερος. Και

Γράφοντας τα καινούρια τους συμβόλαια
με την ζωή
γράφοντας πάνω σε ορυκτά που σπιθίζουν
γυμνασμένοι σε αντοχές αράγιστες
ορθώνουν φωνή οι περατάρηδες οι αδικημένοι
ορθώνουν μια προσευχή που ξεπερνάει όλων των θρησκειών την στενότητα
με το μελάνι του αίματος γράφοντας
επάνω σε σελίδες που στην ιστορία θα ντροπιάζουν
τον αχόρταγο τραπεζίτη του πολέμου
στο αναγνωστικό μιας ελπίδας που θα γεννηθεί
ζητάνε το δικαίωμα να υπάρξουν
όντα ενός θεού που ύστερα από των εποχών την σκληρότητα
θα μοιράσει το στάχυ του δίκιου
σωστά
κι επιτυχημένα..



23 Δεκεμβρίου 2015

Καταγραφή…


Τι θα συμβεί τώρα κλείνοντας τα σύνορα των ονείρων πού θα βρεθούμε υπάρχει άλλη πιο φυλακή από αυτήν την διατεταγμένη φυλακή;
Και η Τέχνη- πώς θα βγάλει τα γόνιμά της συμπεράσματα πώς θα μετουσιώσει την αγρύπνια τον πόνο την θλίψη μας;
Απόμεινα με μία κραυγή πιο άγουρη μες τον χειμώνα..
Στο Πέρα άκουγα.
Νύχτωνε και ξημέρωνε- μελαγχολούσα μπαίνοντας μέσα σ' έναν λαβύρινθο σκοτεινιασμένο.
Δυσκόλεψε ο πόνος μας.
Αυτά που λέω κατακερματίζουν το φεγγάρι και το απιθώνουν εδώ στο αφύλακτο μέρος μιας ψυχής που καρτεράει αισιοδοξίες..

Ετικέτες

Αρχειοθήκη ιστολογίου