Από την πραγματικότητα με αγκάθια
μόνο ένα αγκάθι τελικά σου μένει
η πόλη κοιμάται-
επάνω της
χορεύουν τόσοι μανιασμένοι άγγελοι- και κάτω
καλικάντζαροι που υμνούν το βαρβάτο σκοτάδι της.
στα παρτέρια φυτρώνουν οι εγωιστικοί πανσέδες
και τα βράδια η ζέστα καρφώνει πάνω στις σανίδες
τον πεινασμένο αρουραίο της.
κάτι αλλοδαποί τσακώνονται και η νύχτα
δεν ξέρει γρι από την βάρβαρη γλώσσα τους.
πλατεία Βάθης που οι πόρνες κάνουν δεκαπεντασύλλαβη
του στήθους τους την πραμάτεια..
κι όπου η Αχαρνών τίποτα απ' την δόξα του ονόματός της δεν θυμίζει..
χασισοπότες τρώγονται να μην η ζωή τους διαρκέσει τόσο μονότονα κι άλλο.
ουρλιάζει κάποτε του περιπολικού η σειρήνα.
η Ακρόπολη στοιχειώνει στο τελείωμά της την κοσμοπλημμύρα της οδού Αθηνάς
και μύρισε σουβλάκι επιδεικτικά το άμοιρο Μοναστηράκι.
ένας σάτυρος ασχυμονεί μες τον άπειρο χρόνο.
τον κοιτάς που είναι ο εσύ που έζησε και μες το παρελθόν που εσύ δεν πήγες.
και όλα βαίνουν καλώς και εξακοντίζουν ελπίδα
που σήπεται βαμμένη εθνικά και που χρωστάς κι εκείνη
υπερδιπλάσια χρωστάει..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου