Πιστεύουν σε μένα οι λίγοι των λίγων και γι αυτό
Δέομαι μες τους άλλους ουρανούς κι ακολουθώ
Το φως αυτό το ανέσπερο που φτιάχνει
Την φάτνη των αθώων αμνών..
Όπου ήρθα και έφυγα όπου υπήρξα
Περιπλανώμενος σαν μία σκιά
Που αγγίζει το σώμα της και χάνεται
στην νύχτα μετά- τώρα είναι σαν λόγος
που δεν καταγράφηκε
Παρά στο έσω μέρος ενός λουλουδιού
Που απλώνει το άρωμά του και αήττητο σαλπίζει
Για την χρωματική του έφοδο.
Α Κυριακή μεγάλη, αιθέρια, αέναη
Ζωντανή που μου φέρνεις τον ύμνο
Ως μες τα χείλη, εκεί που η σιωπή του όρθρου
χαράσσεται
Από των σπουργιτιών την ευθυμία.
Κρατώ από γενιά που θέλησε το μέλι
Των λέξεων, την φιλοσοφία
του ποιείν, το σκέπτεσθαι
Μες την μέρα που με αντιρρήσεις μικρές και μεγάλες
Γράφει την ιστορία της μες το γαλάζιο μεσημέρι που θα επικυρωθεί
Ο χρόνος σαν μια εντολή πολλά απλουστευμένη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου