Σκοντάφτω συνεχώς πάνω στα πεπραγμένα μου.
Αλλά είμαι έτσι κι αλλιώς αγύριστο κεφάλι. Δεν
Θα βρω ησυχία παρά αφήνοντας να με χαϊδέψει η μουσική
Της θάλασσας- κι όπως
Που δύει ο ήλιος το απόγευμα.
Έχω ενοχοποιηθεί τόσες φορές που πια δεν έχω περιουσίες, τις αρπάξανε
Οι μνήμες μου- γίναν εικόνες
Του μυαλού: μ' αυτές πορεύομαι
Των χρωμάτων την θαλπωρή επαιτώντας.
Ακούω την χλόη που τρίζει, τον συριγμό
Του φιδιού κάτω απ' το δέντρο
Τον ψίθυρο του αέρα ξημερώματα, εκεί
Που τελειώνει η σκιά της νύχτας και μέσα
Στ' αυτιά μου θριαμβολογεί
Το ερωμένο πρωί.
Τότε μου έρχεται δώρα κρατώντας η ποίηση.
Είμαι ευτυχισμένος χρυσοθήρας που του έλαχε
Μες το δισάκι να περιμαζέψει
ολόκληρα κοιτάσματα λαμπερών ουσιών.
Πολύτιμα.
Ευτυχώ και υπάρχω!..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου