158.
ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ. ΞΑΝΘΗ.
Στα βουνά παίζει τα ζάρια του ο άνεμος.
Ό,τι πούμε είναι κατά βάθος καημός.
Κατηφορίζουμε ανάμεσα στα δέντρα. Ρίζες
Τρυπώνουν γύρω μας-
Γυμνές μισές και άλλες μες το χώμα·
Και αιώνια δέντρα, ζητώντας τον ήλιο-
παιχνίδι ανάτασης!
Βαθιά ακούγεται ο καταρράκτης. Με τις υδάτινες
Νεράιδες του αναρριχημένες
Στα γύρω βράχια.
Μούρμουρο
Πανταχού του νερού.
Στα βράχια ο στρόβιλος που το νερό κατέχει
Έφαγε το ανάγλυφο τους κι άφησε δικό του αποτύπωμα-
Όλα σχεδόν στο φως με μία πέρα απ’ τα γνώριμά μας ρώμη.
Οξιές πανύψηλος λαός·
Θροΐζει.
Σαν χορδές μιας λύρας χοϊκής,
Που κρούει γλυκά
Ένας άφαντος Πάνας.
Αλαφροΐσκιωτος!
Αχτίδες του ήλιου τα φυλλώματα τρυπάνε.
Σαν δόρατα ενός πολέμου φωτεινού.
Τόση αποκάλυψη
Αναστατώνει πάντα μια ψυχή!
Ευθείες
Και τεθλασμένες γραμμές
Της λάμψης που αρχίζει άοκνο αγώνα
Να καταλάβει σκιερά βασίλεια.
Με βάρος μέσα μας μηδέν
Όλα τα προσκυνούμε!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου