Πόσο ξίφος του ήλιου να σπαθίζει τα φυλλώματα
Ένας θεός ξέρει πόση μυρωδιά
Τριαντάφυλλου που αγγίξαμε σαν δυνατό βελούδο
Και το νυσταγμένο αυτό υγρό αεράκι
Να δροσίζει την ματιά μας και πνευμόνια..
Ξέχειλες οι γούρνες στις βρύσες με τρεχούμενο νερό
Πάντα ανοιχτές σαν να θέλουν
Να μας διδάξουν κάτι για την αφθονία.
Πλατάνια θεοτικά που ξύνουν ουρανό
Και κάτι ψυχωμένες σιωπές με κατάνυξη
Και αλφάδι υγείας.
Ο ήχος απ’ το ποταμάκι που σου μουρμουρίζει έναν σκοπό
Που θα 'θελες για πάντα να αποστηθίσεις.
Το ξέρω ότι απ’ όλες τις περιουσίες μου
Μόνο αυτό θα είναι πάντοτε ανεκτίμητο
Θα φωλιάσει μέσα μου σαν απώτατο κύτταρο
Και θα σβήσει μ’ εμένα.
Κι αν κάποτε θα έχω μία ησυχία πιο δυνατή κι από την άσπρη πλάκα μου
Που θα κάνει σαν βωμό αρχαίας θλίψης το φεγγάρι-
Στο χώμα που θα διαφεύγει απ’ την εξουσία των λόγων μου
Ίσως φυτρώσει ένα λουλούδι αναίτιο
Ένα ανυπόταχτο της φύσης καμάρι
Που θα φέρει μέσα του το ρίγος που θησαύριζα
Τριγυρίζοντας μέσα στο αγιάζι των καιρών- μόνος
Μονάχα με την μοναξιά μου σύντροφο
Να αποδοθεί σε πράξη αυτό το φεγγοβόλημα
Του χρώματος
Σαν αγιάζοντας κάποτε
Ανάμεσα στις γήινες ουσίες έρχεται
Σαν δώρο η ευτυχία...
7.8.2007
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου