Ά
Το χέρι βάζοντας αντήλιο
Στην κορυφή που στάθηκα του λόφου και αγνάντεψα..
Μακριά η θάλασσα η στραφταλίζοντας
Με ανάρια πάνω της τα καΐκακια
Σε σχήμα ενός πουλιού που απέκαμε να φτερουγίζει και
Αργοπλέει τώρα, ξεκουράζεται πα' στα νερά..
Στην πύρη του μεσημεριού, στο ντάλα μεσημέρι
Είναι καλός και απαλός ο αέρας του καλοκαιριού
Και πλατιά η αγάπη των πλατάνων..
Τα σπίτια αργά τα πίνει ένα χρυσό λιόγερμα
Κι ακούγονται σαν άγγελοι που ψαλμωδούν οι γλάροι..
Μες τις αυλές γεράνια και βασιλικοί ανατινάζονται
Γιορτή ανάσας και ριπές ανέμου καυχησιάρη..
Μόνο στο κάστρο λίγο πιο ψηλά απ' την θάλασσα
Η Παναγιά μαγεύει χαμομήλια και
Θυμωμένες παπαρούνες-
Και μες την όραση γλιστρούνε όλα να ζωγραφιστούν
Στον αινιγματικό καμβά του Απρίλη..
΄Β
Αφανέρωτο χέρι που ρυθμίζει ένα γύρω τα πάντα
Φανερωμένη ποίηση
Οι ελαιώνες και η θάλασσα
Τις νύχτες ασημώνοντας λευκοχρισμένα τα σπιτάκια από το φεγγάρι
Με τον βασιλικό και το γεράνι στην αυλή
Πότε πότε
Στην στέγη
Με τα μάτια λάμποντας μια κουκουβάγια..
Και
Το θαύμα όπως το πίστεψα ήτανε:
Μεγάλοι πρασινίτες αμπελώνες
Και πέρα η θάλασσα
Γαλάζια: η Λέσβος!
Τριγύρα και ολού οι τόποι με τα αγιοκλήματα
Την φτέρη
Τα σπαθάτα φύλλα
Την κρεβατή βαθύσκιωτη
Το γιασεμί με τ' άσπρα λουλουδάκια.
Οι εκκλησιές καταντικρύ του πέλαου
Στις εκκλησιές οι Παναγιές που σε κοιτάζουν λυπημένες
Κι οι άγιοι που η θέληση στα μάτια τους παρέλυσε τα άνομα!
Τα δειλινά ξυπνούν τις αύρες οι απόγειες
Τις άλλες φορτωμένες δρόσο κι αναγάλλια
Κι εκείνες τις παράξενες τις νανουρίστρες
Τις φιλώντας και παίζοντας συντροφιαστές του πόθου..
Στην κρήνη με τα δροσερά νερά όπου
Είναι καλός και απαλός ο αγέρας του καλοκαιριού και πλατιά η αγάπη των πλατάνων
Τι ωραία ρέμβη!
Αντίκρυ
Μες τα λιόχαρα βουνά όπου γυρνά να σαρκωθεί ολόρθος
Μια σάρκα πύρινη
Μύστης του ήλιου και της γης του ο αθλητής
Ο εργάτης
Σηκώνοντας τα μάτια κάθε τόσο προς τον ουρανό του
'υχαριστώντας!
Γ΄
Και κοπάζοντας η τρικυμία
Η θάλασσα η πάλι ήρεμη μες τους αιθέρες
Κι ήταν το δειλινό!
Ο ήλιος ο σκυμμένος στο λοφοσυνάντημα
Κι ανάρια σύννεφα στην δύση του
Ντυμένα ένα νάζι ροδαλό..
Μιλούσε το νησί μου: κήπους όμορφους
Και ευκολοκατάληπτους ως πέρα αμπελώνες
Την ώρα που έλεγε αινίγματα η ψυχή με τον θεό
Θυμοσοφώντας μιαν αγάπη μες τα μάτια του…
1978/1983
Ηράκλειο, Αυλίδα, Ζούμπερι..
2 σχόλια:
...όμορφη πατρίδα! για να υγραίνονται τα μάτια της καρδιάς...
Φιλί βροχερό,
ΝεοΥορκέζικο,
Υιώτα
έτσι είναι πάντα οι πατρίδες
φιλιά
καλημέρα!
Δημοσίευση σχολίου