Είναι το πηχτό φως μες το
απόγευμα, ο ήλιος που σαρώνει τα πάντα, ο ελληνικός ήλιος.
Τις άλλες μέρες είναι η σιωπή
τεντωμένη ως τον ορίζοντα και οι βελόνες
των ηλιαχτίδων
που πλέκουν την φανέλα του
Δεκέμβρη.
Στις συνοικίες τα παιδιά
ακούγονται που παίζουν με μια ώριμη εκδίκηση αθωότητας.
Οι δρόμοι είναι πνιγηροί, οι
πλατείες σφύζουν από πληθυντικό άνθρωπο, κάποιοι ψωνίζουν
Κοιτώντας επίμονα τις
βιτρίνες, κάτι κυρίες
Ανηφορίζουν κατά τα χλιδάτα
μαγαζιά που ζητούν
το χρήμα πιο απόλυτο από ποτέ
του.
Κάπου εκεί εκλιπαρώ τον άνεμο
για μια λέξη από κείνες
που μου χαρίζει γελώντας
Όταν αρρωσταίνουν οι
πολιτείες κι εγώ
Ζω την μοναξιά μου σαν μια
λυτρωτική προσευχή
Που ξορκίζει τα πάντα κι
εσένα..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου