Είναι το φρέσκο ξύλο που στενάζει κάτω απ' την πριονοκορδέλα.
Εγώ που έχω συνηθίσει να ακούω τις φωνές που δεν ακούγονται
νιώθω την μιλιά του: είναι σιγανή σαν ψίθυρος, αινιγματική
σαν αγίου παραίνεση- και σκίζει την ησυχία του μεσημεριού.
Το κρατώ μες τα χέρια μου και σέβομαι ειλικρινά την ύλη του.
Μετασχηματίζω την μορφή του ώσπου να γίνει η μορφή του
μια άλλη μορφή
μια άλλη μορφή
που θα αξίζει την προσοχή
που ζητά κάθε στοιχείο της φύσης.
που ζητά κάθε στοιχείο της φύσης.
Κολλώ τα πριονισμένα κομμάτια. Περιμένω να στερεωθούν οι συνδέσεις.
Κάπως έτσι που δένεται και το αόρατο. Μυρίζω την ζωντανή ψίχα του.
Τα ρούχα μου μυρίζουν ροκανίδι και δυνατόν ψίθυρο σάρκας.
Κι όταν φτάσει το έργο μου να είναι αυτό που θα ήθελα
η ψυχή του ξύλου είναι πάλι εκεί και εγώ που ξέρω της μιλώ
όπως να μίλαγα στον αδερφό μου, στην ερωμένη μου, σ’ ένα πουλί
που ξέφυγε απ’ τα χέρια μου για να ζήσει
μια δική του απέραντη ελευθερία..

1 σχόλιο:
Το πιο δύσκολο ΞΥΛΟ είναι ο δυστροπος Εαυτος μας,
που μεσα στο Ποίημα γλυκαίνει και τελικά παιρνει τη Μορφή που η ΨΥΧΗ μας λαχταρα.....
Σε φιλω....
Δημοσίευση σχολίου