Ζάχαρη στο στόμα του πουλιού, ήχος αβρός, χαρμόσυνος
Και καλλιεπής δραγουμάνος των απόκρυφων μηνυμάτων ο νους
Κωδικοποιεί την συλλαβή των αποκαλύψεων καθώς ο χρόνος
Μαστίζει πάνω στα φυτά περισπωμένες του ήλιου.
Διαχέονται εγωιστικές αχτίδες, η σιωπή ρυθμικά που βελάζει
Ναρκισσεύει το μπόι της έως τον χώρο των νεκρών.
Νταήδες άνεμοι ανασηκώνουν την ποδιά της ιστορίας
Οκτώβριος που νανουρίζει την κάθε λέξη της θάλασσας
Κληροδοτούνται στην χλιδή τα ποιήματα
Η σκέπη τους είναι ο οίκος των αιώνια ταπεινών.
Όταν βραδιάζει ανάβω φως, κάτι πελώριοι ίσκιοι
Τσακισμένοι πα’ στα ντουβάρια τρομοκρατούν την ησυχία μου
Και οι ζωντανοί θυμούνται κείνους που έφυγαν
Πηγαίνοντας για του ουρανού το μέλι και το γάλα.
Τότε η ραψωδία συνεχίζεται· οι ημίθεοι παίρνουν φωτιά
Και ακονίζουν τα σπαθιά τους για γιουρούσι κόκκινο.
Ο κιθαρωδός πολλαπλασιάζει τις νότες του επί τα αισθήματα
Τον παρακολουθώ που βάλλει
Ενάντια στην μοναξιά του άρχοντα
Κι ενάντια στο ταπεινό και καταφρονεμένο.
Συνδαιτυμόνες πίνουν από δυνατά κρασιά, καίει το αίμα τους
Και πάνω στα ωραία ανάκλιντρα οι πορφυροί χιτώνες κάπου
Αναμερίζονται για να φανεί η σάρκα ξαναμμένη.
Τότε φαλλοί δοξαστικοί χύνουν το μέγα σπέρμα τους
Επάνω σε ποθόδοξα κορμιά και η γιορτή που ήθελες ανάβει
Για να στεφανωθεί με τον κισσό ο κρύφιος Διόνυσος.
Κοιτώ κι από απόμερα κάπου θαυμάζω.
Ένα ελληνικό μελτέμι σβήνει την ψυχή των λεξιλογίων που βρήκα
Να μ’ ακολουθούν και σε όλα δίχως αντίρρηση να ενδίδω..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου