23.
Το πρωί λέει τα πράγματα με το πραγματικό όνομά τους.
Τίποτα μετονομασμένο.
Το πουλί-πουλί, το δέντρο-δέντρο·
Και ο άνθρωπος
Διψασμένος της γνώσης.
Ομοιοκατάληχτα λουλούδια
Σπίθες βγάζουν
Φωτός
Που ένα άρωμα πάντα τους περισσεύει.
Στο βάθος κήπος. Και μετά η θάλασσα.
Μα πάντα ο ήλιος.
Θεός που υπερασπίζεται αυτά τα νιάτα
Που σπαταληθήκαν ν’ απολαμβάνουν την ζωή.
Ωραία όλα!
Και η μέρα που άρχισε να χρυσίζει σαν κάποτε
Που οι θεοί ερωμένη την είχαν.
Και τα πουλιά που έφυγαν για τον βαθιά ορίζοντα.
Μες τα φυλλώματα αντήχησε σαν ποίηση ο μπάτης.
Στα ριζά του βουνού σκαρφαλώνουν αμπέλια.
Από παντού να τετερίζουνε τζιτζίκια·
Μονότονες οι συγχορδίες τους να σχίζουν
Το άτονο ετούτο μεσημέρι
Του καλοκαιριού.
Αναπνέω σαν η ζωή να μην μου οφείλει τίποτα
Κι εγώ αγριεμένος της το παίρνω-
Μ’ ένα δικαίωμα πολεμιστή που σέβεται μόνο το δίκαιο της λόγχης
Και της ψυχής τον φόβο του μετά.
13.7.2008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου