Τα λουλούδια έχουν το ύφος μου, τα φυτά αναρριχώνται
ως την παρακείμενη ταράτσα -και οι λέξεις
είναι τόσο αυτούσια σοφές που μ' αυτές κάνω
ένα νόημα οικείο, σαν σπίτι
που το κατοίκησε μια μέρα ο νοτιάς.
Όταν πέφτει το βράδυ κι ανάβουν τα φώτα
Στον δρόμο μεγαλώνουν οι σκιές
Που αδειάζουν μια παρουσία ανύπαρκτη
Ως το πεζοδρόμιο της ναρκωμένης συνοικίας.
Τότε θυμάμαι τον παλιό μου φίλο
Εκείνον που νόμιζε θα κατακτήσει την ζωή
Σαν όπως με ένα φιλί
μια όμορφη κοπέλα.
Τώρα τηλεφωνιόμαστε συχνά μα νιώθω
Την κατάθλιψή του να ξεπροβάλει πίσω από το ζορισμένο
ακουστικό
Και να προσπαθεί για κάτι άλλο να με πείσει.
Κάτι φορές παίρνω το αυτοκίνητό και πάω μια βόλτα
στο κοντινό πουθενά-
Έτσι για να κοιτώ, να μετακινούνται προς το κάτι τα όργανα,
ν' ανάβει το ταμπλό
Και να με κάνει το στροφόμετρο να νιώθω πως για όλα είναι έτοιμος ο κινητήρας.
Μετά γυρίζω σπίτι και διαβάζω τα παλιά βιβλία μου.
Ακολουθώ τις παραινέσεις του έσω κόσμου.
Σχεδόν αυτοκτονώ μ' ένα μελάνι απόλυτα εξουσιαστικό..
19.9.2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου