Υπεισέρχονται ανάσες λαχανιασμένες στην σελίδα μου-
Σαν να κυνηγούν κάποιον, σαν κάποιος να τους ξέφυγε
Και τα λαγωνικά τον αναζητούν μυρίζοντας με μανία
Ολόγυρα, τρέχοντας σπιθαμή την σπιθαμή την γης.
Μπορεί να μην είμαι πια, μπορεί να έχω πεθάνει-
Μπορεί να μιλώ με την φωνή των νεκρών- ή
Να κάνω απλώς ακαταλαβίστικα νεύματα
Όπως η γλώσσα των κωφάλαλων που αγκαλιάζει πάντα την σιωπή.
Οι κώδικές μου έσπασαν, έχω έναν ρημαγμένο οίκο
Σαν σπήλαιο που μέσα του κατοίκησαν οι νυχτερίδες- έχω
Ένα λεξιλόγιο διάπυρης μάζας
Σαν ηφαιστείου η φωτιά που έφερε τον εμετό της γης
στους πρόποδες του φαγωμένου όρους.
Και εξακολουθώ να ασκούμαι σε μια καρτερία που με γύμνασε
σε τούτο που είναι η πραγματική κατάκτησή μου:
Βότσαλο στιλπνό που μέσα του ακούγεται στεντόρεια η άληκτη θάλασσα…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου