Μια ομίχλη της σκέψης
και οι ώρες ποτέ ίδια δεν έρχονται
ζαβλακωμένες γύρω
εκεί στις έντεκα το πρωινό
που η υγρασία είναι
μια νομοθέτης αδέκαστη
που βάφει με απόχρωση
του τσουχτερού
την επιδερμίδα της
παλαίμαχης μέρας.
Καταλαβαίνω ελάχιστα:
αδαής
από την σύγκρουση
μιας συγκυρίας με μιαν άλλη.
Ό,τι είμαι είναι από
πηλό που δεν έχει ξεχάσει
την πρωτόγονη
στεντόρεια φωνή του.
Και
αναχωρητής από άποψη,
τώρα θυμίζω
έναν ούτως ή άλλως
ρημαγμένο ναυαγό
που θλίβεται που
μακριά του πέρα ο κόσμος
είναι ένα βαρύ
πληγιασμένο άσχημα σώμα
που σήψη μυρίζει...
13.2.2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου