Σείεσαι μες τον ύπνο σου κι
αγαλλιάς
σαν ένας κισσός που ψηλώνει
πάνω στον βορινό τοίχο.
Από μέσα σου φεύγουν μικρά
σαμιαμίθια
Που κυνηγούν ένα όνειρο
ουτοπικό.
Φευγαλέα, από τις αποστάσεις
που θρέφεσαι, λόγια
Που παρασέρνει ο άνεμος,
γυρίζουν μες τ’ αυτιά μου,
σχεδόν ασχημάτιστα.
Παρασέρνει τα πάντα η
νοτισμένη αγρύπνια μου.
Και όταν πάει να ξημερώσει κι
οι σκιές
μεγαλώνουν σαν ψίθυροι
του φεγγαριού που βγάζει τον
χιτώνα του και κολυμπά στην θάλασσα
είσαι σ’ ένα μεταίχμιο
πραγματικότητας κι ανυπαρξίας
πασχίζοντας να το πιστέψω ότι
σ’ αγαπώ και είμαι
ζωντανός ακόμα…
ζωντανός ακόμα…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου