Γράφεις και ξορκίζονται της απειλής
οι δράκοντες.
Η Μαριάννα αφήνει συνεσταλμένη
τα σεντόνια
Και νίβει το πρόσωπό της με
το φως του πρωινού.
Η μέρα πλουταίνει.
Το γάλα βάφει μ’ αθωότητα τον
ουρανό.
Η κάθε συλλαβή, αυγαταίνει.
Είναι λινά μπλουζάκια τότε, είναι
φούστες κοντές
Και πόδια που καμαρώνουνε
για την λευκή σάρκα τους
Που ποθούν τα παιδιά.
Το τσόφλι έσπασε και θα φανεί
το καλοκαίρι.
Γιρλάντες γέλιου κλώθονται γύρω
από το μεσημέρι και του κόσμου οι αμφίδρομες
Σχέσεις, κλειδώνουν την κατάθλιψη
μες το ντουλάπι..
Χαρούμενα μάτια, χέρια της αφής
λυρικά.
Συσπειρώνομαι για να ξεφύγω
απ’ τον εαυτό μου..
2 σχόλια:
ΕΚΕΙ είσαι, φίλε μου;
Μόλις έβαλα κι εγώ τις δικές μου σκέψεις...
Η Μαριάννα σου,
σε ...μάλλωσε για την Ζέτα;
ή απλά την... χόρτασες, και σαν ανήρ την ..άλλαξες;!!!
Ίδια σελήνη μας περιγελάει...
Ας είναι. Τα είπαμε...
Χαιρετισμούς και φιλιά,
Υιώτα
αστοριανή,
ΝΥ
Υιώτα
βρε χορταίνεται η Ζέτα;
έτσι κι αλλιώς οι γυναίκες όλες ζηλεύουν- δεν δίνω σημασία πια..
θα ρθω το απόγευμα στα λημέρια σου..
η σελήνη είναι κάτοπτρο μαγευτικό..
φιλιά και χαιρετίσματα..
Δημοσίευση σχολίου