Αντιλαλούνε ηλιαχτίδες πάνω στα
βράχια, όπως
Εκείνες οι παλιές διπλοπενιές
που πόνο βγάζουν
Και σπαραγμό.
Κέφια του ήλιου, Ιανουαρίου
μεσούντος, άκαιρα μένουν τα ιστία των καραβιών, πλέει κουτουρού καΐκι ο
χειμώνας!
Της λύπης μου σκαντζοχοιράκι,
έλα τώρα
Άσε με να αρμενίσω ξένοιαστος
στο Πουθενά, να εγκολπωθώ τύχη και έρωτα.
Φιλότης στον ουρανοσκέπαστο
κόσμο και ας περισσέψαν πολέμοι και απονιά.
Διαβάζω λέξεις καθαρές, χροιά
αγάπης έχει το φως, πλημμυρίζουν άνεμο τα περιβόλια, θα μείνω με την περιέργειά
μου να ακολουθώ
Ερωτευμένους που τον κόσμο
απαρχής με μαθαίνουνε!
Απαγγέλω νικητήρια λόγια και ο
νεφεληγερέτης ο άξεστος
Ξανά θεός και ξανά ερωτύλος
και πάλι.
Βοά από ζωή το λησμονηθέν
δωδεκάθεο·
Είμαι ένα μέλος από την σκιά
του.
Όπως με ακούς, έτσι με
διαβάζουν οι σιωπές που ιδρύω·
Έτσι πεθαίνω ασθμαίνοντας κι
εγώ.
Η ιστορία θα σβήσει επάνω μου
το τελειωμένο τσιγάρο της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου