Να η δική μου καθηλωτική Μαρτυρία!
Σέβομαι την απώλεια
συμμερίζομαι τον πόνο.
Ο άνθρωπος φθαρτός και δεν αντέχει πάντα,
ρημάζεται η καρδούλα του,
είναι που και η ύλη του πολλά δεν τα μπορεί.
Γδαρμένο είναι το φεγγάρι, το κοιτώ
που αλλάζει χρώματα κουβαλώντας
το ασημί φορτίο του μέσα στην νύχτα.
Δίπλα στον άνθρωπο, δίπλα στον κουρασμένο εαυτό του.
Ξεκλειδώνω τις πύλες, το φθινόπωρο παίζει μαζί μου,
στα ορυχεία της καρδιάς έκπαγλα αισθήματα αξίζουν όλο το χρυσάφι
που θα βρεις.
Σε τριγυρίζει ο έρωτας, μικρός που εμεγαλύνθης είσαι.
Και,
Ποιητή
σε κάνει όχι η ανάγκη, Ποιητή
σε κάνει το να μην αντέχεις άλλο μέσα σου την Έκρηξη-
Να η δική μου καθηλωτική Μαρτυρία!
*
«Να σέβεστε την ζωή», μου είπε.
Ήταν γιορτινή σε όλα της. Μετά το κατάλαβα.
Ήταν αβρή και μελένια. Την άκουσα,
Μέσα της όλα χαμογελούσαν.
«Δίδαξέ με, άνθρωπε», είπα. «Δίδαξε με».
Όσο κι αν απογοητεύομαι,
πάντα θα γυρίζω στην πίστη ότι θα τα καταφέρεις.
Κι έτσι θα μείνω αισιόδοξα αισιόδοξος..
*
Σ’ αυτό που ξημερώνει αναλογεί ένα παράξενο θαύμα!
Και τον νιώθεις παντού τον παράδεισο.
Σου ήρθαν τα μηνύματα και το φως
Θεσπίζει τις νέες αξίες σου!
Λιγόπνοο αεράκι βάφει την γη πορφυρά.
Και η καρδιά μου χαίρεται που υπάρχει και που σου μίλησε
απ’ τα κατάβαθά της ακόμα!
*
Ωραία με αγνοείς. Ωραία
παίζεις μαζί μου δασκαλεύοντας και τα άστρα
να μην μου δίνουν σημασία.
Εμένα με πιστεύουν τα ρόδα και οι χαριτωμένες
μεταφυσικές μυρσίνες.
Ο καιρός περνά επάνω μου φθείροντας τα κόκαλά μου και
την εγωιστική μου κάθετη πρόθεση.
Είμαι αυτό που είμαι και μια μέρα θα σε φάω-
Σαν τραγανή αγάπη που θα μου παραδοθεί γιατί
δεν μπόρεσε και κάτι άλλο να κάνει.
*
Την ώρα που ο καλογιάννος κελαηδά το πρωινό γκρεμίζεται και θάλπει
Μέλισσες και μικρά εντομάκια που ταράσσουν την γαλήνη.
Όλα είναι μια ευφράδεια των νερών.
Μήπως προσεύχομαι και δεν το καταλαβαίνω
Που ο θεός στηρίζει την νωχελική σκέψη μου;
Ήρθε η Κυριακή.
Καλοδεχούμενες οι επιθυμίες που αγγίζουν την φαρδιά όρεξη της πεδιάδας.
Το τοπίο είναι αβρό και βελούδινο:
Όπως εσύ που ήρθες και θα μείνεις μες τον πόθο μου να εξουσιάζεις.
*
Κάθε συνάντηση μαζί σου είναι γλυκιά, σκορπίζονται
Ροδοπέταλα μέσα στις ώρες, και ένα ρίγος
Διατρέχει την επιδερμίδα, να φανεί
Ο πόθος ο μέγας ο άπληστος.
Αυτό είναι ερωτικό βασανάκι από κείνα που δεν λέγονται· ανάβουν
Τα λαμπιόνια των ορέξεων και κρατώ
Τον νου μου να μην ξεσαλώσει.
Πώς εγγράφεσαι μέσα στα δευτερόλεπτα και πώς
Κανοναρχείς στον σύμπαντα κόσμο; Εθελούσια
παραδίνομαι και σου ανήκω
Ελαφίνα αβρή που δράμεις μέσα στα λιβάδια των οράσεων!
*
Αυτόν τον ήλιο τον κρατήσαμε στην καρδιά μας
σαν μυστική συνάντηση με το φως.
Τίποτα δεν ξεχάσαμε-όλα
βολεύτηκαν μέσα μας και αφήσανε βαθύ αποτύπωμα.
Εκεί ήταν ο πλανήτης, στοιχείο μυθικό που το αποκρυπτογραφήσαμε
κάτι βραδιές που μας πείσμωσε το ατσάλινο φεγγάρι.
Ήμασταν εμείς που μέσα μας ήτανε άλλοι, όλοι
οι άλλοι, μια μακριά γραμμή εντολοδόχων μιας ανάγνωσης που οδηγεί στην μοίρα που εξαφανίζει την μοίρα·
ένα λεξιλόγιο και μια γραμματική που όπου φτάνει είναι Αποκάλυψη!
*
Ξημερώνει το άνθος σου.
Ξημερώνει ο Λόγος σου που θα τον μεταφράσουν τα πουλιά σε ειρήνη.
Ξημερώνει στα μάτια του κόσμου.
Και ξυπνάς.
Βλέποντας τα πάντα γύρω σου με έκπληξη.
Βλέποντας μες τα μάτια σου κι εγώ.
*
Την μαγεία των Στιγμών ξεκλειδώνουν τα χέρια σου και την αποθέτουν πάνω στον καμβά της μέρας.
Φωνήεντα και άστρα ανατάσσουν το σύμπαν προς την μουσική.
Σ’ ακολουθώ όπου και να ‘σαι.
Είσαι στην μοίρα πριν γίνει μοίρα και στον θάνατο πριν ξεγραφτεί.
*
Ζητάω τα χρώματα πριν τα χρώματα φανούν με την γενναιότητα που τα εγκατέλειψε.
Ζητάω το θάρρος τους!
Θα με καταλάβουν οι επαναστάτες των κήπων: αυτοί που ξέρουν να ξεφυλλίζουν ένα ρόδο και να το δουν από την άλλη πλευρά του.
Εγκαταλείπω την μελαγχολία του καθιερωμένου
Και θάλπω την αυστηρή διάθεση της Υπερβολής!
Όπως και είναι στοιχείο μου!
*
Για να σε βρουν οι ίπποι της φωτιάς
ισορροπείς πάνω στα σώματα τα αιχμηρά· και είσαι
ντελικάτη χίμαιρα που αναστατώνει τις αισθήσεις μου, ω κορυφαία
όλων των χορών που θα οργανωθούνε!
*
Από μέσα σου αναγγέλλονται θαύματα και η πρωία είναι ζωή που λάμπει. Κάθετα μες την αιωνιότητα, ο παλμός είναι μουσική που βρίσκει νόημα στο φως που σε λούζει. Έρχεσαι απ’ την χαρά και σκηνοθετείς ιλαρά τα μυστικά περάσματά σου. Και ο κόσμος, εκστασιασμένος, σε αγαπά και σε παρακολουθεί..
*
Δισταγμός να φωνάξω, κάτι
δυνατά με εμπόδιζε,
με κατάπιε το τοπίο, με αποδόμησε.
Έγινα η περίληψή μου, μια σύνθλιψη, μια
απόφαση τελειωμένη.
Και έτσι λειτούργησα: ανοιγοκλείνοντας
τα βλέφαρα
να εγκλωβίσω αυτό που ήταν όμορφο και μου ξεφεύγει, αυτό
που η ζωή στο δίνει φειδωλά.
Για να ακούσω μόνο και να δω.
Εγώ ο λίγος ο ένας..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου