Τα μάτια σου λυγίζουν σαν περισπωμένη που την κρατά ο αιώνας,
Τα μάτια σου καθαίρουν την ψυχή των ανόμων,
Φυσούν την ευφράδεια των πνευμάτων- τα μάτια σου
Κυνηγούν τον άνεμο έως εκείνος να φυλακιστεί
στα πυκνωμένα κλωνάρια των δέντρων.
Τα μάτια σου καθαίρουν την ψυχή των ανόμων,
Φυσούν την ευφράδεια των πνευμάτων- τα μάτια σου
Κυνηγούν τον άνεμο έως εκείνος να φυλακιστεί
στα πυκνωμένα κλωνάρια των δέντρων.
Μια η μορφή σου και μια η σκιά
Που κοσκινίζει την ευθεία ως να γίνει τεθλασμένη
Μια της μελαγχολίας οι ομιλίες, κοντά
Στον ταρσανά των φτωχών- του ποιήματος κι η άλλη σημασία
Όπως την δείχνουνε αυτοί που δεν μιλούν ανθρώπινα και με θεούς των άστρων τους παρομοιάζουν…
Που κοσκινίζει την ευθεία ως να γίνει τεθλασμένη
Μια της μελαγχολίας οι ομιλίες, κοντά
Στον ταρσανά των φτωχών- του ποιήματος κι η άλλη σημασία
Όπως την δείχνουνε αυτοί που δεν μιλούν ανθρώπινα και με θεούς των άστρων τους παρομοιάζουν…
Νυσταγμένο φεγγάρι, καταμεσίς του μικρού λιμανιού
Σκίρτησε πάνω στα νερά και ασημώθη'
Το διάβασες, το άκουσες, το είπες,
Στα ρηχά των νερών όλα κοιμήθηκαν κι είναι η απαγγελία σου ωραία!
Σκίρτησε πάνω στα νερά και ασημώθη'
Το διάβασες, το άκουσες, το είπες,
Στα ρηχά των νερών όλα κοιμήθηκαν κι είναι η απαγγελία σου ωραία!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου