Σκαρώνω
μια αράδα και χαράσσω ένα έμβλημα
ανέμου
πάνω στην καρδιά που βγαίνει απ’ την νύχτα
όπως απ’
την φωλιά του ένα ζώο που πεινά. Η αττική
ακόμη δεν
ξημέρωσε. Μια κουκουβάγια
ακίνητη κι
ούτε κλονίζεται από καμία δοξασία.
Γυαλίζουνε
τα μάτια της – επάνω στην ταράτσα του σχολείου, πέντε
η ώρα το
πρωί και θα χαράξει σε λιγάκι ο ουρανός. Ό,τι βάφω
πορφυρό
γυρίζει κατόπιν σε μαύρο και ναρκοθετεί τα αισθήματα
που με
ακολουθούν δίχως να ξέρουν ότι μες τον χρόνο θα πεθάνουν..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου