Τόσα χρόνια πίκρας κι ανάθεμα
μόνο μου έμεινε η σκουριά
μέσα στα χέρια
και μια γεύση πόνου.
Μοιράστηκαν οι κλήροι και μου έλαχε ο σκληρότερος
Τόσα είδα φεγγάρια να μου απιστούνε και μετά
να τα κυριεύει όλα η νύχτα
Στα τηλέφωνα δεν απαντούσα εγώ
Ήμουν απών απ’ της πραγματικότητας την βροχή
Άνυδρος- σχεδόν ψυχή και διόλου σάρκα- μην νομίζεις
Ανυπόδητος τρέχεις καλύτερα
Αν είναι για του ονείρου τα στάδια
Κι όπως δεν θέλησα εμπόδια ύλης
κρατήθηκα από το καγκελάκι αμυδρής ελπίδας κι έφυγα
προς τον διονυσιακό αέρα..
2 σχόλια:
ΕΞΟΧΟ!
Σ' ευχαριστώ Βάιε!
Δημοσίευση σχολίου