Επειδή καμιά φορά αυτό που λέμε πατρίδα
είναι από μιας χώρας συνειρμών το άθροισμα.
Πιο καθαρά διαβάζεται ανάμεσα στα δάση που δεν έχουν
νομοτέλεια και τρόπους του συνταχτικού. Εννοούνται
όπως ο άνεμος τα διαπνέει:
αγέρωχα.
Θέλω να πω μεγαλώνει κανείς αντιμετωπίζοντας
την συνείδησή του σαν ένα που θα του συμβεί γεγονός.
Συσκέπτεται με τον εαυτό του έως να μάθει
μοναξιά τι σημαίνει,
τι θλίψη, καημός του έρωτα
και αφήνει σαν ένα ντύμα που γλιστράει από πάνω του
τις ιδέες του όταν γερνάνε.
Τον ποτίζουν δυνατά δηλητήρια
οι λέξεις. Οι πρόγονοι μέσα του ποτέ δεν σωπαίνουν.
Είναι ό ίδιος η ιστορία μιας φυλής-
κι όμως ο κόσμος συναρπάζεται από ‘να οικουμενικό τραγούδι.
Ένιωσα όλες τις φωτιές που επιβάλουνε τα πάθη.
Σχεδόν αμάρτησα.
Ο μύθος μου έμεινε ο μύθος
ο πρώτος που έπλασε του προπάππου μου ο νους για να στείλει
την ποιητική του αρχέγονη σκέψη
έως τις μέρες μου
κι έως σ'εμένα
να ‘ρθει να με βρει..
24.10.2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου