Τα λιθάρια που μάζεψαν ήλιο
τώρα σπιθίζουνε μέσα στην ερημιά-
σαν που αποκάτω ερπετά
κρύβουν την δύναμή τους
με τον βαρύ γδούπο της βέβαιης πέτρας κυλούν προς ένα
που παρέδωσε ψυχή
λιόγερμα.
Και τα κατσίκια που σταλίσανε ευτυχισμένα…
Όλο το απόγεμα ακούγονταν τα κουδουνάκια τους·
μες το αυτί του πεύκου και τον νου ενός λιγάκι αδιάφορου θεού!
Φλογέρα ενός αγγέλου!
Έπεσε εδώ απ’ τα ουράνια που ο άνεμος
έκανε τις ανδραγαθίες του
και φάνηκαν τ’ απόκρυφα
ετούτα μοναστήρια που όλα τα σήμαντρα βαράνε!
Τώρα παρουσία του ήλιου που δύει η ψυχή σκορπισμένη ολόγυρα.
Σαν που θα κορυφώνεται το καλοκαίρι.
Ένας τσοπάνος των νεφών που μακριά βοσκάνε.
Σκυτάλη της μέρας που θα πάρει η νύχτα.
Στα βαθιά τ’ ουρανού πάνε και πάνε
Αντανακλάσεις ψυχής που γέμει το άμετρο διάστημα.
Στην ώρα του βραδιού ο ποιητής μ’ ένα ακόνι ευαισθησίας φτιάχνει
Αιθέρα άϋλων μέσα του μαχαιριών!
29.6.2008
1 σχόλιο:
Πέντε αχτίδες
-μετά το ταξίδι στη...Λαμία-
φώτισαν την απόσταση,
Στρατή μου!
...για να συμπληρώσεις
μια στροφή στο καλοκαίρι του 2008,
με το ίδιο θαυμαστή έμπνευση!
Τα ...υπόλοιπα;
τα ξέρεις πάνω-κάτω... και πόσα να γράφω... υπομονή!
Πάντα με την αγάπη μου,
Υιώτα
αστοριανή
από μια ...κρυοπαγημένη -ημίλευκη, τώρα,- Νέα Υόρκη
Δημοσίευση σχολίου