Κάτω απ’ το στεγνό απόγευμα, μια
μυρωδιά
από ευκάλυπτο τραντάζει την όσφρηση
περιπαιχτικά.
Στα προάστια, το καλοκαίρι βαθαίνει τα
προάστια.
Ένα δέρμα ηλιοκαμένο και ένα λεωφορείο
που απομακρύνεται
Μέσα σε μία τοσηδά κουβεντούλα χαμένου
παραδείσου.
Στους κάδους των απορριμμάτων
τριγυρίζουνε γατιά που λιγουρεύονται χορταστική ευτυχία.
Πας να προϋπαντήσεις τις μουσικές και
αναμφίβολα είσαι κι εσύ ένας ήλιος από χρυσοφόρα χαρά.
Από το χτες στο αύριο ένα ποίημα που
ντύνεται ήλιο οδηγεί τους σπίνους μες τα δάση και ποιος
Μπορεί να μιλήσει την ευφροσύνη τους;
Ανασκάβω στα συντρίμμια και βρίσκω έναν
ρημαγμένο οβολό
Που χρωστούσα κι εγώ σε άλλες εποχές
στο φεγγάρι..
20.7.2013
2 σχόλια:
Αυτόν τον ρημαγμένο οβολό
ψάχνω κι εγώ Στρατή
όχι για να ξεπληρώσω
αλλά να αγοράσω μια σπιθαμή γη
να ξεκουράσω το τρικύμισμα της ψυχής
φιλί
Κι όμως αυτό τι τρικύμισμα δεν παύει ποτέ Ελένη..
Γι αυτό επιμένουν να γράφουν οι ποιητές: γιατί στο νόμισμα αυτό υπάρχει μια μεγάλη αγωνίας τρύπα..
Φιλιά πολλά!
Δημοσίευση σχολίου