είναι δρυοκολάπτης του Αιφνίδιου και τρυπά
τον κορμό της μέρας
να ιδρύσει φωλιά
και βασίλειο.
Με σαφήνεια λευκός ο κόσμος
του μεσημεριού και πλαταίνει ώσπου
να γίνει μαρτύριο
αυτή η λιακάδα
η καθηλωτική.
Ανακαλύπτω έναν έναν τους προορισμούς, η μέρα είναι ταξίδι και κολυμπώ
σε μια θάλασσα ανάσα
μια απλωσιά όπου δεν χώρεσε η απαισιοδοξία, μόνο η τόλμη μου γελά
και με ορθώνει.
Απιθώνω δίπλα μου σύνεργα της γραφής, ξεκουράζομαι
κάτω από τον ίσκιο του δέντρου, μεγιστάνας
της ερημιάς, ανήκοντας
σε κείνα που περάσανε
και θα σιγούν για πάντα…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου