...

...

ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΙ ΜΟΥ..

30 Μαρτίου 2013

Εγώ…






Τετράδιο της σιωπής και της ομιλίας…
Σ’ ένα δωμάτιο ξενοδοχείου εκεί
Που οι λέξεις δεν μ’ αφήνουν καθεύδω
Κι αναζητώ του νοήματος και μιας κοσμογονίας το τρόπαιο.
Μ’ έναν φακό η ώρα τρεις και κάτι
Φαντασία μου πού με πάς; Κι η νύχτα
Με μια βαριά σκιά η νύχτα
Είναι ένα άρμα που κυριαρχεί στον ουρανό.
Δακρύζω· είναι η ησυχία απόχη
Που πιάνω με αυτήν λεκτικά ασημωμένα λαυράκια.
Έγραψα την αλήθεια μου επάνω
Στο κέλυφος της αστραπής κι εκείνο
Έσκασε και η λάμψη
Εχάθη
Παρασέρνοντας την βροντή της ψυχής έως
Τα λιβάδια του πυρρού γαλαξία.
Λεξιλόγια που σεβάστηκαν τον άνεμο
Λεξιλόγια πληθωρικά. Ζητούσα πάντα τις απλότητες
Την φαντασμαγορία των λουλουδιών κι εκείνο
Που διαφεύγει πάντα όσο κι αν θέλεις την αλήθεια.
Με δίδαξε ελευθερίες ο Σικελιανός και ελληνικότητα
Πίκρα ο Σεφέρης
Γυμνή ως το κόκαλο
Και λυρικές εντάσεις ο Ελύτης. Έχω
Δεχτεί του Καζαντζάκη τις ανηφοριές
Το φως της μέρα είδα
Μελετώντας τον οίστρο των λαϊκών ανθρώπων όταν γίνονται
Εντολοδόχοι του θεού.
Και τώρα εγώ ο ζυμωμένος με εικόνων μάγια και βιβλίων τα όνειρα έρχομαι
Εξαγνισμένος μέσα στην βαριά σιωπή και μ’ ένα
Μολύβι αδρό που βοηθάει να απλώσω γύρω μου
Τους καθαρμούς, την ψυχή να αγγίξω
Του όρθρου, το λίγο φως
Που φέρνει το χάραμα και μένω
Εκστατικός μπροστά σ’ αυτό το εικόνισμα από ροδαλό
Καθαρό φως που η μέρα μου φέρνει
Ως τα κλειστά από ευχαρίστηση και γλύκα βλέφαρά μου..

                                                    Πάρος  27.3.2013  


Αγκύλη σκοτεινή της νύχτας, στίχους ωραίους μου έδωσες-




Είναι το φως που έχω και μ’ ακολουθεί σαν ένα ρήμα εγκάθετο.
Ταξίδεψα μες την ανάγκη
της επιβίωσης- μου διανοίχτηκαν δρόμοι
σκληροί.
Αλλά τα μάτια μου χόρτασαν εικόνες
και ο χρόνος επάνω μου αποσάρθρωσε το ρολόι του.
Αγκύλη σκοτεινή της νύχτας, στίχους ωραίους μου έδωσες-
κι οι θάλασσες έπλασαν το είδωλο των λέξεων το τρανό.
Προσέγγισα τρόπων της αναζήτησης το φαρμάκι και πικραθήκαν
τα σπλάχνα μου.
Δαιμονικέ αέρα, λύσε τα μάγια σου
κι άσε με να σε καταλάβω που ένα κοπίδι γίνεσαι
που τέμνει την δική μου σιωπή.

                                                          Πάρος 26.3.2013 


Μ’ αυτή την κλαρωτή φούστα





Μ’ αυτή την κλαρωτή φούστα που σεληνιάζεται
ο Αύγουστος, λυσίκομη περπατά
με τα δεμένα εσπαντρίγ της
αέρινη μ’ ένα μπλουζάκι ρόδο καθαρό-
η ωραία την μέρας!

Κοιμήθηκε κάτω από την αγκαλιά των άστρων
γυμνή που έφτασε με τα τραγούδια της ως το φεγγάρι
ξημέρωσε μέσα στις ευωδιές.

Καψαλισμένη απ’ του έρωτα την φλόγα
ανέβηκε χαρούμενη τα σκαλοπάτια του έρωτα
κόρη γλαυκή.

Και όταν την λιμπίστηκαν οι μενεξέδες
φιλήθηκε κλεφτά με τον αγύρτη άνεμο
έγινε άστρο που δεν έδυσε ποτέ του…

26 Μαρτίου 2013

Ψυχούλα τοσοδούλικη





Ψυχούλα τοσοδούλικη
Τριανταφυλλένιο μου χάος
Στον κήπο μέσα περπατάς
Κι η ανατολή με σκέπει.

Νοτιάδες με χαϊδεύουνε
Κι εκείνος ο εξίσου
Θεριακλής άοκνος Ζέφυρος.

Σε σκέφτομαι κι απουσιάζω
Απ’ όλες τις πραγματικότητες.

Γίνεται η ζωή σαν σήριαλ στην TV´
Παντού αν το καλοσκεφτώ, πονάω-
Έχει ο έρωτας ανεξόφλητο χρέος.

Κι όσο σε πλησιάζω,
τόσο καίγομαι..

                                      Οία  22.3.2013

Να κλαις γιατί οι μέρες τελειώνουν




Να κλαις γιατί οι μέρες τελειώνουν
Να κλαις γιατί γερνάμε
Να ακούς την σιγανή φωνή που τα άστρα πέμπουν
Μέσα στην νύχτα
Για σένα
Που αγαπάς τα μυστικά του σύμπαντος
Και ζεις με γενναία καρδιά.
Να κρίνεσαι για όλα σου να μην κρίνεις
Να χαρίζεσαι γενναιόδωρα
Στο φως, να σπαταλιέσαι
Ανάμεσα ξύπνο και ύπνο
Τιθασεύοντας
Ένα δυσεύρετο λόγο
Πλημμυρισμένο φωνήεντα
Του Θεού
Να είσαι ευλαβικό παιδί που φίλησε
Το εικόνισμα της Παναγιάς
του όρθρου
Και λύθηκε 
με αγιοσύνη η μιλιά του..


                                         Οία 22.3.2013

25 Μαρτίου 2013

Οία 3






Κόκκινη πέτρα της λάβας και μαύρη πέτρα της λάβας
λίθινο κουφάρι
απλωμένο παντού,
σαν εμετός
από τα σπλάχνα της γης-

Αυτό που λέω το παρασέρνει ο άνεμος
ως την σκοτεινή καλντέρα
και το ανασυνθέτει ο ήλιος
ανυπόταχτος με την γραμματική του
που ξεκινά να σπάζει όπως καρυδότσουφλα
τα ένρινα.

Οία στον βρόντο του Βοριά
Οία ξεπνοïσμένη
κι όταν την νύχτα ανάβουν τα φώτα σου
μυστηριακή, της κατάνυξης Οία..

Στο φεγγάρι σχίζουν τα κρόσσια τους τα άστρα
φυσάει παγερός αέρας
ζορίζονται οι πελαγίσιες
ανάσες-  πνίγουν το στήθος- στενά
η Άνοιξη, για να επικρατήσει, μαλώνει..

Κι η Σαντορίνη ηφαίστειο τέκνο
κανοναρχεί την αρχαία της θύμηση
πιο μικρή από καταποντισμένο πουλί
που στένεψαν
δαγκωμένα από λάβα
τα τσαλακωμένα φτερά του…

                                                22.3.2013


Οία 2..







Ψηλά μες τον αέρα
ο ουρανός ακυρώνει όλο το έντυπο υλικό μου·
Λικνίζονται δέντρα, φυσά δυνατά
και περισσότερο γίνεται η επιθυμία ελευθερία.
Συγχορδίες αόρατες μουσική συνθέτουν που φτάνει ως το πέρα γαλάζιο.
Ερείπιο η μνήμη, η ύλη ερείπιο.
Παφλάζουν κύματα και φτάνουνε ως το γλυκό πρωί.
Η γεωλογία θα ξέρει για όλα να μου πει και όταν την ρωτώ
μου απαντά με επιστρώσεις
πιο σκούρες πιο ανοιχτόχρωμες πιο μπλάβες
όπως ο ηφαιστειακός της πόνος αρχικά
είναι μια αμίλητη μετά
κοσμογονική στέρφα πέτρα.

                                               Οία, Σαντορίνη  22.3.2013 





Οία 1..







Πέταλο λίθου καμένο, ανάσα του σπλάχνου της γης-
ξημέρωσε λάβα η όψη σου
πάνω στα βράχια,
στρώσεις στρώσεις
κι εσύ
αποκάτω
σκιρτάς με καρδιά
κοσμογονικής πυρακτώσεως νησίδα
καταποντισμένη, ζωσμένη
της θάλασσας το σφιχτό σκούρο ζωνάρι.
Οία γυμνή να παραδέρνει στους ανέμους
χώρα για να καταλαβαίνω την γεωγραφία μου
απ’ αρχής
σκληρή ομιλούσα πρωτόγονα χώρα.
Οικισμοί σαν λευκοί οδόντες
παράθυρα στην βορινή μανία- τοπίο
αυστηρό
σαν η αλήθεια σου·
μάνητα ηφαιστειακή
του πλανήτη.
Είδα την ανατολή να σκίζει τον ορίζοντα
σαν ένα τραπεζομάντιλο που το ραμφίζουν
χιλιάδες σπουργίτια
φωλιάζοντας μες τις πτυχές του ανέμου.
Κι η Σαντορίνη
απιθωμένη μες την χούφτα του πελάγου
ξεκολλημένη από τον ορεινό κορμό
της γης και της έξαψης.
Τρέμει σαν ένα αποδημητικό πουλί
που δοκιμάζει, να το σώσουν, τα φτερά του…

                                   Οία  21.3.2013



ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ..







Α.


Μέσα στην ερωτική νύχτα το φεγγάρι ακολουθεί πορείες της επιθυμίας.
Εσύ ζεις και έρχεσαι από τις σιωπές των άστρων-
πιο καθαρογραμμένη κι από οπτασία.
Σε σκλαβώνουν τα χέρια μου που σε κρατώ
περισσότερο πια μέσα στον νου μου, άυλη, εξωπραγματική,
στεφανωμένη
με το φεγγαρίσιο φως που επάνω
στο άσπρο σου κορμί ζει και περισσεύει.


Νεράιδα των αρχαίων δασών, επισκέπτρια
της λίμνης των κύκνων:
Σε βρήκα ψάχνοντας μέσα στο τίποτα που συλλαβίζουμε..
Δεν θα σ’ αφήσω να μου φύγεις
ούτε πουθενά να μου πας που δεν το ορίζω.


Μόνο σε χώρα ονείρου ξέρω ότι κατοικείς-
ένας αέρας πια αναστατώνει τα μαλλιά σου-
όπως βαθιά υποταγμένη στο γινάτι μου ανοίγεις
το ποίημα του έρωτα να απαγγείλεις.


Θα σε κρατήσω απόλυτη σαν αίνιγμα
μισή μέσα σ’ αυτήν μου την ζωή, μισή απ’ έξω
να περιφέρεσαι στο αόρατο σπιτάκι των πουλιών
σαν ρίμα που δικαίωσε ο χρόνος.


Και θα γίνω
σφιχτή αγκαλιά που δεν ανοίγει,
τρόπος
να μην μου φύγεις ποτέ-
για να σε ανεβάσω στα ψηλά των σύννεφων
εκεί που κατοικούν οι άγγελοι της μοίρας.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ..




Β.


Να σε έχω με τον τρόπο που έχουν οι θύελλες
να εξουσιάζουν.
Να μου φεύγεις σχεδόν όταν να σε αγγίξω
κατορθώνω.
Να αλλιώς μου μιλάς.


Στα μάτια σου αδιάβαστο ακόμη το φως, αδιάβαστος
ο πόθος, η κάψα
που θα συντρίψει την περαστική μου ώρα
που θα ανοίξει άλλον διάλογο με τα πουλιά, που θα κρεμάσει
σκουλαρίκι το τραγούδι των πουλιών επάνω στα αυτιά των δέντρων.


Δεν σε ήξερα, δεν
σε φανταζόμουνα-
έτσι όπως μου αποκαλύφτηκες: θεά
άλλων αιώνων.


Και τώρα
στρέφω το βέλος ο ίδιος στην καρδιά μου -
ξέροντας ότι θα πληγωθώ, ότι θ’ αγγίξω
όλο το σώμα του πόνου, την ανάσα που κόβεται, θα νιώσω
τον παλμό της ερωτικής αποκάλυψης.


Σε κάνουνε μοίρα μου οι νύχτες.
Σε κάνουνε μοίρα μου οι μέρες.
Σε μοιράζομαι με εκείνο που δεν φτάνω
ούτε με τον νου, ούτε με την φαντασία. Σε φιλώ
όπως ο αέρας την γη φιλά που του είναι
φιλόστοργη μάνα.



ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ..

ΚΔ΄.

Τα επίθετα σφυρίζουν πίσω από τις αντωνυμίες:

εγώ που σ’ αγαπάω – εσύ
που είσαι μια νεράιδα που την έχει η βροχή καμάρι.

Η γραμματική μου ακυρώνει τον χρόνο..
Δεν σε φοβάμαι
όπως αγκυλώνεις το σώμα μου, καυτά να τρέξουν δάκρυα,
σαν το ρετσίνι σ’ έναν δέντρου κορμό.

Και με τα τόσα πνεύματα που καταργήθηκαν για να επιβιώσουν
μέσα σε ένα άλλο παρελθόν
φτιάχνω μία τριήρη, ένα κοίλο καταφύγιο
να πλεύσω αλλού.

Τα επίθετα σφυρίζουν πίσω από τις αντωνυμίες:

Εγώ, ο απλός θεατής του όμορφου κόσμου
κρατώντας μες τα χέρια μου ένα φως που σταλάζει
και πάνω στην σελίδα μου με μουσική
αόρατη γράφεται…

ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ..



Δ.

Σαν μια νεροσταγόνα που θα πέσει και δεν θ ακουστεί
παρά στην χώρα των ερωτευμένων…


Μα εγώ σε φίλησα…


Και καρφώθηκε ρόδο το βέλος μες την γύρω ερημιά-
τσιρίξανε
όλα τα φωνήεντα-
ξύπνησαν ξαφνικά πουλιά- κι εγώ σε είχα
μέσα στα χέρια μου, εκεί- νεράιδα αποκάλυψης!


Μου απαγγέλεις το φως μ’ ένα “αχ” που το έχει ο έρωτας·


χτυπούν χαρμόσυνες νότες στις φλέβες·


γέρνεις μέσα στην νύχτα μου αλλά δεν φεύγεις·


κρύβεσαι πίσω από δέντρα, καλύπτεσαι
με σκοτάδι κι ερημιά, με νερά ένδοξα που κυλάνε·


τρέμεις
μέσα στο λίγο φως και γίνεσαι
νεράιδα καθαρογραμμένη
που μιλάει με φεγγαρίσιο, άσπιλο
καθάριο
αινιγματικό φως!


Άφησε πάνω μου το αποτύπωμα σου, τον βαθύ
τύπο των ήλων,
το σημάδι
πως κι εγώ σου ανήκω –
κι έλα
να γράψουμε τραγούδια του έρωτα
με μουσικές του κορμιού!


Λίγα λόγια μέσα στον καθόλου άνεμο-
κι απ’ την άλλη εσύ..


Είσαι εδώ σπαθίζοντας μέσα στην ανεξάντλητη ημέρα
γυμνή
μ’ ένα μυστήριο χεριών που αναρριχώνται πάνω
σ’ ένα κορμί που σπαρταρά από πόθο..

24 Μαρτίου 2013

Λέοντας που σκοπεί σε αγαθές αποκτήσεις.




Επιστρέφω από την χώρα των πόθων.
Κουβαλώντας μπαγκάζια ανθρωπιάς
Η εστία μου προειδοποιεί για θραύσματα
Ενός μετεωρίτη ποιητικού.
Παράξενος μπορεί να υπήρξα.
Λίθινος σχηματίστηκα και έζησα σχεδόν βελουδένιος.
Σαν το μαχαίρι κόβω- ο ιδρώτας μου
Είναι ανταγωνιστικός
Λέοντας που σκοπεί σε αγαθές αποκτήσεις.
Όσο γερνώ τόσο μαλαματώνομαι
Σκέψη και αισθήματα και σύνεση κι υπομονή..

                                                Σαντορίνη 21.3.2013 



Τελεύουν οι λέξεις


Ο χρόνος δημιουργεί ένα αντίγραφο πραγματικότητας
σχισμένο στα δύο, μέσα σ’ ένα ρολόι
που καταπιάνεται με την αιωνιότητα·
Η ζωή μοιάζει
σε όλα της χάος.
Ανάμεσα στην χρυσαλίδα και την πεταλούδα χωρά
ένα δυναμικό φτερούγισμα πολύχρωμης ασπούδας-
Τελεύουν οι λέξεις
κι υπό την αιγίδα της Ποίησης
όλα τελεύουν·
μαραίνονται ή επανεξετάζονται ·
Ο Θεός πιστώνει την θρησκεία του
στο αγράμματο δαμασμένο πλήθος.
Φερέγγυος ο αέρας σκουντά τα πανιά και κινείται
κατά την φαντασία το πλοίο.
Η ιστορία είναι μια μαμή που ξεγεννά
γκρινιάρικα του αιώνα μωρά..

                                                    Σαντορίνη 21.3.2013 



Ας ζήσω μες τον ενικό μου






Ας ζήσω μες τον ενικό μου, λέει αυτός, ας ζήσω μες τον ενικό μου.
Ο πληθυντικός με κουράζει, ο πληθυντικός έχει πλήθος
και οχλαγωγία και ασυνεννοησία· ο πληθυντικός
πανηγυρίζει με κλαρίνα και βιολιά
και σηκώνει τον άσχετο
να χορεύει.
Εγώ θέλω μια αριστοκρατία ενική, μια ηλιαχτίδα
προσωπικής αντανάκλασης
που κάνει πιο ωραία την συνείδηση.
Εγώ θέλω έναν κήπο διαλεχτών φυτών, μια εκλεπτυσμένη
φούρια αρώματος    κι όλο περιφρονώ
τις εξάρσεις των εγωιστικών φυλλοβόλων
που δεν κρατούν τις ιδέες τους
αλώβητες
κι όσο να μην τις αγγίξει κανένας
άξεστος θάνατος..

                                  Σαντορίνη 21.3.2013  


Κόκκινη Σαντορίνη

                            Αφιερωμένο στον φίλο μου τον Χριστόφορο!



 
  
   
  
  
  
  
  
    
  
  
  
  
   

 
   


Κόκκινη Σαντορίνη,       ιδρωμένη ως το μεδούλι των βράχων.
Ο ήλιος σφυροκοπά τα πλευρά σου,      ο αέρας τρώει τα σπλάχνα σου.
Ζεις στην απίστευτη πλευρά της ιστορίας.      Δεν σε χωρά
Κανένας χρόνος.
Αναφέρεις τα έγκατα      σαν μια κληρονομιά δικιά σου.
Το μεσημέρι απλώνεται χρυσό
Επάνω στα οδοντωτά σπίτια σου.
Φαιά ύλη,     κόσκινο λίθινο του φεγγαριού…
Καμαρώνεις την μαχαιρίσια σου όψη
βυθισμένη μες το αρχαίο γόητρο του πόντου..

                                                       Σαντορίνη  21.3.2013




Σαντορίνη 21.3.2013





Είναι ένα λυρικό ποτάμι πλούσιο που αποφορτίζεται μες την εβδομάδα των θερμών επεισοδίων-
Είναι η κλαγγή των όπλων όπως την καταγράφουν τα μέσα αναμετάδοσης των γεγονότων-
Ο άνθρωπος πολεμοχαρής-
Είναι η ομοιοκαταληξία θανάτου και ζωής όταν την επιβάλλει της ζωής το μεταμοντέρνο πια ποίημα-
Η επιστροφή στο θηρίο ο άνθρωπος με τους μεγάλους χαυλιόδοντες-
Είναι η τάξη των πραγμάτων που συνεχώς διασαλεύεται και που η ηθική είναι αξεσουάρ και σουβενίρ της-
Οι θρησκείες του όχι, οι πατρίδες του ναι
Το χρηματιστήριο των χρεοκοπημένων
λαών η κατασπαταλημένη ελπίδα-
Είναι η διαπραγμάτευση επί πάντων των επιστητών, είναι η κωφάλαλη ελπίδα,
Είναι η σκαιά περίπτωση ενός βουλιαγμένου θανάτου
μες τον βυθό της ψυχής
Είναι ένας θεός που απουσιάζει
καλώντας σ’ επαγρύπνηση τρομάρας τους νωθρούς ανεγκέφαλους υποτακτικούς του-
Είναι ένα ποίημα μ’ αγκάθια·
Πιο λαγαρό όταν το πλησιάζεις κι έχεις ανάγκη εσύ από την δύσκολη αλήθεια του·
Είναι ένας ήλιος που κι όμως ξημερώνει για όλους…

                                                                

21 Μαρτίου 2013

Από λέξη σε λέξη ένα ηπιότερο χάος.







Στον βρόντο τα ξενύχτια για την διαλεύκανση της έμπνευσης που κάνει τα ποιήματα σπουδαία.
Ό,τι μένει είναι ένα αντιφατικό λεχθέν που ηχεί σαν πρελούδιο μιας κτήσης μες τα αχανή χωράφια του λεξιλογίου.
Απογοητευμένος δεν είμαι. Αφουγκράστηκα καλά στην ησυχία.
Κατανόησα τις υφές του Αόρατου.
Τώρα άλογα δυνατά καλπάζουν
Οι λέξεις και ο αναβάτης υψώνεται
Ως την αιθέρια
Μαγεία των ουρανών.
Υποψιαζόμουν χάη και τα χάη με βρήκαν.
Κρατώ μια προσευχή απόλυτα ιδιωτική.
Αν ομολογήσω την ψυχή μου η ψυχή μου θα γίνει ελαφρότερη.
Από λέξη σε λέξη ένα ηπιότερο χάος.

20 Μαρτίου 2013

Με την ποίηση πάω παντού







Άοκνες αγκύλες σφίγγει ο χρόνος γύρω μου.
Η ζωή είναι πλατιά αλλά της αφαιρείται συνεχώς χαρούμενο βάθος.
Δοκιμάζω την σκέψη μου στην αλήθεια.
Μια λύπη είναι έντονη απόχρωση που με κρατά.
Έχω μια πρόταση αλληλεγγύης αλλά την ξεφτίζει ο βίος.
Με την ποίηση πάω παντού αλλά, πιστέψτε με, είναι ακριβά τα ναύλα.
Έμαθα στης μοναξιάς το αντίτιμο και πλέον πρόθυμα όπως μπορώ το πληρώνω.
Περπατώ αλλά - όπως να πλέω σ’ έναν ουρανό με κάνει η φαντασία μου.
Ένθεος κι άθεος, καταφατικός κι αντιφατικός, εκεί
Που οι θρησκείες δεν έχουν νόημα, μόνο σκλαβώνουν
Κι άλλο την ανθρωπότητα.
Ονειρεύομαι συστήματα που να αφήνουν τον άνθρωπο να αγιάσει.
Μυρίζω ένα λουλούδι, με χαρακτηρίζει ένα φως παράξενο που μετασχηματίζει τα πράγματα προσθέτοντάς τους χρυσίο..

Μια ποίηση σου έμεινε κι ένας αέρας



Θα συνταχτούν ωραιοποιημένα κάποτε τα βιογραφικά σου.
Ε, από άλλους βέβαια –
εσύ δεν θα υπάρχεις.
Εσύ που θέλησες μια δύσκολη ζωή
κι έναν απλό τελεσίδικο θάνατο-
Που απομυθοποίησες το όλον.
Πολιτικά εξεμάνεις αλλά τι;
Οι βρωμεροί
   Σε
        κάθε
                εποχή
                         υπερισχύουν.
Τους γέννησε η ζωή ή είναι ο άνθρωπος γεμάτος μιαρά σκουλήκια;
Ο εγωισμός να μείνεις σ’ όλα τούτα απέξω σε κατέφαγε.
Μια ποίηση σου έμεινε κι ένας αέρας
Που νομιμοποιεί απόλυτα όλες τις προθέσεις σου
Να δασκαλεύεις κάθε νύχτα μ’ όνειρα τ’ αστέρια.

Συλλαβίζει η ώρα τα ηχηρά της δευτερόλεπτα.



Μια μέρα άτιτλη σαν ένα ποίημα γεμάτο αόρατες παγίδες.
Υπονοεί τα πάντα και σε όλα διαμοιράζεται
Η σαφήνειά της.
Στο πάρκο οι φιστικιές γερνούν ρυτιδωμένες
Μα ολοζώντανες σαν πλέον χρήσης αγαθό.
Το μαχαίρι του θεού κόβει και κόβει-
έτσι που δεν αρέσει στις ανεμελιές.
Οι πικροδάφνες θρασέψανε
Και ζητούν ρέστα από του ήλιου το χαρμάνι.
Η οθόνη τ’ ουρανού ανάβει.
Μυγάκια κάνουν τα τάγματα της ενόχλησης ορατά.
Στο ρολόι ο χρόνος είναι απόλυτος δέσποτας.
Συλλαβίζει η ώρα τα ηχηρά της δευτερόλεπτα.

Από τα πληκτρολόγια ως την ζωή είναι η απόσταση τόση!




Από τα πληκτρολόγια ως την ζωή είναι η απόσταση τόση!
Χτυπάς πιο νευρικά τα σύμβολα κι ένας αέρας παρασέρνει
Την αλήθεια· γέμισε θλίψη το τοπίο σου.
Ανοίγεις την πόρτα, ο ουρανός έχει ακόμη αξημέρωτα
Μαβίς σαν ένα να τον έβαψε μελάνι. Κι εκεί
Βρίσκονται οι αγρύπνιες σου- παραμονή
Κάθε γιορτής που η Ποίηση οργανώνει· εσύ
Κοιτάς τα άστρα και σου κόβεται η φωνή·
Ξέρεις πού πάει η απουσία και τι χρώμα είναι·
Και σέβεσαι που σε μαθαίνει τόσα η μοναξιά..





19 Μαρτίου 2013

Έσω σε όλα σου Αληθινός!




Είναι εκείνα τα ωραία βραδάκια που τρέπεται σε φυγή ο χειμώνας.
Με σκισμένα τα σώβρακα και καθ’ όλα ρακένδυτος.
Τότε που η ψυχή κι αν δεν το θες, υποφέρει.
Γίνεται παιχνίδι η μοίρα με την νεολαία που δεν παραδίνεται.
Κι ωραία είναι έτσι.
Να ακολουθείς τον παλμό στα μάτια των νέων, να ξεχωρίζεις
Τον μυστικό τους δοκιμασμένο ρυθμό.
Τι κι αν ο αιώνας καταρρακώθηκε; Εσύ
Που αποσχίστηκες από τις μάζες
Προσβλέπεις μόνο στην αδέκαστη φωνή
Υπέρ Ανθρώπου. Κι ο Θεός
Καλά σε δοκιμάζει.
Σε άφησε έκθετο μπροστά στο εικόνισμα της Ποίησης
και προσευχήσου για τα σένα φουκαρά μου!
Έσω σε όλα σου Αληθινός!



Να μην δειλιάζεις, να μιλάς, να αντιδράς, να γενναιώνεσαι!








Τα πάντα να στενεύουν κι εσύ να παραμένεις ευνοϊκός δέσποτας που μοιράζει
τον κλήρο της ιδέας σωστά και με ρυθμό απ’ τα επουράνια.
Να μην ακούγεσαι κι ας φωνάζεις.
Να σπαρταράς σαν ψάρι μαγκωμένο στο αγκίστρι του πάθους
και ο Σκοπός σου να είναι ο Μέγας Σκοπός.
Οι ποιητές αλφαδιάζουν τα λόγια και κατανοούν την αρχέγονη θέση
που δονεί την σιωπή ως να γεννήσει τρανταχτή καταιγίδα.
Να μην δειλιάζεις, να μιλάς, να αντιδράς, να γενναιώνεσαι!

Έγραψα ξοφλώντας το χρέος μου






Το σμυρίγδι δεν κουράζεται, γδύνει τα πράγματα απ’ το λούστρο τους και απομένουν
απροστάτευτα και χωρίς ματαιοδοξίες συνόλου.

Κι ακονίζω ένα μαχαίρι ίσα να φοβίσω την θλίψη από μένα ν’ απέχει.

Έγραψα ξοφλώντας το χρέος μου να πω την αλήθεια
των λουλουδιών και των έντιμων που τόσο σιωπάνε.

Η νύχτα με βρίσκει έφηβο που χάραξε στο μπράτσο του
όπως οι ναυτικοί σύμβολα τόσα.

Με τα λίγα είπα πολλά και τα πολλά με κατέκαυσαν.
Ταξίδεψε σε όλους γλυκό μου αντίο!

18 Μαρτίου 2013

Οι ανησυχίες των κήπων…




Ξέρω την κραυγή που αυξομειώνει την ένταση της αποκάλυψης.
Ένα γαρίφαλο μιλά σε άπταιστα ελληνικά και με πάει
στην μακρινή Ιωνία.
Βρίσκω τον παππού μου καθισμένο ανάμεσα στις λεμονιές. Καπνίζει.
Έχει χαρακωμένα μάγουλα απ’ τις ταλαιπωρίες.
Λιγνός σαν άγιος που δεν το θέλησε το ράσο.
Με κοιτά που τον κοιτώ. Μου γνέφει να πάω κοντά του.
Κρατά εκείνον τον παλιό σουγιά που είχε πάντα και σκάλιζε κάτι κομμάτια ξύλο.
Φαντάζει άλλου κόσμου πλάσμα να είναι.
Μπροστά του η ποίησή μου ωχριά.
Το καταλαβαίνω και κάνω λιγάκι πίσω. ‘Έλα εδώ’ μου γνέφει.
Τα μολύβια μου παγώνουν. Η σκέψη μου επίσης.
Βλέπω το γέρικο σώμα του καθισμένο ανακούρκουδα και να προσπαθεί άλλη μια φορά να μου πει για τις ανησυχίες του των ρόδων.
Πνίγουν τον κόσμο γύρω του οι τριανταφυλλιές.
Πάμπολλα χρώματα.
Τις πότιζε όλο το απόγευμα.
Τώρα εκείνες είναι ευχαριστημένες κι εκείνος ρουφά άπληστα το σεπτό άρωμά τους.
Είναι ένας άγιος που έζησε για τα άνθη.
Κρατά στην χούφτα του κάτι πέταλα από ένα λευκό ρόδο και μου τα δίνει.
Τα φέρνω στα ρουθούνια μου, σχεδόν τα φιλώ.
Βλέπω το πρόσωπό του να λάμπει.
Έτσι είναι οι άγιοι;
Θα νυχτώσει σε λίγο και θα κοιμηθεί με τις ανησυχίες του.
Σέβομαι τον καημό του.
Έχω κι εγώ μια ρίζα μέσα μου από ιωνική ολάνθιστη κροκάτη τριανταφυλλιά..


ως σοφά θέλεις να με δεις να βιώνω την τάξη που έστησες γύρω μου Κύριε!




Χαϊδεύουν οι μανόλιες την ηλιαχτίδα που τις έκανε μπουκέτο.
Οι μουδιασμένες ρίζες γρηγορεύουν στο χώμα το ως σοφά εποίησες Κύριε.
Η πραγματικότητα λίγο αλλάζει
καθώς την τρυπούν οι βελονίτσες της έξαψης.
Μια νεράιδα γελά πάνω απ’ τα νερά.
Δεκατέσσερα άνθη δεκατέσσερις σοφές συμβουλές.
Στου ουρανού το ταβάνι αντικατοπτρισμοί από το κομπολόι του Θεού.
Χάντρα την χάντρα όλα σε έναν μοιραίο χτύπο δίνονται.
Η ψυχή απελευθερώνεται και ξεπερνά την εμπύρετη ύλη της.
Όλες οι λέξεις είναι πατριδογνωσία διδακτέα
πάνω στο σώμα μιας ακρογιαλιάς.
Πουθενά δεν συμβιβάζομαι. Κρατώ
από παλιούς οπλαρχηγούς το σόι.
Οι μουδιασμένες ρίζες γρηγορεύουν στο χώμα το ως σοφά θέλεις να με δεις να βιώνω
την τάξη που έστησες γύρω μου Κύριε!






Καθαρά Δευτέρα




Ο βόμβος μιας μέλισσας πάνω απ’ το λουλούδι
    Το τρυφερό σμίξιμο πέταλο με φτερό
       Κι o ήλιος
Φουσκωμένος από θερμότητα και αγιοσύνη.
       Πιο κάτω
          Το χωριό ξυπνά
             Μεσουρανεί ο Μάρτιος
Η Καθαρά Δευτέρα αμολά χαρταετούς
    Ψηλά ψηλότερα
        Πολύχρωμους σαν τα αισθήματα
Παρασέρνουν στα ουράνια τον χοϊκό καημό μας.
Ακούγονται σφυριά που καλουπώνουν την θλίψη
Και πριόνια που κόβουνε φέτες την μελαγχολική στιγμή
     Βιολιά, λύρες κλαρίνα
         Και υπόσχεται μια πανδαισία ο χλοοτάπητας.
Οι ελιές μηρυκάζουν αιώνια σκέψη
    Οι ελιές φιλοσοφούν αγέρωχες
       Και το χώμα πίνει την υγρασία αχόρταγα
          Σαν για να φτάσει κάποια εξαΰλωση.
Τα αθώα πράγματα αγγίζουν τις αθώες καρδιές
    Όλα τα συντροφεύει η ποίηση
       Κι ο χρόνος δεν υπάρχει αλλά υπάρχει
           Μια επιθυμία
             που προωθεί την ανατολή
               ως το εύθυμο μεσημέρι..



Σου χαρίζονται λόγια



Να δεις τον πλούτο της σφήγκας να γδέρνεται
απ’ τον βοριά πάνω στα βράχια και να αναιρείται
ο τίτλος κάθε ιδιοκτησίας σου.
Άλλωστε τι ωφελεί;
Σπάζουν τρυφερά τα αμύγδαλα και η γλύκα τους
σε σένα που αποδοκιμάστηκες απ’ τους πολλούς, χορηγείται.
Σου χαρίζονται λόγια
που θα τα καταλάβουν οι άλλοι μόνο στην σιωπή
που μεγαλώνει σαν καΐκι ορθόπλωρο
κι όταν η κάμαρά τους θα ναυάγησε
μες την ψυχή..
Θέλει ορθοδοξία της υποταγής
στο ταπεινό και στο απέριττο να πας στου πόντου τα ιριδίσματα.
Φωταγωγούνται
τα μέσα σου
κι όταν ο θύτης γίνεται με την σειρά του θύμα
το ποίημα σου χαρίζεται και ως τον ουρανό ανάβει
τα φώτα του.
Οι πιο αγνές καρδιές
μ’ ένα κλωνάρι του βασιλικού στ’ αυτί
έζησαν και πορεύτηκαν.
Τώρα στην οικουμένη πια νυχτώνει.
Πρέπει να ετοιμαστούμε για καινούρια μουσική.
Νέα αυτιά για νέο ολοκάθαρο ήχο.
Νέες ιδέες για την πράξη του θανάτου.
Νέα ματιά για ολοκαίνουρια ζωγραφική.




17 Μαρτίου 2013

ακροβατούμε πάνω στα σώματα των άλλων




Ακροβατούμε πάνω στα σώματα των άλλων
γιατί μας λείπει η ανάγνωση της δικής μας ψυχής.
Συνέδριο αποκαλυπτικό η μοναξιά στην μοναξιά της.
Κλείσε τα φώτα, άκου σιγανά
λογάκια που η Κυριακή σου λέει
και περιχύνει με την δρόσο της τις γλάστρες.
Στο μπαλκόνι αινίγματα στήνει ο αέρας.
Δεν ψιχαλίζει πια, έβαλε κρύο.
Άνοιξε η τηλεόραση κι ο γείτονας χαζεύει
πιο φτωχός
από λεφτά και αισθήματα.
Σε λίγο θα νυχτώσει. Φωταγωγούνται
τα σπίτια. Η πόλη τρίζει
σαν φρούτο που ωριμάζει να κοπεί.



Σαν το χαλάζι βίαιη στιγμή





Σαν το χαλάζι βίαιη στιγμή
Που μου απίθωσε η ώρα στην παλάμη
Σκάλωσε ο νους μου κι έγινε ποτάμι
Που τρέχει κατά κει που σπάζει η φωνή.

Αλλού γεννήθηκαν οι αστραπές κι αλλού με πήγαν
Του κόσμου οι επιταγές κι όπως δεν έχω
Από τον βιοπορισμό άλλο να δώσω αίμα
Θλιμμένο με τραβάει της ζωής το ρέμα.

Κι έτσι που μου απόμεινε μόνο μια μοίρα ολέθρου
Τα βάσανά μου να κοιτώ κι αυτό να φτάνει
Η νύχτα πια με θέλγει η νύχτα κι η μελαγχολία
Που όλα τα σκέπασε με την δική της πλάνη.

Ράγισε η ζωή μου κι έγινε κομμάτια
Μόνο οι λέξεις μου ‘μειναν να πολεμάω
Και να τ’ αντέχω όλα προσπαθώ καθώς με φθείρει
Η καθημερινότητα με τα στημένα δόκανά της.

Κοιτάζω ωστόσο προς τον ουρανό κι αυτό μου φτάνει
Ζω και με θάλπει του γαλάζιου η κλήρα
Λαχείο τα άστρα πέμπουν ευτυχία
Στης ποίησης τα νάματα με ορφική μυσταγωγία..


θριάμβευσε η ψυχή ιερή μεγάλη δορκάδα..





Μια απαρχή σκέψης μια ύλη
με ελληνικό θαρραλέο χαρμάνι
και δρόμοι, δρόμοι που απάγουν σε προς
μια οικουμενική νέα πατρίδα.

Υπάρχει μια δροσιά ακαλούπωτη, υπάρχει μια νηφάλια ώρα
που κοιμίζει τα φυτά πλάι στα συρματοπλέγματα, εκεί
που νιώθεις να κλώθει γιρλάντες ο αέρας
και να στεφανώνει τα πάντα με πρωινή χαρά.

Γυμναστική των φωτοσκιάσεων, τονισμένη
χορδή σαν ένα τόξο που στοχεύει στην απλότητα των αποσαφηνίσεων
και στις σελίδες που γράφονται όλα
είναι μεταγλωττισμένα σε γύρη ανθέων και πλατιά
λιβάδια όπου θριάμβευσε η ψυχή ιερή μεγάλη δορκάδα..

Ξημέρωσε η Κυριακή!



Από την πάχνη πέφτει η νύχτα
Στα ψηλά συννεφένια πατώματα· τα άλογα χλιμιντρίζουν
Του πρωινού, ο ήλιος με την βουκέντρα του
Κεντά τις ώρες σε φυγή. Ένα τρεχαλητό
Ανάμεσα στις πικροδάφνες και πώς να σε πω
Ατίθασο, ψυχρό αεράκι;
Ο πάγος έσπασε της λίμνης· τα πουλιά
Ξύπνησαν. Πάπιες εμφύλια μάχονται μες τα καλάμια.
Ακούγονται της εκκλησίας οι καμπάνες- προσευχήσου
Να ανοίξουν διάπλατα οι ουρανοί
Και να νικήσουνε οι σταυροφόρες ηλιαχτίδες
Την θλίψη σου.
Ξημέρωσε η Κυριακή!

16 Μαρτίου 2013

Μετρώ τα κόκαλά σου και εκλιπαρώ για ένα φιλί





Μετρώ τα κόκαλά σου και λύνονται
τα μάγια
              ωραία συναρμογή
               κόμπο τον κόμπο
και στέφθηκε με επιτυχία η ομορφιά

Μετρώ τα κόκαλά σου και νικώ την νύχτα
τις φαρδιές αγκύλες του ουρανού, τις παγίδες
των άστρων, τον πολυσύλλαβο
άξεστο ορίζοντα.

Μετρώ τα κόκαλά σου και εκλιπαρώ
για ένα φιλί
κάρβουνο αναμμένο- μετρώ τα κόκαλά σου
και σε ζω
σε ενεστώτα
σε υπερσυντέλικο
σαν ένα άρωμα που αρνείται να γεράσει..

Βουλιάζουν όλα




Βουλιάζουν όλα· τα κοιτώ 
που αποστασιοποιούνται 
και δεν μου παραδίδονται· 
υπογράφω 
την καταδίκη μου 
ανάμεσά τους· 
η ύλη έχει πάντοτε δεσμά· 
φοβάμαι την αξία της 
που απαξιώνεται- τελικά 
στον πλουραλισμό θέλω να κοιμάμαι 
και να ζω σε γλυκιά μουσική.
Μαγειρεύουν κάπου δίπλα και κάνουνε 
γιουρούσι τα μπαχαρικά.
Η τσίκνα επέδραμε. 
Ακούω μόνο ένα λουλούδι και εξαρτώμαι 
από μια γλάστρα
που στρέφεται κάθε πρωί προς ανατολάς 
και μου θυμίζει 
μυσταγωγία που είχε για όλα ο παππούς μου..

Ετικέτες

Αρχειοθήκη ιστολογίου