...

...

ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΙ ΜΟΥ..

30 Ιουνίου 2010

Όποιος έρχεται προς εμένα, πρέπει αλήθεια να προσέξει.

Μέσα μου – επειδή γνωρίζω πως δεν γνωρίζω-
πέφτουν ψιχάλες ερωτήσεων.
Το οδόστρωμά μου
γίνεται ανυπόφορα ολισθηρό.
Όποιος έρχεται προς εμένα, πρέπει αλήθεια να προσέξει.
Είμαι περίεργα γαλάζιος
και κατόπιν λευκός,
πράσινος, μαύρος
ή και με μία ιαχή του πορφυρού επάνω μου χρωματισμένος.
Και μ’ αυτές τις ιδέες πού πάω;
Εξέχουν από το χτες ως το αύριο-
έτσι που να με μέμφονται οι αφελείς
που ευανάγνωστη ψυχή δεν γνωρίζουν..
Αλλά γιατί θα πρέπει να πάω όπου πηγαίνει το πλήθος;
Μοναξιάς καταδύσεις το σπλάχνο μου
πιο ακριβό μου ταιριάζουν..
Είμαι λόγος που στοχεύει μακριά:
μες το πολύχρωμο αύριο.
Έτσι που ό,τι κατορθώνω
μοιάζει απόκρυφης θρησκείας δεδομένο.
Μου λείπει αλήθεια ο χρόνος- ο μόνος
που επιδέξια πολεμά.
Όπως με πλημμυρούν πιο καυτά τα αισθήματα
μεταδίδεται ο ήχος τους κι ως την πηγή των φθαρμένων ονείρων.
Σηκώνομαι όρθιος.. Το κεφάλι μου
πνίγεται μες τα άσπρα τα σύννεφα.
Τόσο κοιτάζω μες τον ουρανό που μπερδεύεται
η θνητή λογική μου.
Αποταμιεύω
φεγγάρι τις νύχτες
και το αφήνω να περιλούσει τις πεισμωμένες σελίδες μου.

Τον ουρανό τον διαβάζεις πιο καλά ξημερώματα

Τον ουρανό τον διαβάζεις πιο καλά ξημερώματα
τότε που και των άστρων είναι διαφορετικές οι πορείες και το ποίημα
που γίνεται από ύλη ονείρων
είναι φωνή από στόμα αγγέλου.
Το ποίημα
γεννιέται πιο καλά τα μεσάνυχτα
περασμένα:
είναι
από σκέψη που ήρθε μιας ολόκληρης μέρας:
είναι
φωνή
από εσένα για σένα.
Τα αισθήματα που ευτυχεί,
δίνουν πνοή στις ευτυχισμένες στιγμές
που αξίζει ο άνθρωπος αν η μοίρα το θέλει.

Εσένα
σε διαβάζεις πιο καλά ξημερώματα
την ψυχή
την διαβάζεις πιο καλά ξημερώματα
το ποίημα
γεννιέται
πιο καλά τα μεσάνυχτα
περασμένα
Μετά από θησαυρισμό αισθημάτων και σκέψης
όπως αφήνει πάνω σου το αποτύπωμά της
η κάθε ημέρα
που έρχεται..

Νύχτες που δεν είδα γύρω μου για να δω μέσα μου

Νύχτες από το πιο ακριβό φεγγάρι
που μες το μυαλό μου καρφώθηκε

Σαν ένας στίχος από αφράτη ψίχα
ψωμιού φρεσκοψημμένου..

Νύχτες που δεν είδα γύρω μου για να δω μέσα μου
σαν ένας παράξενος μύστης
αρχαίου φωτός.

Νύχτες που δεν είναι σαν όλες, φτάνει εσύ να κρατάς
μέσα σου όλη την προσευχή της τρικυμίας

Και να την απαγγέλεις βγαίνοντας νικήτρια η μέρα
μέσα από την αυτοκρατορία του σκοταδιού..

Γιάννενα..

Ένα μακελειό χρωμάτων υποψιασμένων γύρω από το πράσινο του φυλλώματος των δέντρων-

Ένα νερό που από το οξυγόνο το μέσα του αναρρώνει-

Ένα εύρωστο απόγεμα γύρω από την ήσυχη λίμνη
που παρίσταται μέσα στην στρογγυλή ποίηση του απογέματος-

Ένας θρύλος που κόβει αξονικά το τοπίο
κι αφήνει μια ωραία γυναίκα να πλανιέται εκεί, πνιγμένη κι αμετανόητη-

Ένας δεσποτικός ακόμα γύρω μου ελάχιστος άνεμος
που αναρριχάται ως το ύψος που βλέπουν τα μάτια
επάνω από την αντίπερα όχθη ν’ ανάβουν ένα ένα τα φώτα..

Γιάννενα..

χαμένη Ατλαντίδα..

Παρηγορούμαι που χωρίς περιουσίες πια εγγράφων
και μόνο με τις εγγυήσεις πάθους,
γυρίζω
μέσα στον κόσμο σαν ένας απρόσκλητος
μοναχός από αυτό το μοναστήρι
που το ηγουμενεύουν οι αδέσποτοι άνεμοι.

Και δεν είμαι, δεν έχω ειλικρινά τίποτα που ν’ αξίζει να το πάω στο αύριο
με το άγχος που οι άνθρωποι να πάνε την κτήση τους έχουν.

Όλα μου τα υπάρχοντα μια ζωντανή πυρά,
ένα πάθος αινιγματικό που απ’ αυτό θα πεθάνω..

Ετούτο πια κατάντησε σαν δηλωθέν εισόδημα στην εφορία του ουρανού-
σαν μια δεκάτη που την αποδίδουν άμεσα τα λόγια μου
με κάθε μια θυσία..

Όμως,
ας παρηγορηθώ..
Γιατί το ξέρω ότι ένα φωνήεν
Ομηρικό αξίζει
όλα που κατόρθωσα
μέσα στων λέξεων την ασκητεία.
Κι ας γίνει επιτέλους άρχοντα
Χρόνε το θέλημά σου! Ας ταφώ
κάτω από τον τύμβο των ομοιοκατάληκτων
ιδεών που κάνουν μέσα μου
μια χαρωπή και απροσδιόριστη
χαμένη Ατλαντίδα..

Ο αέρας είναι ένα διαφανής τοίχος που κρύβει τον έρωτα των πραγμάτων.

Ο αέρας είναι ένα διαφανής τοίχος που κρύβει τον έρωτα των πραγμάτων.

Εκείνα συνωμοτούν επίμονα στο να υπάρχουν:
πισώπλατη αυθαιρεσία..

Μόνο με το μολύβι μου ξυσμένο μυτερό
τρυπώ κάτι φορές αυτό το αφρώδες
παχύ στρώμα που καθρεφτίζει
μέσα του όλες τις ζωές της ζωής αφήνοντας
να είναι δεν το είναι..

Αλλά με όση ποίηση και να περιχυθεί η απουσία
πάλι απουσία θα φαίνεται..

Γιάννενα 29.7.2009

29 Ιουνίου 2010

Κάτι φορές το φως αρνείται να πεθάνει

Κάτι φορές το φως αρνείται να πεθάνει
και συλλαβίζει τις υπέροχες διαφάνειες του ως αργά το απόγεμα

που οι κουρασμένες ψυχές των δέντρων
φιλοξενούν τα αρχαία πουλιά
που κουρνιάζουν επάνω τους νυσταγμένα.

Η ζέστα γράφει την επωδό
μίας ακόμη μέρας του καλοκαιριού-
μια ολοστρόγγυλη ζέστα
που χωράει του Ιουλίου τα ρήματα..

Η ζωή είναι εύκολη- επηρμένος είναι ο θάνατος
που κρύβεται πίσω απ’ την ασθενική ανάσα.

Και το βράδυ
αντηχούν τα βιολιά των παρά την θάλασσα δέντρων
αφήνοντας να εννοηθεί δύσκολη που είναι αλήθεια
η κάθε μια συντριπτικά νικηφόρα μελωδία
του έρωτα των όντων..

Αν με κρίνεις, κρίνε με σαν αληθινός δήμιος-

Αν με κρίνεις, κρίνε με σαν αληθινός δήμιος-
αποφασισμένος να καρατομήσει
αδίστακτα..

Μην είσαι
άτολμος ν’ αποδώσεις την δικαιοσύνη της ευθυκρισίας
του πέλεκυ..

Όταν σιωπώ, γιατί οι λέξεις μου δεν φτάνουν να αγγίξουν όπως θέλω το νόημα,

Όταν σιωπώ, γιατί οι λέξεις μου δεν φτάνουν να αγγίξουν όπως θέλω το νόημα,

ένας αλαζόνας αέρας τις παίρνει να τις καταποντίσει
μες την ευφράδεια της ανοιχτής πεδιάδας.

Πρόσεξε! Όχι μες την στενότητα των πόλεων..

Μια λέξη είναι
άλογο πάντοτε δυνητικό!

Τα φώτα σβήνουν κάτω από τον χαμηλό άνεμο του απογέματος.

Τα φώτα σβήνουν κάτω από τον χαμηλό άνεμο του απογέματος.

Στην παραλία έρχονται ξανθά κορίτσια:
τα μάτια τους
λάμπουν ηδονικά και φωσφορίζουνε
σαν γάτας
μες το σκοτάδι του καλοκαιριού.

Από τις φούστες τους ξεφεύγει ένα θαυμαστικό παρατεταμένο-

σαν έγχορδο που αποκρυπτογραφείται μόνο
μ’ ενός φαλλού το δοξάρι αν θες..

Οι γάμπες τους
είναι ζυμωμένα ψωμιά ροδοκόκκινα.

Τα στήθη τους
μικρά ολοστρόγγυλα ηφαίστεια που ο κρατήρας σφραγίστηκε
από ένα κεράσι υπέροχο που όλοι θελήσανε να πιπιλίσουν.

Και πέφτει το βράδυ..

Βαρύ, αποδεκατίζοντας
τις χιλιάδες προσευχές από ένα πλήθος ευλαβικά
και επιμένοντα ακόμη τζιτζίκια..

Ανακάλυψέ με σαν ένα μικρό άστρο

Ανακάλυψέ με σαν ένα μικρό άστρο που να χωρά σε μια τσέπη παιδιού-

Ένα ζεστό λουλούδι που να αξιώνεται όλο το άρωμα
μιας καλλικέλαδης άνοιξης..

Ό,τι έχω είναι ένα τίποτα αναγεννημένο

και κάποτε αχρηστεμένο μέσα σ’ ένα βιοποριστικό ταξιδάκι..

Από την ήττα στο τι-ήταν;

Ξανά-
ας με διδάξεις τις μέρες:

Η Δευτέρα σου
ας επιθυμεί μιαν όμορφη Τρίτη-

που η Τετάρτη ν’ ακουμπά πάνω στο στήθος μιας γλαυκής Παρασκευής-

που ερωτεύεται μια Κυριακή παρθένα!

28 Ιουνίου 2010

Το σκοτάδι της νύχτας δεν είναι άλλο από το μαύρο των απογοητεύσεων

Το σκοτάδι της νύχτας δεν είναι άλλο από το μαύρο των απογοητεύσεων
που γεμίζει ασφυκτικά τους αμφορείς των άστρων.

Πίσω του
κρύβεται ένας ντροπαλός θεός
που δεν πιστεύει πια στην δύναμή του.

Γιατί όμως οι εκδοχές του ονείρου μας είναι πολλές;

Αφού ό,τι ζούμε είναι σκληρά πολυπρόσωπο και μεις
που υπάρχουμε πάντα μέσα στις πιο παράξενες μανίες απορροφημένοι
δεν έχουμε άλλη των άλλων πια επιλογή
από το να ψευτίζουμε την χρυσοφόρα μας ανάσα..

Ό,τι είμαι είναι το ποίημα μου..

Ό,τι είμαι είναι το ποίημα μου..

Αν σε αφήσει μέσα του να προχωρήσεις και να νιώσεις καλά
με το πλασμένο του όνειρο, τους κήπους
που τα πουλιά μιλάνε
και τα λουλούδια που ωδικά χλιμιντρίζουνε- τότε
άσε το άλογο της σκέψης να τρέξει-

εκεί που έμοιαζε και να υπάρχω ακόμα εγώ..

δισυπόστατα που είναι τα πράγματα –

Κάτι φορές, κοιτάζοντας έξω από τα πράγματα,
ανακαλύπτω δισυπόστατα που είναι τα πράγματα –
όπως
ενώνοντας στις δύο πλευρές ενός νομίσματος
την ίδια αξία..

Λοιπόν, όπως το πίστευα είναι:

Η ευθεία ξανά καμπυλώνεται και ξανά γίνεται ευθεία..
Τόσο
που να την γράφει σαν πορεία του το φως..

ΤΑ ΚΟΡΙΤΣΙΑ..

Μετά
ήρθανε τα κορίτσια
με τα μεγάλα τατουάζ και τις πέτσινες μαύρες τους μπότες
κάπνιζαν όπως να θέλανε να πολεμήσουν ..
τα νύχια τους μαύρα σαν νέο αιλουροειδές
κι αγριεμένες όπως να ήρθαν από έναν αμφισβητούμενο δικό τους παράδεισο..
"κι εσύ ποιός είσαι που κοιτάζεις
την ζωή λες και ο εξυπνάκιας την περιφρονείς;" με ρώτησαν
"μπες στην φωτιά καημένε, δεν σου σώθηκε
δα η ψυχή… ή μην δεν έχεις; και τότε
τι μου 'λεγες πως γράφεις ποιήματα; τι να τα κάνω;" κι έφευγαν
μες τον αέρα του φθινόπωρου
μαυροντυμένες και απρόσκλητες σαν μοίρες
φουμέρνοντας επίμονα σαν να ρουφούσαν
όλο το οξυγόνο του πλανήτη μας..

τις κοιτάζω που είναι θεές σε έναν άλλο πιο δίκαιο κόσμο
ζητώ να κλέψουν τα μάτια μου απ' την περισσευούμενη χάρη τους
ετούτα τα παιδιά που δεν είναι δικά μου
ούτε δικά σου ούτε κανενός
μόνο τα γέννησε η για τον καθαρμό του αιώνα έτσι προσήλωση..

Γυμνάζονται στο φως τα δέντρα-

Γυμνάζονται στο φως τα δέντρα- με φύλλα που στοχεύουν στο αύριο..

Ψηλά
ως εκεί που αρχίζει ο ορίζοντας να εξουσιάζει.

Και που είμαι σ’ ένα δωμάτιο με λίγα έπιπλα υποψιασμένα
ότι κάπου αρχίζει να υπάρχει η φθορά.

Σ’ ένα μικρό τραπέζι γράφω..

Απόγεμα και ακουμπά η ζέστα επάνω στην ωραία λίμνη
με μια διάθεση ρομαντική.

Φέρε τα λόγια σου πάλι στ’ αυτιά μου- η διάθεση είναι καλή..
Λέξεις κρατούν έναν ρυθμό δικό τους-
εκείνον
που είναι μιας απρόσμενης και όμορφης επικοινωνίας.

Διαβάζω μέσα μου και γύρω:

αισθήματα ακριβά που εξαργυρώνονται
μέσα σε ένα ποίημα που κοστίζει
την ίδια μελαγχολική ζωή..

27 Ιουνίου 2010

Κυριαρχεί η ύπαρξη ενός κουρασμένου στοιχείου του ‘’εγώ’’ μου

Κυριαρχεί η ύπαρξη ενός κουρασμένου στοιχείου του ‘’εγώ’’ μου
που κάνει την συνείδηση άτολμη· και μετά
οι λέξεις
που βυθίζονται σαν πλοία
σ’ αυτό το βασανάκι μιας λευκής
θάλασσας που την λένε ωκεάνια σελίδα.

Σ’ όλον τον δρόμο γυάλιζαν στα δεξιά μου τα πετρώματα:
τα μεταλλώδη πετρώματα κοντά σ’ εκείνες τις μακρές γαλαρίες
ανοιγμένες μέσα στα σπλάχνα των βουνών:
σαν αρτηρίες που αιματώνουν τον όγκο τους με απρόσμενο αέρα..

Και το μέρος ανήλιο
πολλές φορές-
θέλει να σε σκλαβώσει.

Με θόρυβο απόφασης των τεσσάρων τροχών πάει το αυτοκίνητο.
Ψηλά- σχεδόν χαμένο μέσα στα βουνά-
πάνω από την κάτω πεδιάδα που επιμένει
να σου ξανά φανερώνεται.

Κι όταν που εμφανίζεται ο ήλιος
σου περιγράφει όλες τις απέναντι κορυφές των άλλων βουνών
που τις ξεπλένει το απολυμαντικό γαλάζιο.

Πόσου πολύτιμου χρόνου σκέφτομαι κατασπατάληση
που αν είχα ένα ρήμα μες τα χέρια μου
ζωντανό: ‘’χαίρομαι’’ ή ‘’κλαίω’’
θα είχα κάνει ένα ποίημα που να σπαρταρά
όπως εκείνα τα μεγάλα ψάρια που ασημίζουνε
ριγμένα έξω από το δίχτυ, πάνω
στο κατάστρωμα ενός γέρικου ξύλινου πλοίου.

Ανηφορίζοντας…

Ο ήλιος μελωδεί στην καρδιά μου και δύο καρφωμένες
λέξεις από ώρα που πολύ με παιδεύουνε
θέλουν να ορίσουν το περίγραμμα ενός λόγου που αυθόρμητα βγαίνει
όπως το ζώο έξω απ’ την φωλιά του..

κοιτώντας μακριά
και κατά τον πανταχού μεγάλο θεό του..

29.7.2009 (ταξιδεύοντας..)

Κατάγομαι από ‘ναν κόσμο μικρών γεγονότων και μεγάλων εκπλήξεων-

30.

Κατάγομαι από ‘ναν κόσμο μικρών γεγονότων και μεγάλων εκπλήξεων-
καμιά φορά,
νομίζω είναι όλα σκηνοθετημένα-
τόσο που παίρνουν την θέση τους μες το μυαλό αφήνοντας να αυτοσχεδιάζει η φαντασία..

Οι μέρες που περνούν, οι αδιάφορες μέρες
αφήνονται απλά να τις κατασπαράζει ο χρόνος:
είναι μια θλιβερή σειρά από το προηγούμενο που εξουδετερώνει το επόμενο-
όπως μοιράζει φύλλα πάντα
η βιαστική ζωή..

Και μεις
ζητάμε ελεημοσύνη ευτυχίας-
κουράζοντας κορμί, κουράζοντας
σκέψη που καταλήγει σ’ αδιέξοδο, γιατί
μαύρα μαλώνουν μέσα μας οι αισιοδοξίες.

Τόσο προσπάθησα να μάθω να γελώ- ο κόσμος μέσα μου δεν θέλει:
σπασμένα κομμάτια ανασυνθέτω τα τοπία μου σ’ ένα παράξενο και που γκρεμίζεται από το μέλλον πάζλ..

Κούνια κάνουν κάτω από τους αψηλούς ευκάλυπτους πάπιες της λίμνης-

Κούνια κάνουν κάτω από τους αψηλούς ευκάλυπτους πάπιες της λίμνης-

Λευκές όλες και μ’ ένα ράμφος πλατύ, πορτοκαλί σαν κοχλιάριο.

Τα πέλματά τους
επάνω στην παρόχθια λασπουριά
διακρίνονται.

Όπως το απόγεμα έχει υιοθετήσει αυτές τις πυκνωμένες καλαμιές
που θα τους γίνουν σπίτι..

ένας κόσμος ηθοποιών γλάρων

Οι ποντικοί της νύχτας τρώνε μία άκρη απ’ το φεγγάρι-
τα άστρα αναδιπλώνονται- επικρατεί ησυχία
που βαυκαλίζει τις σιωπές των ποιημάτων..

Κι ένας κόσμος ηθοποιών γλάρων
καμώνεται πως ξέρει να διαβάζει το πρωί
την κωμωδία της μέρας!

ΤΟΠΙΟ..

Πάνω από το εντυπωσιακό λιμανάκι που ο ήλιος σκουντουφλά το πρωί, πάνω
στα προπαροξύτονα βράχια
μια μουσική των πεύκων που καρφώθηκαν
οι βελόνες τους
πάνω στο πρόσωπο της γης..
Και μετά μεσημέρι..

Που φρενιάζοντας ένας λαός τζιτζικιών εκδικούνταν
την απελπισμένη σιωπή
της προηγούμενης νύχτας..
Ιούλιος!

Περίτεχνα δεμένα τ’ ακρογιάλια μ’ ένα κύμα πια σιγανό
που, δοξάζοντας τα ύδατα, αφρίζει..

Και οι κοπέλες που πέρασαν με τα γέλια
και τις ευθυμίες του ωραία σταλμένου Σαββάτου
εφτά φορές ψηλά, μες τον αέρα τ’ ουρανού
οι ήχοι από την φλογέρα του θεού
να, έλαμψαν!

Και έγινε γυμνό παιδί που παίζει
με θάλασσα το απόγεμα..

Και το κοιτούν φιλόστοργα τα δύο μεγάλα μητρικά σου μάτια!

Πλέοντας κι από πού θα φτάσουμε μια μέρα

Πλέοντας κι από πού θα φτάσουμε μια μέρα
σε μέρη μακρινά απ’ όπου
κάποτε δανειστήκαμε ψυχή;

Τώρα η συμπυκνωμένη φωνή της είναι
σαν μουσική
ανάσα
μέσα μας
που τον σύμπαντα κόσμο χλευάζει..

Οι επικοινωνίες της αρχίζουν από τη διαπασών των αισθημάτων
και ως το αύριο απλώνονται-
πλοκάμια αόρατα ανθρώπινης ιστορίας.

Ο θεός χωρά σ’ όλα αυτά σαν μια σύλληψη του νου
που έχει ανάγκη
να λυτρωθεί
από τις δύσκολες σκέψεις του-

εκείνες που θέλουν
μετέπειτα ζωή
για το θνητό και φευγαλέο όνειρό μας..

ΜΥΚΗΝΕΣ..

Τοίχος που τρέχει γύρω από την ιστορία και αφηγείται ογκόλιθους
αεράκι που μαστίζει τα πάντα,
τόσο ψηλά που μόνο η δόξα φτάνει
δέκα η ώρα το πρωί που περπατάω λαχανιάζοντας
όταν δύο σπουργίτια εμφυλιομάχονται για έναν έρωτα που γράφεται
επί του παρόντος
μπροστά στο ανακουφιστικό
αγεωμέτρητο ποίημα, σκάζοντας
οι λέξεις μία μία, όπως
να είναι να γίνουν ένας παμπάλαιος ύμνος
σε μία ξεχασμένη θεά.

και τα απομεινάρια μετά από ένα παλάτι που κατοίκησε ο χρόνος
σαθρό υποχείριο της αδυσώπητης αιωνιότητας
άβαφα τώρα, τότε λούζονταν σε έναν υπερόπτη ήλιο..

κοιτώ που η μνήμη του τοπίου εχάθη·
ένας θάμνος αγκυλώνει την μέσα μου άνοιξη·
κάτω μακριά αμπέλια ετοιμάζονται να μεθύσουν την θαρραλέα μέρα
και το μεσημέρι καρφώνεται σιγά σιγά σαν ένα βέλος
στον επιγραμματικό ουρανό..

Θα γεράσω άραγε ποτέ; Έλληνας των αρχαιοφώτιστων ονείρων

Τώρα που ό,τι λέω είναι βότσαλο
ψηφίδα μιας αδιάβαστης θάλασσας
οι ουρανοί μου αγγίζουν το άπειρο,
γλαυκά γίνονται τα λόγια,
προεκτείνεται η ευθεία τους-
και είναι μία τεθλασμένη σκέψη μόνο που μου απομένει
όταν να συλλογίζομαι πατρίδα..

Θα γεράσω άραγε ποτέ; Έλληνας των αρχαιοφώτιστων ονείρων
και θα γίνω όπως παλιών λόγων μισό-
σβησμένη μουσική- αιθρία
μιας μέρας που την παρέδωσε αλλιώς στον κόσμο ο ήλιος..

Θα αναστατωθώ να ξέρω που υπήρξα
καβαλάρης ανέμων-
Εκείνοι με το πέρασμά τους
ανάμεσα σε όλα, αμαρτάνουν..

Το κόκκινό μου, το μπλε
το κίτρινο, το άσπρο
το βιολετί που έχω, το γαλάζιο
θα πλουτίσουν το βλέμμα μου- πολύχρωμα θα βλέπω
ως και τον θάνατο του όντος..

Και γίνονται
απόλυτα εφαρμόσιμες οι θεωρίες μου..

Από τα όνειρα προέρχομαι
παράξενων μυσταγωγών της νύχτας..

26 Ιουνίου 2010

ορκισμένα αθώος!

Κάποια στιγμή εγκαταλείπεις τους τίτλους και βρίσκεσαι
να ζεις αποσπασματικά
να σκέφτεσαι
αποσπασματικά,
να μιλάς
αποσπασματικά-
σαν από αρχαία μάρμαρα που θραύσματά τους κείτονται κάτω απ’ τον ήλιο
έρχεται όλο και πιο σιγανή κι απόκοσμη η άμοιρη φωνή σου.

Δεν έχει τίτλο η μοναξιά.. Όλοι ζούμε
σε μία εσωτερική σιωπή
που ανατινάζει συνεχώς την ψυχή- κομματάκια της
πέφτουν και πάνω
στις σελίδες
ματωμένες των ποιητών.

Κι έτσι αποσπασματικά όπως να έχεις την μικρότερη ψηφίδα απ’ αυτό
το ψηφιδωτό της ζωής, έτσι
πας ν’ ανταμώσεις το αύριο-
ορκισμένα αθώος!

Έχω ένα κομματάκι από θρυμματισμένο ουρανό

Έχω ένα κομματάκι από θρυμματισμένο ουρανό
μέσα μου- ένα θραύσμα από ποίημα
που το φιλώ σαν κόρη οφθαλμού- μην και ποτέ μου λιγοστέψει.

Εκείνο λάμπει σαν αστραφτερό
ψάρι που ασημίζει
τόσο πολύ- ακόμα
κι όταν βρεθεί απ’ τα νερά του έξω..

Δεν θα με καταλάβουνε…το ξέρω.
Ξέρω που θ’ απομείνω μόνος να μιλώ
μια γλώσσα ανεμογενημένη-
που από ιωνικό παράλιο έρχεται
και καίει μέσα μου σαν λύχνος αναμμένος.

Και ν’ αποφύγω τις βολές, οι σφαίρες όλες θα με βρούνε-

έτσι δεν λέω να φυλάγομαι- ελπίζω
σ’ ένα τραγούδι μόνο
που το συνθέτουνε πουλιά
της προ-ανθρώπου
δημιουργίας..

Ξεκαθαρίζει μέσα μου ένα τοπίο ευλάβειας.

Φερμένο από παλίρροιες που ποτέ δεν θα ξέρω
και αινιγματικό ίδια το κάθε πρωί
το χέρι της ωραίας αυγής που αναμερίζει τις κουρτίνες του ήλιου.

Και η κόρη η θαλασσένια, με μία κορυφαία λάμψη επάνω της-
στεφανωμένη με ιριδίζοντα φύκια, με παριδέραια
κοχύλια στον λαιμό- γυμνή
κόρη του ανέμου.
Στα ρηχά της πιο μεγάλης μας έκπληξης..

(Το πρόσωπό μου
στραμμένο κατά τον ιερότερο ήλιο
που θα μπορούσα να δω..)
Βγαίνω από τα όνειρα:
βαφτισμένος το αδύνατον..
Οι πατούσες μου
αποτυπώνονται στην φιλέρημη άμμο..
Μια ηλιαχτίδα που πλέκεται όλο
στα μαλλιά μου:
απέραντα θρησκευτική!

Έχω ξεχάσει ποιός ήμουν - μιας και δεν έγινα
αυτός που ήθελα..
Ξεκαθαρίζει μέσα μου ένα τοπίο ευλάβειας.
Όπως πλάθω με λόγο ένα σκέλεθρο σώμα
παρατημένο εκεί,
απόμερα,
μέσα σε μία σφριγηλή αμμουδιά..

25 Ιουνίου 2010

βρέθηκα έτσι να γράφω το μπαρουτοκαπνισμένο μανιφέστο μου

τα δέντρα θίγουν τον παράδεισό μου αλλά
τα πουλιά επάνω τους τραγουδάνε
ακόμη
κι εγώ
ξέρω την θρησκεία τους- φορώ
το ήθος μου, πάω
στον κόσμο που ποτέ δεν γνωρίζει
να χρησιμοποιήσει μια αθώα έγκυρη άποψη.

η εφηβεία που είχα ήτανε ιοβόλο ροδάκινο
σαν μάγουλο από υγεία αναμμένο
φτώχιας το ζόρικο κουκούτσι φλέρταρε.
κι είχα τον τρόπο να μαθαίνω τον έρωτα:
από φιλί σε φιλί, από χάδι σε χάδι-
το κορμί ωραία που φλέγεται
κι αν το κρατάς καλά το μυστικό του
μέλει να δεις πώς η ψυχή ωραία ανθίζει!

α βραδιές που πέρασα βαθαίνοντας του εαυτού μου την κοίτη
και να με μάθω τελικά δεν μπόρεσα-
γιατί ήτανε άλλος που με κράταγε ρυθμός
αλλιώς που ήθελα δεν ήθελα σκεφτόμουνα..

όμως ο κόσμος αγρίευε, δυσκόλευε ολοένα κι αγρίευε
νύχτωναν όλα τα μυαλά κι οι θεωρίες
αποσυγχρόνιζαν το άγουρο μέλλον
κι ήθελα τόσο να κατανοώ αυτό που άλλες εποχές
θα το 'λεγες και ειμαρμένη..

βρέθηκα έτσι να γράφω το μπαρουτοκαπνισμένο μανιφέστο μου
αθώος με τους αθώους κι ένοχος με του πολλούς
σκουριάζοντας την θέληση που μου απομένει..

αν πεις να γράψεις ιστορία μιας σκέψης
σκέψου δεν περιγράφεται ουσιαστικά η φωτιά
γιατί ό,τι θα κάψει είναι χρεωμένο της δικής της
εσώτερης τέτοιας απώλειας..

Μπήκα μέσα στον ήσυχο άνεμο

Μπήκα μέσα στον ήσυχο άνεμο
από το μέρος που κανένας δεν ξέρει·
περπάτησα
κάτω από τους φίκους με τα πυκνά λάμποντα φύλλα
που φλυαρούν
βαρύτονα
μέσα στο κάθε απόγεμα.
(Ο ήλιος
ξέρει την χλωροφύλλη τους καλά.)
Και πήρα αυτόν τον δρόμο σκέψης που εναρμονίζεται
μ’ αυτό το φως του απογέματος
που θρυμματισμένο περιχύνει τις πέρα κορφές
των βουνών που γελάνε
σχεδόν απολιθωμένα.
Ήπια την σιωπή που τριγύρω μου απλώθηκε-
μέχρι την τελευταία γουλιά.
Είδα
τον χορό του μικρού σπουργιτιού
πάνω στις πλάκες
κρατώντας ένα ψιχίο πολύτιμο αγαθό.
Είδα
το χνάρι της μοίρας που γράφει
στις σελίδες του όρθρου
την ψυχή μου-
σαν μία πεισμωμένη φωτιά
που θέλει ν’ αγκαλιάσει όλον τον ορίζοντα..
Άφησα ελεύθερη την ταπεινή μου καρδιά!

24 Ιουνίου 2010

περπατάνε οι ώρες πάνω σε μια προβλήτα σύννεφου που παραπαίει

Εκπαιδεύονται μέσα μου κακόβουλοι δαίμονες, αιμολάφτες ονείρων-
στοιχειώνουν
την κάθε μέρα που ζω..

Έτσι
από αφαίρεση σε αφαίρεση, στο τέλος
με πάν’ σε μια πρόσθεση θλίψης
που τα βαραίνει όλα μέσα στις συννεφιασμένες Κυριακές.

Μετά
που δεν θα είναι τίποτα και να ορίζω
εγώ ο λίγος που επιθυμούσε τα πολλά
θα είμαι έτοιμος να μην μου χαριστεί ούτε μια λέξη
όπως αυτή καρφώνεται σαν βέλος στην καρδιά..

Και
βραδιάζοντας
που περπατάνε οι ώρες πάνω σε μια προβλήτα σύννεφου που παραπαίει
κάτω από τον επιμένοντα ουρανό-
θα βρω το μέτρο της μουσικής που μου έλειπε-θα μάθω
πώς κατέχει κάποιος
μια χώρα αισιοδοξίας..

Ωραίο πλεούμενο της μέρας

Ωραίο πλεούμενο της μέρας
γαλάζιο όσο ο βασιλέας ουρανός,
τιναχτό άρωμα του άνθους
που συλλαβίζει
την δύσκολη ορθογραφία του
που υπαγορεύουν
τα αισιόδοξα πουλιά.

Πίσω απ’ τα όνειρα
είναι μία ορθοδοξία των επιθυμιών,
ένα καλόκαρδο αεράκι που αναστατώνει
ξανθά φυτά των λιβαδιών.

Μες την καρδιά που θάλλει
με χίλιες ρίμες
χαράς.

μέσα στο ποίημα μου χωράν

Αναστατώνουν οι νυχτερίδες τις νύχτες μου μ’ εκείνο
το βιαστικό πέταγμά τους που πουθενά δεν χωράει.
Τα φτερά τους
ανοίγονται ως το κρύο απρόσμενο.
Είναι σαν κάτι σκιές που μαλώνουν με τον άγριο άνεμο
που στεφανώνει τους πολεμικούς μήνες ενός άγριου χειμώνα.

Εγώ
γράφω νομίζοντας ότι επιτελώ
χρέος που μου προέκυψε από τις πατρογονικές συναντήσεις.
Και είμαι
δυσκολεύοντας ολοένα τα λόγια μου, που -τέλος-
γίνονται μία μυθιστορία που μπερδεύονται
μέσα της το πραγματικό και το επινοημένο.

Σου μιλώ λοιπόν πιο αδέξια κάτι φορές-
όπως να βυθιζόμαστε στην ερημία των πόλεων.
Πασχίζω να σε ξέρω μέσα σε μία έμπνευσης μουσική
που θα την κάνουν τα λευκά τριαντάφυλλα να μοιάζει
άσωστη, πληθωρική, πιο ωραία
τώρα που μάθαμε να γράφουμε μέσα μας πιο ωραία την ζωή.

Και από λόγο σε λόγο, από χαμόγελο
σε χαμόγελο, καταφέρνει
να είναι το εφήμερο σημαντικό και να μας πλησιάζει
με άλλον τρόπο ο θεός
της κάθε μέρας.
Ώσπου,
στο τέλος,
μέσα στο ποίημα μου χωράν
ένα πουλί,
ένα παιδί
κι εσύ που υπερασπίζεσαι κάθε υπόθεση των παθιασμένων μας φιλιών..

ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ..

Τα μάτια σου
ραφινάρουν την σιωπή και μου την επιστρέφουν σαν υπέρτατο δώρο
που μέσα στον άνεμο φωσφορίζει όπως να θέλει να καίγεται
από της ικμάδας της την τόση την τόλμη.
Τα μάτια σου
είναι δύο λυρικά νομίσματα που με αυτά όλον τον έρωτα εξαργυρώνω
και μένω πάντα μαθητής σε μια λέξη που δεν μπόρεσα ακόμα
να φτάσω την κρυφή μουσική της.
Τα μάτια σου
υπερασπίζονται τον έρωτα με τόσους τρόπους
που η νύχτα γίνεται ένα βιολί που θλιμμένα μιλάει.
Φορώ την μοναξιά μου· κοιμάμαι.
Είμαι τόσο απλός μα εσύ το ξέρω πως αλλιώς με φαντάζεσαι.
Αλλά έχω αποτινάξει από εμένα αυτό το επίτηδες
φιλολογικό τίποτα, έχω αφήσει
να είναι τα λόγια μου τόσο καυτά, σαν κάστανα που ωραία
μια γλύκα του καρπού συλλαβίζουνε, έχω υπάρξει
πικραμένος, κουρασμένος, σχεδόν
όπως όλοι οι άνθρωποι είναι,
μετά που τους ταλαιπωρεί η δύσκολη ζωή-
μικρότεροι κι απ' τον πραγματικό εαυτό τους.
Και σε θέλω. Έρχεσαι
με τα μεγάλα πράσινα μάτια σου
που μια τίγρη που δεν θα εξημερώσω ποτέ μου θυμίζουνε-νικάς
εμένα κι εσένα. Με ρωτάς
πώς γράφω τόσο και τόσα ποιήματα- κι εγώ δεν ξέρω
γιατί ένα χέρι αόρατο μέσα μου οδηγεί.
Προσπαθώ να λέω το φως και των θεών τα σωσμένα.
Καταλαβαίνω
τον χρόνο σαν ένα αγκάθι που πονά
όταν εγώ δεν ξέρω να μιλήσω όπως αρμόζει
ούτε σ' ένα πουλί που συναντάω το ξημέρωμα
να τραγουδά ερωτικά τον μεγάλο καημό του..
Γιατί αποφασίζει τις μελαγχολίες του έρωτα η ζωή..

31.10.2009

ψάχνοντας να με μάθω-

Η ατολμία είναι θέληση που εξαερώθηκε.. Κλείστηκα
κάποτε πίσω από τα σφαλισμένα μου παράθυρα
ψάχνοντας να με μάθω-
όπως που κάνει για ένα άνθος μες τον κήπο του που αγαπά ο κηπουρός..

Κι είδα τον εαυτό μου απ' αυτό το ύψος
που βλέπει ένας αστροναύτης τον πλανήτη του:
σκέψου εικόνα!

Λίμνες, ποτάμια μέσα μου τα αισθήματα!
να τα αποκρυπτογραφήσεις σε αναστατώνουν..

Και με φωνή που θάλλει όπως που ν' απαγγείλεις Όμηρο
σε μία έρημη
παραλία που την βλέπει ο υπέρμαχος ήλιος.. Έτσι

κάποια στιγμή θα γράφτηκαν μες το υποσυνείδητό μου όλα τα θαύματα!

Θέλησα ποίηση του λυρικού νοήματος
που να μπορεί να σεβαστεί την μέσα μου ανθοφορία!

Κάποτε πολύ καινούριος για να με καταλάβουν τα παλιά αυτιά

Κάποτε πολύ καινούριος για να με καταλάβουν τα παλιά αυτιά
κάποτε πολύ φωτεινός για να με δούνε με τα σκοτεινά τους μάτια

Λέω, λέω:
ένας ποταμός που σκέφτεται τα λόγια μου, ένα ύδωρ λάλο

Κι όπως να κάνεις έρωτα σε μια γυναίκα που την έκαψε
ο πόθος και στην αγκαλιά σου παραδόθηκε
λίγο πριν το ξημέρωμα κι όλη την νύχτα
μιλούσατε για ποίησης αίολα δώρα..-Μετά

Φοράς το άσπρο σου πουκάμισο
άσπρος είναι κι ο κόσμος
τον κρατάς στην παλάμη σου-
σχεδόν
όπως σου τον παρέδωσε ο θεός
να τον αποκρυπτογραφήσεις..

Μακροημέρευσα με τα φτωχά ελληνικά μου

Ας συμβαίνουν τα πράγματα, ας είμαι
ανεξιχνίαστος σκοτεινός

Όσα που λέω κάποτε θα μου εναντιωθούνε

Αλλά εγώ είχα πιστέψει σε μια τεκμαρτή αθωότητα
έναν θεό πανταχού και πάντα παρόντα

Ψηφίζω το έλεος

Μακροημέρευσα με τα φτωχά ελληνικά μου

Σεβάστηκα το ταπεινό στρουθί-

Έλα έρωτα
της νύχτας που κρατάς τα φιλιά
μυστικά, έλα

Θα σκαρφαλώσω σ' όλα τα μπαλκόνια
του τρυφηλού σου ουρανού- έλα

Και δώσε μου μια έμπνευση που πάλλεται από ολόγιομο φεγγάρι.

Της βδομάδας το ξόδεμα
θα μου χαρίσει μια δοξαστική Κυριακή!

23 Ιουνίου 2010

Πληκτρολογώ λευκά όταν το ηφαιστειακό τους μαύρο περισσεύει

Τι θέλει ένας χορευτής που δεν ξέρει ότι
ο θεός είναι ο μέγας χορογράφος;

Τα πόδια του πια δεν πατάνε στην γη
η μουσική που ακούγεται είναι της "λίμνης των κύκνων"

Α, δέσποτα χρόνε, μαέστρο της απονιάς
εξαργυρώνονται όλα τα ηθελημένα μου

Ξόδεψα την ψυχή μου να πεισμώνω ελληνότροπα
δεν θα με καταλάβουν

Πληκτρολογώ λευκά όταν το ηφαιστειακό τους μαύρο περισσεύει

Και καμαρώνω ένα παιδί που παίζει μ' ένα τόπι ίδιο η υδρόγειος
που φλογερή και υποσχόμενη πολλά μέσα στο μέλλον πάει..

αν με ρωτήσετε θα πω πως είναι η ποίηση

Η άνοιξη φέρνει επάνω της μια ανοιχτόχρωμη υποψία καλοκαιριού
που πάνω από τις ανθισμένες μαργαρίτες
γυρίζει σαν ένα αεράκι ελαφρό που θα συνθέσει
μια άρια της ευωχίας το καταμεσήμερο.

Οι συγγένειές μου είναι με τούτο το ρέον άυλο υλικό
της γόνιμης σκέψης που κομίζει απόφαση
όλα να θάλλουν.

Έτσι που αν με ρωτήσετε θα πω πως είναι η ποίηση
σαν μυστικό κρυμμένο γύρω μας που το κρατά
καθένας μέσα του
και δεν τ' ομολογεί στον άλλον..

ΕΙΚΟΝΑ

Κοίτα τι κοχύλι θα φέρει κοντά μας την θάλασσα
γυμνό στην παραλία απιθωμένο
να μας θυμίζει ένα ωραίο καλοκαίρι που περάσαμε..

Τι ζουζουνάκι τρελό που πετά πάντα στα χαμηλά πάνω απ' την τσούχτρα
που ξέβρασε η παλίρροια και πέντε η ώρα το πρωί που περπατάς την βλέπεις
όπως γυαλίζει πάνω της ακόμα το φεγγάρι..

Βρέξε τώρα τα χέρια σου στο θαύμα
χάιδεψε τον σγουρό βασιλικό
η Ελένη που ήρθε έκανε πιο απρόσιτη την Τροία που χάθηκε
μέσα σε μία του μυαλού σου μακρινή εποχή..

Που θα με οδηγήσουν οι αναζητήσεις μου; τι ξημερώνει;

Τόση είναι η αφοσίωση σε τούτη την μεγάλη χορωδία
των λέξεων που, ως το τέλος,
ελπίζεις:
σε έναν ενθουσιασμό που ψηλά θα οδηγήσει
σ' ένα περίσσευμα
ψυχής
που μεταλαμπαδεύεται
και στην σιωπή ακόμα..

Που θα με οδηγήσουν οι αναζητήσεις μου; τι ξημερώνει;
αν όλα απλουστευτούν τα φωνήεντα
ο θεός σε μένα θα ελπίζει
έστω κι εγώ αν ονειρεύομαι να κλέψω
παράδεισο
φεύγοντας απ' τον οίκο του με γεμάτες τις τσέπες!

Γοητευμένος απ' το ταπεινό κι αναζητώντας το εύρυθμο..

Τα άστρα μου είναι σαν νότες προσευχές
που ακούγονται μέσα στον ουρανό να λάμπουν-

Δεν έχω τίποτα που να αντέχει τελικά
στων ανθρώπων τον ψίθυρο-

Δικάζουν με, αλλά θα πω
ειλικρινά τι είναι η ευκαιρία να κατέχεις
αθώο βάθος..

μια μουσική –όχι γαλάζια ή λευκή- μια μουσική αρχαιότροπη

Στο φως που τρέχει πάνω από τους ορυζώνες
ένα ελεύθερο πουλί που ένιωσε
δικαίωμα να υπερβάλλει.

Και μια μουσική –όχι γαλάζια ή λευκή- μια μουσική
αρχαιότροπη, γυμνή, υποταγμένη
στον παλμό της εύφορης γης.

Ο λόγος έχει αφιόνι, ο λόγος εξάπτεται
κάποτε γίνεται η μικρή στιγμή μεγάλη
η αλλαγή στον τρόπο που κοιτάς δεν έχει νόημα
η περίπτωση τώρα είναι σπουδαία
που το γραμμένο εξίσου είναι ρέον ποταμός- κι η πεμπτουσία
των πάντων μες το παρόν σου φανερώνεται.

Πόση σκέψη διανύουμε πριν να βρεθούμε
σε ένα ξέφωτο δύσκολο απ' όπου
κοιτάς αλλιώς και τον ίδιο τον θάνατο- κοιτάς
και δεν ξέρεις ποιά είναι η ζωή για ζωή..

Επιστρέφω από μέρες που δεν τις εμπιστεύτηκα
ποτέ μου. Έμαθα την ψυχή μου ουρλιάζοντας
λυσσασμένα- να μου αποδοθεί
ένα δίκαιο αγκαθωτό- όπως
να σε κεντά τσουκνίδα
και να σε πνίγει το αίμα
το πάθος
το γάργαρο όνειρο..

6.4.2010

Φταίει που μίκρυναν και χάσαν τον συμβολισμό τους τα φεγγάρια σου

Φταίει που μίκρυναν και χάσαν τον συμβολισμό τους τα φεγγάρια σου

φταίει που η σπονδυλική σου στήλη άρχισε να καθιζάνει

που
χορεύεις άτσαλα πάνω στων ιδεών την πίστα

που είσαι άκαιρος
πια, που έχεις
χρεία ανέμων

που χτυπώντας το ρόπτρο δεν ανοίγει κανένας την θύρα

που άδικα με παιδική αφέλεια στοχάζεσαι

που γράφεις ποιήματα κι οι άλλοι δύσπεπτα τα βρίσκουν..

Το υποτιθέμενο φως των ειδήσεων

Το υποτιθέμενο φως των ειδήσεων είναι ένα σκοτάδι καθησυχαστικό
καλά επιμελημένο για να σου αρέσει.

Η γαρνιτούρα του
των δημοσιογράφων η μελάτη ρητορεία
αλλά με τσέπες άδειες ο καθείς
είναι αγρίμι που δεν το λογάριασαν σωστά.

Και το φως ρέει από τον χρόνο γίνεται
επαναστατικό μήλο που θ' ανατρέψει
ψευτοπαράδεισο.

Μην σου υπόσχονται
βιολιά που θα παίξουν αλλιώς
μουσική: ξέρεις τώρα:

Είσαι άστεγος σκύλος που εκδιώχτηκε
απ' τ' όνειρο του

Και θέλουν να φαντάζει για σένα δικαίωμα
να επαιτείς και ένα τίποτα αθροιστικό πάντα να έχεις..
Πρόσεχε!
Πρόσεχε!

22 Ιουνίου 2010

ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ.

Γυρίζω εκεί πάλι και πάλι. οι παλιές μου αγωνίες ξαναορθώνονται.
Ό,τι έκανα είναι αφαίρεση από την πράξη που έμελλε έτσι να γίνει.
Τίποτα δεν είπα που ν' αξίζει ανταπόδοση.
Τα κόκαλά μου τρίζουν, οι ραφές
του κρανίου τρίζουν- πώς τα κατάφερε ο παλιός θεός
και γέννησε μιαν Αθηνά;
Μια ακαδημαϊκή προσήλωση να μην βλάψω
τον μηδέποτε τετραγωνισμένο ορθόδοξα κύκλο.
Μια επιμονή να είμαι μόνος αστροφόρος μέσα στο νεφέλωμα.
Πατάς με πατώ σε ανεβήκαμε όμως όλοι σ' αυτό το άμοιρο πλοίο
που είναι με όνειρα γεμάτο στα αμπάρια του.
Λέω τις λέξεις που κοστίζουν περισσότερο:
λέξεις κεχριμπαρένιες.
Ένα, δύο, τέσσερα, οχτώ-
με μαθηματική απόδειξη το άπειρο εντός μου.
Κρούει τα έγχορδα και βασανίζει τα πνευστά.
Τέλος όλων, ένα ποίημα πιο θνησιγενές κι απ' το σήμερα
που πέφτει κάπου πίσω απ' τα βουνά και γίνεται
ηλιοβασίλεμα
που διαολεμένα καγχάζει..

Είμαι άσεμνος που θέλει με την λόγχη του στήθους να παίξει..

Ανεβαίνει μέσα μου η στάθμη των έσω νερών, ανεβαίνει
η κλεψύδρα που μετρά την χαρά σου νομίζει το έργο της μέγα
εγώ σ' αγαπώ πριν και μετά την κάθε διάρκεια
γεωμετρώ όπου απουσιάζει η θλίψη
γίνομαι φλύαρος γλάρος που πετά στο γαλάζιο του πόθου του.

Όταν γράφεις το τελευταίο σου επιφώνημα μες το ηλιοβασίλεμα
οι λέξεις είναι προπύργιο της ομορφιάς που σε πλούτος κερδίζει
και χάνονται για να χαθούν οι τόσες θεωρίες μου.

Είμαι άσεμνος που θέλει με την λόγχη του στήθους να παίξει..

Και γεύομαι την δροσερή αρμύρα σου που νίκησε
το σκότος του βραδιού
και έσκισε απόψε τα σεντόνια να παραδοθείς σε μένα..

Η μέρα είναι μητέρα ευφωνίας

Δροσιστική αρχοντιά του νερού
ζώσα αυτοκρατορία γαλάζιου

Η μέρα είναι μητέρα ευφωνίας

Μεταφράζεται σε άνεμο, σε πουλιά

Σε σένα που ο έρωτάς σου είναι
τραγούδι
που λέει μες το καταμεσήμερο ο έφηβος χρόνος..

Το ποίημα

Το ποίημα είναι η απλή κατάληξη
ενός κανόνα που με ακρίβεια σπάει
τις φόρμες

Κι εντός του
ανθίζει
μικρό κυκλάμινο
εντυπωσιακό
υποσχόμενο
που θα γεννήσει αιθρία..

Ζορίζεται η πατρίδα, δεν τα βγάζει σε πέρας

Ανάμεσα στις γέρικες ελιές και τον κυκλοθυμικό κρύο αέρα
η μέρα δένει τα παπούτσια της να παραβγεί
με την ταχύτητα που η βδομάδα εχάθη.

Κυβερνούμε ένα κακότυχο πλοίο.

Ζορίζεται η πατρίδα, δεν τα βγάζει σε πέρας
μ' όλους αυτούς που την απομυζούν και θέλουν
να την έχουν σαθρό υποχείριο.
Αν θες να ξέρεις
πολλά θα κοστίσει το παρόν
μέχρι το μέλλον να γράψει την χρεοκοπημένη του διαύγεια.

Κι είναι καλό που αγαπάς ετούτο το ατιθάσευτο ποτάμι
των λέξεων
που θα γίνουν αύριο μια νέα θρησκεία..

Αυτά που θα διεκδικήσω με τον λόγο μου

Αυτά που θα διεκδικήσω με τον λόγο μου
θα κάνουν την πεζότητα να εκραγεί

Είμαι νοτισμένος υγρασία που προδίδει παράδεισο
κι όμως είναι από ειδωλολατρικές αγάπες που κρατούν τα γονικά μου

Κοιτώ όπου ο έρωτας βλέπει

Τα στήθη της κοπέλας ανθίζουνε, νοηματοδοτούνε
το αβυσσαλέο παρόν

Και στο χωράφι με τα χαμομήλια ο ήλιος παίζει
των αχτίδων πεντόβολα

Ευειδής και πράος, ιερός
με του φωτός το καλυμμαύχι που σκεπάζει το κορμί του που ανεβαίνει ψηλότερα
ως τις κορφές των λυγερών ευκάλυπτων..

Σωπαίνω- είμαι
ο αδαής που ορέγεται να απολαύσει κάθε ζουμερό
φρούτο της έκπληξης!

Στέκομαι και κοιτώ: το φως τα δικαιώνει όλα

Είναι Παρασκευή (όχι απ' τις μεγάλες)
μικρή μικρότατη, που μόλις χωρά
την καθημερινότητα ενός εντόμου
που γυρεύει να τρυγήσει ένα λουλούδι αιθέριο

Στέκομαι και κοιτώ: το φως τα δικαιώνει όλα
έκοψα πάλι τα νύχια μου- δεν μπορώ πια να γδάρω
τον καμβά μιας ερωτικής στιγμής έμπνευσης
που θα γυρίσει όλα τα χρώματα προς το γαλάζιο

Κοιτώ: κανένας να μου πει πως θα συλλάβω
τον άνεμο που μέσα στο μυαλό μου κάνει
τα επιδέξια τόσα τσαλίμια του

Αριθμώ εφτά μέρες και μετά τίποτα:
ο άγγελος με εγκατέλειψε- μόνος πάω
να μην μου δώσει εμένα ελπίδα κανένας.

Είναι Παρασκευή (όχι απ' τις μεγάλες)
μικρός μικρότατος θέλω να χαριστεί
σε μένα ό,τι υπόσχεται στον κόσμο το φως..

Α, θάρρος του λόγου, αβροδίαιτο στιχάκι

Η ομορφιά των σύννεφων καταφθάνει από τον αφηρημένο ορίζοντα
εσύ λυγάς γιατί σε έκαψε ο πόθος
που έγινε μετά μουσική
και ποίημα
και έρωτας
που ακούμπησε πάνω στα πέταλα ενός λουλουδιού
τα κουρασμένα σανδάλια του..

Έχεις χρεώσει το χάος στην ταλαιπωρημένη ψυχή σου
αλλά η ψυχή σου έγινε μια νυσταγμένη πεταλούδα
που την κοίμισε στην αγκαλιά του ο άνεμος
και ήρθε η νύχτα τώρα να την πάρει.

Α, θάρρος του λόγου, αβροδίαιτο στιχάκι που δικαιώνεις
την ποίηση
γλυκά λογάκια που άνθισαν και λέξεις
που ζεματάνε λέμε
ο καιρός είναι σκλαβιά της ζωής μας
αλλά εμείς έχουμε βάλει πλώρη για το αδύνατον..

Ξημερώνει νυχτώνει- ο ίδιος καημός πάντα εγγράφεται
μες τα τετράδια που σουλατσάρει αήττητη μια θλίψη..

Το ποίημα γράφεται στην ανοιξιάτικη του διάρκεια..

Στον κήπο ανάβει μία πολυόμματη άσπρη τριανταφυλλιά
με τα μεγάλα ρόδα της που κοιτούν εμάς και τον περαστικό έναν
που φιλά ένα ξανθό ωραίο κορίτσι.

Λιγάκι ύστερα από το πάρκο που οι συνταξιούχοι κάνουν βόλτες σπάζοντας την ανία με την παρέα τους.

Και τ' αυτοκίνητα που τρέχουν μόλις δέκα μέτρα χαμηλά
στον δρόμο που διχοτομεί την πόλη.

Ένας καιρός θλιμμένου στοχασμού- ένας καιρός του σκέπτεσθε αλλήλους.

Ξεπνόισε σαν να μην είχε τίποτα να δώσει ο χειμώνας..

Το ποίημα γράφεται στην ανοιξιάτικη του διάρκεια..

Ο άνθρωπος είναι απλά φοβισμένος-
δεν δίνει αισθήματα κι οι πράξεις του
μυρίζουνε ιδιοτέλεια
που θα σκεβρώσει το ύστερο μέλλον φριχτά..

Το φως του φεγγαριού εκνευρίζει τα μυριάδες μυγάκια

Το φως του φεγγαριού εκνευρίζει τα μυριάδες μυγάκια
που τρώνε για να χορτάσουν τον ανήθικο άνεμο.

Περπατώ νυσταγμένος ακόμα
το κύμα σκάζει στα πόδια μου
η αμμουδιά είναι ένας παρθένος φιλόξενος τόπος.
Η ζωή επίμονα να καμφθώ δοκιμάζει
Έχω πιστέψει στο νικελωμένο εγώ μου
είμαι ένας γλάρος που κέρδισε
το φως της βασιλείας.

Αυτό το ελληνικό νησί που έρχεται
από την έμπνευση του Ομήρου
γλαυκό και αράγιστο, με ιστορία αρραγή που δικαιώνει
τον στίχο, μετά
θα βρεθεί να λάμπει μέσα στην ανθισμένη αυγή του..

Και ξέρω πόσο είναι αυθόρμητο αυτό το ξημέρωμα
που ροδίζει για να γίνει μετέπειτα
μια οικουμενική προσευχή
που όλον τον κόσμο χωράει..

Διαχειρίζομαι την απουσία του υποκειμένου που θα γίνει κάποτε
παρουσία αγγέλων
που υμνούν μια θάλασσα των αισθημάτων..

Μπορώ και διαβάζω τον άνεμο

Μπορώ και διαβάζω τον άνεμο- οι πνοές του
πάνω στα ανθισμένα φυτά
είναι απόλυτα της δικαιοδοσίας μου. Ορίζω
αυτό το χάδι σαν ανάσα που υπόσχεται
θεό. Δεν κοιμάμαι, δεν πτοούμαι, δεν απελπίζομαι.
Δεν είναι μια ήττα μέσα μου αγιάτρευτο τραύμα.
Αγκαλιάζω τις ιδέες και μου γίνεται πιο πλατύς ο ορίζοντας.
Μιλώ με λόγο που κάρπισε.
Φανερώνονται κάποτε όλα: οι ψυχές απαστράπτουσες
φωταγωγούν το έρημο βασίλειο της νύχτας.
Και κείνοι οι μενεξέδες που πολλά υπόσχονταν
λίγο πριν την αυγή- τώρα να, κοίταξε: τρίζουν
το ζορισμένο τύμπανο της όρασης να καταγράψει την αλήθεια τους.
Με τόσα ποιήματα που είπα δεν μπορεί παρά να αναρριχηθώ
ως τον αυλόγυρο που κρύβει τον παράδεισο.
Και θα φωτογραφήσω τα τοπία που ήθελα
ο νους μου μόνο αυτά να έχει..

21 Ιουνίου 2010

Α μικρή πεταλούδα της μέρας ~ ηθική που ανέμελα ανθίστασαι

Όπως κατανοώ την σημασία του ταπεινού
επαναπατρίζονται μέσα μου τα όνειρα
γίνονται χώρα που την κυβερνούνε οι επιθυμίες

Αυτός που είμαι εγώ ενδύεται το πάθος
για να επιβιώσει

Α μικρή πεταλούδα της μέρας ~ ηθική που ανέμελα ανθίστασαι

Όπου κρύβομαι η ζωή μονομιάς λες με βρίσκει
και μου αφαιρεί τα υπάρχοντα

Με ένα γέλιο μόνος πάω
μέσα στις σκυθρωπές πολιτείες
που τις τρώει ο απολίτιστος βοριάς..

Από τις αναμνήσεις μου κρατώ εκείνες που ποτέ δεν με πρόδωσαν.

Διαβάζω τον θάνατο- η ζωή είναι ένα κυνικό ποίημα
που καταλήγει σε κείνον..
Από τις αναμνήσεις μου κρατώ εκείνες που ποτέ δεν με πρόδωσαν.
Ήμουν κάποτε νέος, γεύτηκα τα καλούδια του έρωτα.
Φίλησα το κρασάτο στήθος, άγγιξα
το πολύλαλο κορμί, το ένιωσα
να ριγά
μέσα στα χέρια μου-
ώσπου να γίνουν τα χέρια μου
δόκανο της αφής
που καίει και με τα δάκρυά της φτιάχνει ο θεός
αντένες
που μιλούν για να ακούσουν όλοι
συμπαντική ομορφιά..

μηρυκάζεις την γήινη θλίψη

Φορώ τις κουρασμένες πυτζάμες μου, κυνηγώ το κατόπι τα όνειρα
η πόλη μου είναι ένα θαυμαστικό πάνω στο σώμα της υδρόγειος
μια ανοξείδωτη αρχαία σκέψη επικυρώνει όση σοφία θα σταλεί στο μέλλον
πού να πιστέψω; ο θεός είναι εξίσου άκυρος
μ' ένα εισιτήριο θεάτρου που οι ηθοποιοί δεν έδωσαν ποτέ παράσταση
ο μισθός μου πολύς εν τοις ουρανοίς- τι λέμε τώρα;
ποιός θα πληρώσει τον βαρκάρη που θα με περάσει απέναντι;
σε τούτα τα νεκρομαντεία ο αέρας πια δεν είναι
καθόλου θωπευτικός- αναμαλλιάζει την κόμη σου
τα δέντρα ξιφομαχούν με τα απλωμένα κλαδιά τους
εσύ μηρυκάζεις την γήινη θλίψη
φθείρεσαι όπως ο χρόνος υποταγμένο σε κάνει..

Γιατί αγαπούν τόσο την ύλη οι δέσποτες;

Να παίρνεις φόρα και να εκσφενδονίζεσαι
καταμεσήμερο που αγνοεί ο θεός
τις αθώες σου τόσες δυνατότητες-
να εκσφενδονίζεσαι
μες τις αλήθειες που θα ειπωθούνε..

Οι ποιητές που ξέρουν, σήμερα σιωπούν
οι λέξεις τους άηχα φύονται
μες τον κηπάκο των λεξιλογίων.

Η εποχή πληγώνει τον ιερωμένο της, δεν έχει
άλλο να επιδείξει από πυρκαγιές πολέμων.

Μες την ψυχή σου σκοτεινιάζει.

Γιατί αγαπούν τόσο την ύλη οι δέσποτες;

Αν άφηναν του οξυγόνου την μοίρα να την ζήσουν δίκαια όλοι
αλλιώς θα γύριζε η γη περί τον άξονα!

5.4.2010

Ήρθε και έφυγε η σκλαβιά- αλλά η σκλαβιά είναι πάντοτε μέσα μας.

Είναι γιατί έχω θελήσει μια πατρίδα στοχασμού
όπου χωράνε λίγοι.
Απιστούν στο αθώο οι άνθρωποι.
Έχω εξαργυρώσει τα όνειρά μου.
Δεν μου μένει
παρά ο καημός ν' αρέσω σ' ένα ρόδο πρωινό
που μες την μέρα φορτωμένο έμπνευση μιας νύχτας έρχεται.

Δεν υπάρχω αν δεν υπήρξε το ποίημα- δεν μπορώ..
Με κατέφαγαν τόσο οι λέξεις..
Οι δύο κόσμοι που ζούμε: ο ένας
ορατός, σφύζει από περίσσεια ύλης- ο άλλος
αόρατος από ψυχή και νοήματα φλέγεται.

Ακολουθώ το πεπρωμένο μου:
Όπως της πατρίδας μου τα γραμμένα, μέσα εκεί στους αιώνες.
Ήρθε και έφυγε η σκλαβιά- αλλά η σκλαβιά είναι πάντοτε μέσα μας.
Όποιος από ελευθερία καταλάβει σήμερα
αύριο θα βελάζει
αμνός-
μέχρι να γίνει η βορά των λύκων.
Πρόσεχε!
Πρόσεχε!

20 Ιουνίου 2010

να μην σου μιλώ και τι σκέφτομαι να ξέρεις χωρίς να στο λέω

Αυτές οι μικρές μυστικές επικοινωνίες:
να μην σου μιλώ και τι σκέφτομαι να ξέρεις χωρίς να στο λέω

Κοιτώ μακριά- το μέλλον ξαφνιάζει
γίνεται ένα έντομο που δείχνει κεντρί-
θα πληγώσει..

Τι χορογραφία αυτή η σκέψη που μεταφέρει μια αόρατη ενέργεια
και δίχως να εκδηλώνεται πάει
προς την μεριά του ορατού!
Τι ρητορεία βελουδένια!

Το ποίημά γηράσκει
αεί διδασκόμενο
θεό αιώνιο Ήλιο!

5.4.2010

αν πρόκειται για τον έρωτα το ρόδο που φύεται είναι άλικο, βελουδένιο..

Ο θάνατος κηδεμονεύει την ζωή- εκείνη
δυστυχισμένη του υπακούει
Αλλά αν είναι για τον έρωτα
το ρόδο που φύεται είναι άλικο, βελουδένιο..

Ωραία λικνίζεται για να λικνίζεται
πάνω στον εμπνευσμένο μίσχο του,
ωραία γράφει
την ομορφιά στην καρδιά!

Ξημερώνουν τόσες ημέρες που ξέρω αυτό το ρίσκο της αναπνοής
ανάμεσα στις εμφύλιες άλλες ανάσες, μέσα στην πόλη
που κάνει τις ψυχολογίες τρωτές, τον άνθρωπο
παιχνιδάκι του χρόνου.

Αλλά
αν πρόκειται για τον έρωτα
το ρόδο που φύεται είναι άλικο, βελουδένιο..

Και αντιστρέφονται οι αξίες: το φτωχό
πλουταίνει και είσαι
ποιητής που γνωρίζει απ' την σκιά να ξεχωρίζει το ανάστημα
που έχει αληθινά μια καρδιά..

1.4.2010

Πίσω απ' την οθόνη τόσοι άνθρωποι κι όμως κανείς

Όταν σβήνει το φως,
η θλίψη των αγγέλων φτάνει ως την μοναξιά της ψυχής μου.
Το φεγγάρι αργυρά πως μιλά!

Πίσω απ' την οθόνη τόσοι άνθρωποι κι όμως κανείς

μοντάρουν την ζωή τους πιο υπομονετικά
απ' ότι κι ένα δέντρο θα κάνει

αφήνοντας τον άνεμο να σαλεύει τα κίτρινα φύλλα του…

31.3.2010

Βραδιάζοντας αδειάζει όλα τα φορτία του ο ουρανός

Βραδιάζοντας αδειάζει όλα τα φορτία του ο ουρανός

τα κηπευτικά μεγαλώνουνε,
σχεδόν μυστικά,
κρέμονται απ' την ευφορία!

Μια θνητή μαργαρίτα κλείνει τα κίτρινα φύλλα της
για να περιμένει ύστερα απ' τον αγιασμένο της ύπνο
τον μακάριο ήλιο.

Γελάς ή σωπαίνεις.

Και τα μάτια σου είναι όπως ποιήματα
που υποσχέθηκε ο έρωτας κι ακόμα δεν τα έγραψε
κανείς στον ουρανό
που πια μπλαβίζει
κι αντιμιλάει στον θεό…

θα σου πάρω ένα φιλί να ξεκλειδώσω την νύχτα μου!

O χρόνος είναι μοχθηρός και ξεφτίζει τις μέρες
στις αγρύπνιες σου
κάποτε χωρά το φεγγάρι
κι άλλοτε ένας ήλιος εγωιστικός.

Ο εαυτός σου είναι ένας ολόασπρος κύκνος
που πλέει στα ήρεμα ψυχολογικά του νερά.
Τα κατάφερες!
Είναι φως η ψυχή σου κι όμως ψυχή δεν υπάρχει
και ο θεός
είναι μια νοσταλγία για να ξεπληρώσουμε
τιμωρημένο παράδεισο.

Αλλά θα ειδωθούμε:
πίσω από τις ανθισμένες λεμονιές, μετά από την μάντρα
του παλιού σπιτιού που φωτίζει
αργυρά το φεγγάρι.

Και θα σου πάρω
ένα φιλί να ξεκλειδώσω την νύχτα μου!

Πώς φτάνω σε σένα πάντα διψασμένος

Μια γιορτή της αφής και το ρόδο σου
ανοιχτό, βελουδένιο
σαν χείλη που θα υμνήσουν παράδεισο.

Το αίμα ηφαιστειακό, κύκλους τόσους γυρίζει
όπου δεν θα ησυχάσει γρήγορα κιόλας.

Ασθμαίνεις γιατί το πάθος σου έγινε λύρα
που παίζει έναν φρενιτώδικο σκοπό.

Πώς φτάνω σε σένα πάντα διψασμένος
για έναν ουρανό που μόνο εσύ μου χαρίζεις!

30.3.2010

ό,τι δίνω παντί τρόπω και πολλαπλά επιστρέφεται

Τόσο επικεντρωμένος στο αθώο
που η συνείδηση μου αδιάκοπα φλέγεται

ό,τι δίνω παντί τρόπω και πολλαπλά επιστρέφεται

μέσα στο όνειρο που σπάζει και οι κρύσταλλοί του

πέφτουν μέσα στο ποίημα που όπως μια λίμνη λάμπει

κάτω απ' τον ήλιο…

19 Ιουνίου 2010

ψαρεύουμε σε μία λάθος επιδιώξεων θάλασσα

Δεν παζαρεύουν τα πουλιά τον δικαιωματικό τους ουρανό

εμείς που με εγωισμό ζούμε
έχουμε κάνει την κτήση μοναδική μας υπόθεση
αλλά γυρίζει ο τροχός

κι η ευτυχία ωκύποδη διαφεύγει

ψαρεύουμε σε μία λάθος επιδιώξεων θάλασσα

νυστάζουν οι ευαισθησίες μας

πια

και αποστεωνόμαστε ώσπου να γίνουμε
μαλάκια κολλημένα στον απόμερο βράχο
των γκρεμισμένων ονείρων…

Το φεγγάρι ταξιδεύει τα σπίτια, το φεγγάρι τα κάνει πιο ακόμα λευκά

Το φεγγάρι ταξιδεύει τα σπίτια, το φεγγάρι τα κάνει πιο ακόμα λευκά
κι από τα δόντια της νέας τσιγγάνας
που όλη την μέρα μεθυσμένη χόρευε..

Η φούστα της κινούσε όλη την περιέργεια του ανέμου
που κάτω τρύπωνε το έμορφο φωνήεν της να δει.

Έπαιζε πιο γλυκά κι από το ώριμο σύκο
το καλοκουρδισμένο του βιολί.

Ο ήλιος με το κάθε τι θνητό
γύρω της μάλωνε.

Και όταν έπεσε για τα καλά η νύχτα
οι δρόμοι ανοίχτηκαν που τα κορμιά θα σμίξουν
να γίνουνε οι αναστεναγμοί
γλυκό φαρμάκι..

ο νους μου είναι ένας φυλακισμένος πρίγκιπας

Γράφοντας την σκέψη μου
ο νους μου είναι ένας φυλακισμένος πρίγκιπας
που πολιορκεί όλα τα βουλεβάρτα της επιθυμίας.

Οι ορδές των φουσάτων του
είναι μικροί κραδασμοί
πάνω στο σώμα της φιλοσοφίας.

Κι αν πω πως θέλω να κατανοήσω
κατά που πάει- έρχονται πουλιά
και με αποπροσανατολίζουν-

να δεχτώ μια ανεξιθρησκία θανάτου.

εσύ ήσουν όλων των θαυμάτων οι εκδοχές

Συμβαίνον ποίημα - εφάμιλλο με την ομιλούσα φωτιά

και όταν έψαξα να βρω μια αιτία
εσύ ήσουν όλων των θαυμάτων οι εκδοχές,
ο τρόπος που μιλά το αόρατο.

Σε είδα όπως άλλαζες από μέρα σε νύχτα
και γινόσουν θεία αποταμίευση λέξεων
που κάνει την σκέψη μου
πιο βαθιά πιο βαθιά
ολοένα-
ώσπου να σμίξει με το πάθος το αόριστο..

29.3.2010

Η ποίηση είναι ένα παρατεταμένο επιχείρημα

Η ποίηση είναι ένα παρατεταμένο επιχείρημα
εναντίον της όποιας φθοράς.

Αφήνει ηθικά άνθη να περιφέρονται:
γύρω της- μέσα.

Ανάποδα αν το δεις:
είναι σαν να σου λάχει να τα πεις με τον θεό
κι αυτός συμπάθεια να δείξει..

Μαθητής ο έρωτας, δάσκαλος ο έρωτας.

Αυτό που είναι χέρι στην μέρα
στην νύχτα είναι εκκωφαντικός άνεμος
που παίρνει μακριά μας την θλίψη.

Λέγονται άστρα- λέγονται όνειρα.

Φιλιά λέγονται-γλυκά αναστενάγματα.

"Μωρό μου.. έλα πιο κοντά.. " την ώρα
που ο ηθοποιός χρόνος ξεκάνει
την ανίερη συμμαχία των άξεστων τρωκτικών.

Μαθητής ο έρωτας, δάσκαλος ο έρωτας.

Φειδωλά δίνεται σ' όλους το πρώτον-

όμως
όταν σε καταλάβει υπέρμετρα
σε πολλαπλασιάζει…

Οι μέρες που αποχωρούν από τις μέρες μου

Οι μέρες που αποχωρούν από τις μέρες μου
είναι μια τεθλασμένη ευθεία
που δεν καλά κρατιέται από της βδομάδας
τον σκουριασμένο ιστό.

Είναι παλίνδρομες, μελωδούν
έχουν κρυμμένο εντός τους φεγγάρι.

Ξεφτίζουν λιγόλογες μα έχουν
εμπιστοσύνη στον εικοσιτετράωρό τους εαυτό.

Τις βρίσκω πίσω από τις βοκαμβύλιες
και την μεγάλη μάντρα που σε μια αυλή
πίνεις εσύ πιο μελαγχολική από ποτέ τον παγωμένο καφέ σου.

Με φέρνουν σε δύσκολη θέση- δεν ξέρω να πω
το χρώμα τους
και την ανυπεράσπιστή τους ηθική ακεραιότητα..

Ο ήλιος είναι η μαθηματική άποψη μιας χαράς.

Ο ήλιος είναι η μαθηματική άποψη μιας χαράς.

Λάγνος, κλέβει τις καρδιές όλες των λουλουδιών.

Στον κήπο του περπατούν οι νεογέννητες χήνες
που σπάζουνε με τα κραξίματά τους το γυαλί του πρωινού.

Ακούω τον ιερέα που ενσπείρει μεταφυσική υπόσχεση
στο απελπισμένο εγώ μου.

Να κλάψω θέλω.. Γεννήθηκα
παράλογα φτωχός μα ευτυχώς
έγινα πλούσια
κατέχων ποιητής!

18 Ιουνίου 2010

Δεν τηρώ ούτε την ορθοδοξία της αναπνοής:

Είναι η νοσταλγία μια χαλασμένη κιθάρα
που παίζει νότες ξεκάρφωτες παρελθοντικού στοχασμού.

Οι χορδές της παγώνουν το βαρυσήμαντο ποίημα
που γράφει για να επιβιώσει η άνοιξη.

Έχω μνήμη που ανθίσταται, έχω διάθεση καλή!
Για απόψε, για πάντα.

Χορεύω όπως κανείς δεν μπορεί- είμαι
ο τσαρλατάνος των αποκαλύψεων-
να με απομυθοποιήσω θέλω.

Αστείοι είναι οι κανόνες μου..

Δεν τηρώ ούτε την ορθοδοξία της αναπνοής:
Λαχανιάζω..

έσπασες του λεξιλογίου τον κουμπαρά

Ατελείωτα είναι τα φονικά αγκίστρια της ύλης, ατελείωτα..
Να αποφύγω προσπαθώ..

Αίγα ψυχή που σκαρφαλώνεις πάνω
στα βράχια τα απόκρημνα του ουρανού
ξέρω τον οίκο σου.

Σε είδα μες τα ποιήματα να βλαστημάς που δεν αντρώθηκες
κοινωνικά επαναστατώντας.

Κοιτούσες τα σύννεφα- σου 'χε λείψει το γεμάτο φεγγάρι

Όπως τότε που ερωτεύτηκες κι έφηβος πήγες
κι έγινες του φιλιού παρανάλωμα

πίσω απ' το παλιό σχολείο- μύριζε ο τόπος αγιόκλημα-
έσπασες του λεξιλογίου τον κουμπαρά
γλυκά λογάκια για να πάρεις..

Είναι ξινότερα από όλων τα λεμόνια μου.

Με κυνηγούν κάτι σκέψεις, κρύβομαι
βαθιά μέσα μου- σκληραίνω.

Νομίζω θα χαθώ από αβλεψία.
Πονάω. Απελπίζομαι.
Πολλές φορές.

Είναι ξινότερα από όλων τα λεμόνια μου.

Δεν με καταλαβαίνει
ούτε αυτή η πένα μου
που ό,τι θέλει πλέον γράφει.

Κι επιζητώ να καταφύγω σε μια μουσική
που θα με κρίνει που υπήρξα λίγος
να τα βάλω με την αιώνια θάλασσα..

είμαι μοναχικός άνθρωπος

Εδώ είναι η πόλη που ξέρω: οι δρόμοι της
πολλοί εγωισμοί ενωμένοι
να κάνουν ένα αποτέλεσμα
"σε νίκησα Σολωμόντα.."

Κάθε βράδυ
τα φώτα ανάβουν
και είναι κίτρινες λάμψεις
που κοιτούν με τα μυωπικά γυαλιά τους
ανθρωπάκια που θα διαπρέψουν στην αφάνεια:
οικογένεια χάους!

Δεν ξέρω την ελπίδα τους - είμαι μοναχικός άνθρωπος
θέλω να βλέπουν οι άλλοι το ωραίο πρόσωπο της πίστης..

Γιατί εγώ
απίστησα σε όλα να μπορέσω
σε μια στιγμή να έχω κάτι αληθινά πιστέψει…

17 Ιουνίου 2010

πιάνω το ενεστωτικό τίποτα.

Σκιάχτρο των ανέμων ~ με την καρδιά μου έντονα παίζεις.

Δεν μιλώ ~ είμαι ένας φιμωμένος επαίτης.

Το σώμα μου πως στροβιλίζεται
για να είναι κάποια ώρα τα χέρια μου αντένες:

πιάνω το ενεστωτικό τίποτα.

Και πόσο βάθος
οι σκέψεις του μυαλού!

Τόσο που να μην μπόρεσε δραπέτης λόγος να υπάρξει
μέσα σε μια σελίδα
που τον κατέδωσε..

28.3.2010

Έτσι κι αλλιώς θα φουντώσει η άνοιξη

Ας κοιμηθώ μια ώρα..
Έτσι κι αλλιώς θα φουντώσει η άνοιξη
και δεν θα χωράει στο ποίημα!

είμαστε θηρία που βγάζουν τον καλό τους εαυτό.

Γειτονεύοντας ο ένας με τον άλλο
είμαστε θηρία που βγάζουν τον καλό τους εαυτό.

Αλλά παραφυλάμε να πιάσουμε αδιάβαστο
τον διπλανό
και να του δώσουμε να καταλάβει τι σημαίνουν οι οστεοθλάστες.

28.3.2010

"Θεέ μου- είναι η ψυχή της.." σκέφτηκα.

Πάνω απ' τον τάφο μια μέλισσα
πετούσε από λουλούδι σε λουλούδι.

"Θεέ μου- είναι η ψυχή της.." σκέφτηκα.

Αλλά δεν ήταν άλλο από τον Μάρτιο

που κέρδιζε στο δυναμόμετρο της άνοιξης…

28.3.2010

Με τόσο ένστιχτο μέσα μου ατιθάσευτο

Όσο περνούνε τα χρόνια
το στόμα μου λέει λέξεις που τ' αυτιά δεν πιστεύουνε-
κι εγώ
το ξέρω:
τα λόγια μου αδικούν τις αισθήσεις.

Εκείνες είναι τίγρεις που για να επιτεθούνε επιφυλάσσονται
μόνο κοιτούν που ο ήλιος πια δύει
και ήταν ωραίο σαν αιωνιότητα το μεσημέρι τους.

Με τόσο ένστιχτο μέσα μου ατιθάσευτο
μόνο να νοσταλγήσω την δύναμη ενός θαυμαστικού θα μπορέσω…

27.3.2010

ερωτεύομαι ένα ρόδο που απίστευτο είναι

Επειδή με κάποιο τρόπο όλοι είμαστε αθάνατοι
και οι προσδοκίες για κάτι αναστάσιμο πάντα θα συγκινούν
έρχομαι από ένα πουθενά που ξενίζει
είμαι ο άρχοντας των τιποτένιων στιγμών

των συναθροίσεων των χαρωπών δευτερολέπτων
που επιβεβαιώνουν ότι ο κάθε ελάχιστος χρόνος
εμπεριέχει μια επική αιωνιότητα…

Μαθητής στην θυσία ~ κι ας μην υπάρχει βωμός..

Κρυφή μου λαχτάρα- μυστικά που σε ξέρω!

Πολίτης του κόσμου ~ μονάχα η μουσική
μ' αφήνει έκθετο να με τρυγούν οι άνεμοι

όπως ερωτεύομαι ένα ρόδο που απίστευτο είναι
σκαλοπάτι στην κλίμακα της θνητής ομορφιάς!

25.3.2010

16 Ιουνίου 2010

στον ακρογωνιαίο λίθο μιας λέξης

Από πού έρχεται μια σκέψη από πού γίνεται ορατό
ένα νόημα- και θες δεν θες είναι εκεί και λάμπει

φορώντας λέξεις απ' το ποίημα σου, ώσπου να γίνει
η απουσία παρουσία κι ο μη θεός θεός…

Θα μπορέσεις να δεις πιο καλά μες την ψυχή σου
αδειάζοντας από κακία την ψυχή σου- φίλος όλων
των όντων- εξαγοράζοντας το τραγούδι σου με καημό..

Εσύ ο ανάδοχος όλων, εσύ ο χρήστης των δεξιοτήτων
του μέλλοντος. Θα πρέπει
να γνωριστείς με το μέσα σου-
προτού κατακτήσεις το έξω… Δες:
στο λίγο περισσεύει το πλέον
και στο πλέον βασιλεύει αυτό το σπέρμα απ' το ελάχιστο-
έτσι που με μια λέξη φτιάχνεις
λεξιλόγιο πλήρες
που θάλλει-
και μ' ένα λεξιλόγιο φτάνεις
στον ακρογωνιαίο λίθο μιας λέξης
που επάνω του όλος ο έρωτας αυτός καθαυτός
να στηρίζεται…

24.3.2010

Αυτό που επεδίωξα λευκό μες την νηφαλιότητα των ουρανών

Τρείς ώρες δρόμο μέσα στο μυαλό:
η φωνή της γης μέσα μου υψώνεται

μ' εκατό πύλες το πέλαγο σοβαρεύει, δεν είναι εκείνο που ξέρουμε,
ο λόγος της θάλασσας είναι μια περηφάνια αιώνια..

Κι ας διαλύονται για να συγκρούονται εκ νέου οι εξουσίες…
Οι πολιτικές ας κίβδηλο λόγο κομίζουνε…

Αυτό που επεδίωξα λευκό μες την νηφαλιότητα των ουρανών

κι από τον Δία λες
παίρνει πάλι νόημα
του κεραυνού και φλέγεται
ελληνόπρεπα….

ερωμένο φως που κάνει πιο την διάρκεια διάρκεια-

Τα χρώματα παίζουν με τις αισθήσεις μου
κι οι αισθήσεις μου παίζουν με τα χρώματα-
αποταμιεύω αγνότητες των πάντων-
μέσα μου στενογραφημένες όλες οι διδασκαλίες των πουλιών
και της θαλάσσης τα άρρητα ρήματα-
Κατέχω ένα ελληνικό μελτέμι-
Α! φως του μυστηρίου,
αόρατο διάφανο ευαγγέλιο
που ευανάγνωστα κάνει τα πάντα-
φορτίζομαι από μια σκέψη που μ' έναν έρωτα επί των πραγμάτων θέλει κι αφοσιώνεται-
ερωμένο φως που κάνει πιο την διάρκεια διάρκεια-
νευρικά ο άνεμος πλένει τα δέντρα με το οξυγονούχο του διάλυμα, τα μετασχηματίζει-
ο παράδεισος γίνεται παράδεισος με τα σπουδαία πουλιά του-
απλόχερα μοιράζει ο θεός πολλές καλές συγνώμες-
τα χόρτα σκύβουν επάνω από το σώμα της ευλογημένης γης..

ο θεός έχει τ' απόλυτα κέφια του

Είναι αυτό το ζωντανό μικρό χεράκι τ' ουρανού που ποτίζει εκείνες τις μεγάλες κίτρινες μαργαρίτες
όντας ο Μάρτιος
να καλπάζει δίγνωμη η άνοιξη
ούτε κρυώνει ούτε βρέχει
ο θεός έχει τ' απόλυτα κέφια του
ένας ανάπαιστος υψώνεται πάνω από τα οργωμένα χωράφια
που καλοτυχία συγκομιδής πάλι ελπίζουνε…

τώρα με τρόπο στοχάζομαι λίθου και ξύλου..

Κάνοντας τον λογαριασμό και έχοντας τίποτα πια ν' αποδώσει
η Ελλάδα στον μέλλοντα-
το ύδωρ της λάλον- και όμως ανθίσταται-
παρελθόντος ακμάζουσα σύνεση-
ποιός είμαι
όταν τώρα με τρόπο στοχάζομαι
λίθου και ξύλου..
Κομίζω μια ανερμήνευτη άνοιξη, ένα ρόδο
γενναία πορφυρό-
βουλευτής στα έδρανα των νεφών και τάζοντας στον κόσμο μια νεφελοκοκκυγία..
Πιστεύω θα ξεγράψω ανθιστάμενος την τραγωδία μου-
ένα ποίημα είναι φως που σπαθίζει- γελώ γαλάζια
θέλω να είμαι μόνος μου μες τον εγωισμό των χρωμάτων.
Έχω δικούς μου θεούς και οι άλλοι γελούν που επιμένω
να λατρεύω τα πάντα ωδικά-
Αλλά όμως είναι παγίδα - θα σε συλλάβουν οι λέξεις σου-
έχασες-
το σαρκίο σου ήδη κρεμασμένο
ανάποδα σήπεται- δεν έχεις
ελπίδα να σε ταριχεύσουν σωστά..
Κάνοντας τον λογαριασμό και έχοντας τίποτα πια ν' αποδώσω στον μέλλοντα-
είναι φως το σκοτάδι μου είναι ύμνος-
με έναν θούριο της Ομορφιάς γράφω
επάνω σε σελίδες λουλουδιών
το ευφωνικό όνομά της..

Ένα τραγούδι φτιάχνω από την αυτόκλητη χαρά των λέξεων

Σπρώχνω το σώμα της νύχτας έξω από το παράθυρό μου

Ένα τραγούδι φτιάχνω από την αυτόκλητη χαρά των λέξεων

Που χορεύουν μες το κεφάλι μου

Έναν αντικριστό χορό των αισιόδοξων ιδεών!

Δεν σου το είπα και στο είπα..

Αν κοιτώ μέσα μου είναι γιατί έξω και γύρω κοιτάζω.
Τόσο οξύμωρη ταλαιπωρία να στριμωχτούν μέσα στις λέξεις τα νοήματα
να δικαιώσουν την πρόταση την παράγραφο την σελίδα
και στο τέλος μια φιλοσοφία εκλιπόντος συγγραφέα που απίστησε
στα ιδεώδη του καιρού του.

Δεν σου το είπα και στο είπα..
Κράτησα μυστικό το μυστικό μου..

Και είδα το φως να μου κάνει την σκέψη ωραία..
Όσο περπάτησα μέσα στον κόσμο όσα είδα
είναι από ένα όνειρο που μπόρεσα απομεινάρι
και τα λόγια μου
της ποίησης είναι ένα άστρο
από έναν μακρινό της αγάπης μας ουρανό!

η σελίδα μου είναι ένα λιβάδι άγονα λευκό

Γέμισαν τα οικόπεδα με μαργαρίτες..
Φορώ ωτοασπίδες, δεν μπορώ
ν' αντέξω αυτόν τον θόρυβο της άνοιξης.
Έχω έναν λογαριασμό ανεξόφλητο
με το υπερπέραν..
Γράφω και σβήνονται από μόνα τους τα πάντα.
Έτσι που η σελίδα μου είναι ένα λιβάδι άγονα λευκό που πάνω του τρέχει ένα άλογο της φαντασίας..

θέλει θάρρος πεταλούδας να ξεφορτωθείς ό,τι σε κάνει βαρύτερο..

Λοιπόν αρχίζω με μια λέξη
με φορτισμένο παρελθόν
που την θέλει γονιμοποιημένη το μέλλον.
Οι λογοτεχνίες αξίζουν όταν, που τις διαβάζεις, σε κόβουν.
Μην φοβηθείς το αίμα!
Αρέσκεσαι στην μοναξιά αλλά θέλει
θάρρος πεταλούδας να ξεφορτωθείς ό,τι σε κάνει βαρύτερο..
Και πρέπει, πρέπει να πετάξεις!

ένας εγωισμός που ξεθυμαίνει

Να προετοιμάζεσαι να σε κατασπαράξει η αλήθεια
να περιμένεις υπομονετικά
να γίνει η ιστορία σου ένα κομμάτι έντιμου χρόνου-

εσύ που είσαι εσύ είσαι ένας που έζησε μέσα σε τόσες
συμβατικότητες
και τώρα θα χαθεί
ευτυχισμένα.

Το μόνο που απομένει από εμάς
είναι ένας εγωισμός που ξεθυμαίνει
και γίνεται ένα παμπάλαιο ζέον-

κι ο έρωτας
μαθαίνεται αποσπασματικά
σαν να μην είχε η ανάσα σου και τόση σημασία
κι εσύ την ξόδεψες μέσα σε ένα ψέμα να κοιτάς..

15 Ιουνίου 2010

Ποιώ ό,τι μου επιτρέπουν τα πεπερασμένα μου άυλα λεξιλόγια..

Να το ξέρεις λοιπόν: μας χρησιμοποιεί ο θεός
για να υπάρχει!
Ταξίδεψα μια μέρα ανάμεσα στα νησιά-
πρωί- έλαμπε ο ήλιος-
και σκεφτόμουνα πόσο παράδεισο χρειαζόμαστε
για να χτίσουμε μέσα μας μια λιανή ευτυχία.
Ακούμπησα τα δάχτυλα στην κουπαστή..
Ήταν ένας μακρύς διάδρομος απογείωσης
προς τον ουρανό το κατάστρωμα.
Εγώ με λέξεις έφτασα να πιστεύω την κάθε θρησκεία..
Έτσι, στο τέλος, δεν είχα ανάγκη κανέναν θεό
μόνο αγγέλους
με μια τεκμαρτή αθωότητα..
Και όπως ανεβαίνουνε την σκάλα τ' ουρανού να θλίβομαι
που δεν μπορώ ν' ακολουθήσω-
γιατί το θνητό μου φορτίο υπαγορεύει αλλιώς.
Ποιώ ό,τι μου επιτρέπουν τα πεπερασμένα μου άυλα λεξιλόγια..
Ορκίζομαι:
είμαι αθώος!

Παραπονιέμαι πάλι στον θεό..

Είναι που το κράτος των ελπίδων στηρίζεται
σ' ένα ταριχευμένο ψέμα.
Αισιόδοξα θέλεις να λογαριάζεις τα μέλλοντα.
Κι εκείνα που απειθαρχούν ποιός τα ορίζει;
Ανασκευάζεται ωστόσο το παρόν..
Τόσα υλικά αντίπαλα και στο τέλος
μπαχαρικού σπιρτάδα περισσεύει-
Η σκέψη εκρήγνυται..
Συνήλθα..
Ποιός θέλει να ζει μες τα όνειρα;
Υπήρξα ακρωτηριασμένος για δεκαετίες.
Χωλός που παραβγαίνει με δρομείς.
Με τις θρησκείες ξεμπέρδεψα.
Αυτό είν' ένα μανιφέστο της φθοράς.
Οι φίλοι μου είναι ψυχικά φθαρμένοι.
Δεν πίστεψα στην ανταπόδοση.
Επίγεια πρώτη παρουσία.
Παρουσία μου ο κόσμος με ξεπερνά και εξελίσσεται.
Δεν τον παρακολουθώ όπως πρέπει- δεν μπορώ.
Η ταχύτητα πάντα ελλιπώς θα σπουδάζεται.
Φεύγω απ' όλα-χτυπώ
επάνω στο μηδέν όλους τους αριθμούς.
Αναβλύζει νερό που δεν έχουν οι άλλοι.
Ξέρω όσα δεν ξέρω πως ξέρω.
Παγιδεύω στο φως όλο το υποταγμένο σκοτάδι.
Παραπονιέμαι πάλι στον θεό..

τι είναι αυτός ο αέρας που σκουντά την δίφορή μου λεμονιά;

Φορές φορές κι έξω από τον φράχτη της συνείδησης

υλικά που τα εργάζομαι για να γίνει ορατό το αόρατο ποίημα

κάτι λέξεις αχνές όπως τις αλιεύω βγαίνοντας από τον ύπνο

και σημειώνοντάς τες σε ένα τεφτέρι του μυαλού.

Κοιτώ:

τι είναι αυτός ο αέρας που σκουντά την δίφορή μου λεμονιά;

ποιές ψυχές θα μου φέρει;

Ο παππούς μου είναι εδώ που τα σπουργίτια και οι δεκοχτούρες διεκδικούν
μιαν οργιά τόπο όμορφης θύμησης.

Ο ήλιος καρφώνει τα βέλη του πάνω στα ζαλισμένα από τον χυμό τους λεμόνια..

10.3.2010

Έχω χορτάσει πια το εγώ μου- έχω θελήσει τον άνεμο..

Μια ευγνωμοσύνη που την έχει για τον ουρανό της κι η θάλασσα..

Πόσο κοστίζουν οι λέξεις μου; δύο φιλιά ή τρία
πέντε ή οχτώ- όταν θα είναι από πλεόνασμα
των ιδεών το ποίημα
που θα γιγαντωθεί να φτάσει ως το απώτατο
σύνορο του εντός μας Ωραίου..

Μιλώ με την ευφράδεια των ρόδων..

Ξύπνιος από χαράματα και όπως πάντα προσευχόμενος σε Παναγίες..

Τι θέλουν από μένα οι σιωπές και βαρυσήμαντα μιλάνε;

Πότε θα δω απ' τα μελλούμενα να αναδύεται
ένα φως που θα λύνει το κάθε φαρμάκι;

Έχω χορτάσει πια το εγώ μου- έχω θελήσει τον άνεμο..

Η άνοιξη που μπουμπουκιάζει όλες τις υποσχέσεις
γράφει πολύχρωμα τα νάζια της ανθοφορίας μέσα μου..

αθώα αφιερωμένος στην θρησκευτική οξύτητα των λέξεων.

Μιλώ (και θέλω να μιλώ) όπως ένα λεμόνι
ξινό μέσα στον ήλιο μιλάει:
συλλαβίζω ένα ένα τα χρώματα.
Τελικά αποφάσισε για μένα η μοίρα: είμαι
αθώα αφιερωμένος στην θρησκευτική οξύτητα των λέξεων.

Α, περισπωμένη που λείπεις, οξεία που ζεις
και βασιλεύεις όπως ένα αιωνόβιο δέντρο θα κάνει
το κορμί του πιο άξιο να μας πει για των ανέμων όλων τα παιδιά.

Και στο πέρασμα των χρόνων είναι αναμέτρηση της αναπνοής των όντων τα ποιήματα-
σα να αγωνίζεται να φτάσει κάπου αγκουσεμένα του θεού μέσα μας η πνοή..

Βλέπω την εικόνα της πραγματικότητας σαν η φαντασία μου επιδέξια να την έφτιαξε·
λαχανιάζει ο λόγος μου·
τίποτα σκοτεινό για μένα.

Από τις αστραπές των ιδεών οι ουρανοί της σκέψης μου ριγώνονται και είναι
όπως καημός που δεν θα πω με λέξεις. Και αυτή
η αισιοδοξία που σαλπίζει για μια έφοδο εκεί ψηλά στον ουρανό
είναι υπόσχεση που μάλλον πραγματοποιήθηκε..

όλες οι νεράιδες είναι δικές μου αρραβωνιαστικιές.

Η άνοιξη εγκλωβίζει το μυαλό μου, η άνοιξη είναι ένα υποσχετικό παραμύθι
που μέσα του όλες οι νεράιδες είναι δικές μου αρραβωνιαστικιές.

Και μες την μέρα που αρχίζει έρχομαι
σαν ένας άλλος ικέτης που θ' ανάψει ένα κερί σε μία Παναγία
κελαηδισμών!

Πολλοί δεν ξέρουν ότι εγώ βαθιά λυπήθηκα
που είμαι τόσο οφειλέτης στην ζωή που μόνο
με θάνατο το ξεπληρώνω. Και το γνωρίζω αυτό..

Αψηφώ τώρα τα πάντα και κάνω
διαδρομή του έρωτα και την οικεία
φωτιά ενός φιλιού δικό μου ευαγγέλιο!

Ας ήταν έτσι να υπάρξω ύστερα!

Η πατρίδα επιστρέφει την δανεική ιστορία της

Βράζει σαν ένας θυμωμένος δράκος το τσιμέντο, δείχνει
την άξεστη ύλη του

Η πατρίδα επιστρέφει την δανεική ιστορία της
τιμωρεί τους ήρωές της με πρόστιμο
φυλακίζει την λευτεριά

Η πρωτεύουσα είναι μια νίκη επί των πάντων
ο λαός είναι μια καταθλιπτική ζορισμένη περίπτωση
κατσούφης που θα επαναστατήσει στο μέλλον

Αλλά το μέλλον
είναι ένα λουλούδι που δεν ξέρω αν ποτέ θα ανθίσει
μυρίζει μόνο όξυνση των αντιθέσεων, τρομοκρατεί τους πάντες

Και στον ενεστώτα του είναι ένα βραδυφλεγές ρεφρέν
που κάνει εκρηκτικό της ζωής το τραγούδι..

Να μείνω με την αθωότητά μου λοιπόν, να μείνω με το λίγο μου.

Είχα σκεφτεί να φτιάξω από φωνές
πουλιών ο ονειροπόλος
ένα ποίημα χωρίς βάρος:
όπως ο ουρανός που είναι πάνω μας:
απέραντος κι ωστόσο τόσο ανάλαφρος
σαν φροντισμένος του θεού εμπνευσμένος αέρας..

Κοιμόμουν μες τα περιβόλια όταν ενός αγγέλου χέρι
έτσι με σκούντηξε.

Σύννεφα έκαναν δυναμική την κάθε που σκεφτόμουνα ο ερωτευμένος
ζωγραφική!
Εκεί- μες τους αιθέρες.

Να μείνω με την αθωότητά μου λοιπόν, να μείνω με το λίγο μου.
Να κοιτώ τα ωραία μάτια μιας κοπελιάς και να ξέρω
πως μακριά και κάποτε ξεγίνονται οι εξουσίες
και δεν υπάρχει πια ο θυσιασμένος
αμνός.

Ωραία βελάζει λοιπόν το πέλαο
το μέσα μου- ωραία χλιμιντρά
το άλογο της σκέψης.

Ωραία κι ο άνθρωπος δικαιώνεται- κι η ποίηση
είναι αυτό το χλοερό λιβάδι όπου μέσα του
τρέχουν μωρές παρθένες κόρες πεταλούδες
που γλεντάνε την ζωή με ασπούδα..

6.3.2010

Μέσα στο όνειρο ενός λουλουδιού

Μέσα στο όνειρο ενός λουλουδιού
χωρά ένα όνειρο μέλισσας
που κοιμάται
πασπαλισμένο γύρη όλων των γονιμοποιήσεων.

Η μέρα στάζει το μέλι της μέσα στις ώριμες ώρες.
Τόσο υπεροπτική που φοβάται ο ουρανός να μιλήσει
γαλάζια..

Το σπίτι ναυαγεί μες τα σύννεφα·

Μικρά ερωτευμένα κυπαρίσσια που τις λόγχες τους επάνω σμίγουνε
έτσι που τα καθίζει στο εδώλιό του ο αέρας.
Κι η μέρα
σπουδάζει ήλιο αττικό
δώδεκα η ώρα μεσημέρι και είναι
πολλά υποσχόμενα τα δέντρα.
Ένα καράβι στ' ανοιχτά αλλάζει σ' άσπρα τα πανιά του..
Σύγχρονα σκέφτομαι και σύγχρονα μιλάω.
Κοιτώ που γύρω μου είναι φλύαρα δέντρα
και στο βάθος η θάλασσα
ομοιοκατάληκτη με την υπόσχεση μιας άλλης ζωής.
Το σπίτι ναυαγεί μες τα σύννεφα· απ' τα παράθυρά του
ο ήλιος μπαίνει να σωθεί επάνω στο τραπέζι μια σελίδα
που έγραψε μια όμορφη στιγμή.
Έξω από το τζάμι
ο κόσμος ταλαιπωρεί την ευαισθησία του.
Μέσα στο σπίτι
οι λέξεις αόρατο φρούριο κάνουν
και σώζεται από αυτές το άσπρο μεσημέρι..

4.3.2010

Πολυκοσμία μέσα μου:

Αποταμιεύω σύννεφα, το φως μέσα μου διευρύνει τον ορίζοντα, γίνεται μύθος
που τον λένε πουλιά-
κι από ράμφος σε ράμφος
είναι ένα σπυρί αθανασίας
που τσιμπολογούν μέσα στο άτρωτο πρωί..

Πολυκοσμία μέσα μου:
προσωπικότητες πολλές που δυναστεύουν
καθώς είμαι όλοι που είμαι τώρα ο ένας εγώ..

Και πια χωρίς διαβατήριο-
πολίτης του απέραντου ουρανού
λίγη γνώση έχω
και ελλιπή από τα ανθρώπινα:
είμαι
αδαής
που των πουλιών το ευαγγέλιο πιστεύει..

η μοίρα στο μέλλον θα είναι ένα ακυρωμένο ραντεβού

Από την οθόνη στην πραγματική ζωή
μια απόσταση που βαθαίνει
ένα άβολο ξόδεμα να μοιάζει το υποκείμενο με το είδωλό του
σ' έναν καθρέφτη που με φαντασμαγορία αλλόκοτα παραμορφώνει..

Προσοχή στο ψευδές!
Γαζώνει με μυδράλιο η εποχή..
Αν ομοιωθεί το ποταπό με το υψιπετές
η μοίρα στο μέλλον θα είναι ένα ακυρωμένο ραντεβού
με τον θεό..

14 Ιουνίου 2010

ΛΈΧΑΙΟ..

ΛΈΧΑΙΟ..

Είναι πράγματα δύο που το ένα αποκλείει το άλλο και στην σύντηξή τους
είναι σαν ένα ποίημα όπου ομονοούν όλες οι λέξεις και ας είναι πολύτροπες.
Μετά σου λέω "Καλημέρα!"
Και κατηφορίζουμε κατά εκείνο το παλιό λιμάνι που ακόμα φαίνονται
των τειχών του τ' απομεινάρια.
Απόλυτο πρωί!
Ο αέρας σκουντά τα μαλλιά σου:
ζεστός, μειλίχιος- σαν να 'ναι κάτι από σένα να κλέψει.
Υπάρχει μια αντιδικία στον ουρανό:
σμήνος πουλιών ξιφομαχούν αρπάζοντας μια ιδέα γαλάζιο.
Ένα λουλούδι αναμμένο μες την γλάστρα της αυλής
συμβολίζει εκ νέου το έαρ.
Απόλυτο, μεγάλο μεσημέρι!
Και όπως πλέουν τα παλιά σκαριά επάνω στην αρχαία θάλασσα
μια αλκυόνη είναι ζωηρά σκεπτόμενη να αντισταθεί σε όλα
με την πουπουλένια ψυχή της -
πριν γίνει οριστικά μια ρίμα του ανέμου το απόγεμα..
Δύει ο ήλιος. Ξυπνούνε και κινούνται κατά την πλατεία τα αγάλματα.
Ένας τριγμός ανάμεσα στα χόρτα
γεννά την σαύρα της σελήνης που έρπει.
Σκοτάδι των ανέμων- των ψυχών σκοτάδι.
Τα φεγγάρι κρατά τα κλειδωμένα μυστικά του
και τα εγγράφει στον απέραντο ουρανό.
Απόλυτα βάρβαρη διδάσκουσα νύχτα
με τους ηθοποιούς της τραγωδίας της..

Το απόγεμα φέρνει μια μπλε υπόσχεση ευτυχίας που είναι ίδια η θάλασσα

Το απόγεμα φέρνει μια μπλε υπόσχεση ευτυχίας που είναι ίδια η θάλασσα

Τα πράγματα μοιράζουνε την μουσική τους, ο αέρας είναι απαλός
κι ευθύνεται για την καλή διάθεση των λέξεων.

Εκείνες μαγικά μου χαρίζονται, είναι μια δωρεά που λαμβάνω
ο τυχερός να του μιλά με τρόπους τόσους το αόρατο.

Και όταν προσπαθώ να ακούσω των άστρων τις μελωδικές φυσαρμόνικες

το ποίημα μου γίνεται μια νυχτοπεταλούδα που γυρίζει

πάντα κοντά στο φεγγαρίσιο φως..

Κάθε λέξη είναι ένα ταξίδι

Κάθε λέξη είναι ένα ταξίδι
από το παρελθόν προς τον χρόνο τον μέλλοντα
κάθε λέξη είναι μια παρουσία που αναίρεσε την απουσία της.

Κινείται με την ταχύτητα που ορίζει το φως
όταν ξημερώνει εκείνη η μέρα των λευκών γιασεμιών
που κάνουνε τον άνεμο ευτυχισμένα και ολόγυρα να ζαλιστεί..

Ο φλύαρος άνεμος θα με μαρτυρήσει το ξέρω

Μετακομίζω από το τώρα στο ύστερα, μετακομίζω
παίρνω την άγουσα που θα με πάει μες τις άλλες μέρες
που δεν θ' ακούγονται των πόλεων τα γινάτια και θ' ανάβουνε
αστέρια τόσα μες την νύχτα.

Ο φλύαρος άνεμος θα με μαρτυρήσει το ξέρω
απέναντί του έχω τις επιφυλάξεις μου, έχω
κατά νου να τον γελάσω κιόλας.

Και σ' ένα σπίτι απόμερο που επιτρέπει συγκατοίκηση με όνειρα
κλείνομαι μόνο τα στοιχεία της φύσης να με βλέπουν.
Τόσο απόκοσμος!
Θεέ μου πώς έγινα έτσι τελικά;

Αν δω μέσα σε μένα βλέπω τα ρημάδια που έγινε
όπως δεν το περίμενες ο κόσμος..

Ό,τι κατέγραψα μου το απίθωσε μες την παλάμη η ανάγκη

Επισκευάζω την μοναξιά και μ' αρέσει πια
κατατροπώνει επιδέξια ο βίος
κάποτε γίνεται μαχαίρι κάποτε όπλο
και ακούς τον βροντερό του πυροβολισμό

Ό,τι κατέγραψα μου το απίθωσε μες την παλάμη η ανάγκη
σφιχτήκανε τόσο τα σπλάχνα μου, κανένας δεν μ' άκουσε
πώς γίναμε οι άνθρωποι ακατέργαστος λίθος
είχα πιστέψει σ' ένα νόημα τρέχοντος ήλιου
που μέσα μου υπήρξε γιατί προϋπήρξε
και της γέννησής μου ακόμα.

Τώρα ακολουθώ τις οδηγίες που μου δίνει ένα φιλί
να ξεκλειδώνεσαι, μου λέει, να ξεκλειδώνεσαι
και φτιάχνω από τα χρώματα των λουλουδιών
έπαρση ζωογόνα μέσα μου!

Τα λόγια είναι ένα άλογο που χλιμιντρά

Τα λόγια είναι ένα άλογο που χλιμιντρά
τα λόγια είναι ένα άλογο που καλπάζει
κανείς δεν ξέρει όπως του πρέπει τον θάνατο
κι αυτός επιμένει ψελλίζοντας
να καταδεικνύει ωραία που είναι η ζωή για ζωή..

Τρία ποιήματα τέσσερα οχτώ
σπίτια που κατοικούνται από ονειρικούς επισκέπτες
στα άσπρα μπαλκόνια τους βγαίνει
μια όμορφη κοπέλα
και
κάτι λέει
που το παίρνει ο άνεμος έμπνευση..

Η ποίηση ανακοινώνει την τελεσίδικη απόφασή της να υπάρξει.

Ένας στίχος βαραίνει όσο κι ένα πουλί που υπερίπταται μέσα σ' αυτό το όργιο της άνοιξης- Θεέ μου ανάλαφρος!

Η ποίηση ανακοινώνει την τελεσίδικη απόφασή της να υπάρξει.

Νομίσαμε πως θα εκλείψει αλλά άλλες είναι οι βουλές της τελικά.

Το σώμα της δεν είναι θνητό, είναι μία αντίρρηση στο εφήμερο-

είναι αμόλυντη και άσπιλη, είναι γενναία

όσο στις μέρες του Ομήρου, όσο που την είπε ο πρώτος τραγωδός

κι αφήνει υπονοούμενα ότι πολλά θα ειπωθούν ακόμα

γιατί η ανθρώπινη ψυχή αθώα πάντοτε αινίγματα θα βάζει..

7.4.2010

13 Ιουνίου 2010

Πρασινίζουν τα πάντα γινόμενα της άνοιξης υπέροχο ρούχο..

Αν μεταφράζεται ο άνεμος
έχω κρατήσει μια στιγμή μες τα χέρια μου
αυτό το βιαστικό τίποτα σάλεμά του
έχω αφουγκραστεί μες το στήθος του

Οι ακακίες θάλλουν αήττητες
και έχουνε μία οσμή από ευτυχισμένη
παραδοχή ότι η ζωή είναι πάντα ωραία

Το παρόν υπόσχεται ευεπίφορο μέλλοντα
η κοπέλα ωραία γελάει
και το ώριμο στήθος της
τεντώνεται
το σφρίγος του με χάρη να φανεί..

Του Απρίλη απόγεμα.

Πρασινίζουν τα πάντα γινόμενα της άνοιξης υπέροχο ρούχο..

Είμαι ευτυχισμένος κι εγώ που τόση τη χάριτι
μιλώ κι όλο ξαφνιάζομαι συνεπαρμένα..

Α φεγγάρι που ήπια για να μετά σου μιλώ

Επειδή σε ποθώ μ' ένα προφορικό βασανιστήριο που μες
τον πυρήνα των πάντων εγγράφεται
αόριστο κι οριστικό όπως οι μέρες
επάνω απ' τα λευκά τετράδια που μουντζουρώνω
αβρή πλανιέται και γίνεται μουσική μία θλίψη.

Α φεγγάρι που ήπια για να μετά σου μιλώ
τόσο απλά και τόσο παθιασμένα!
Εκεί που έφυγες είναι εκεί που ήμουν – κι έτσι
ποτέ δεν συναντιόμαστε- γιατί η ζωή
σκληρά για όλους μας αποφασίζει..

Και όταν μένω μόνος μου κι είναι όπως βιβλίο
μπροστά μου η θάλασσα
που μέσα του μαθαίνω εμένα και ονειρεύομαι εσένα
ο αχός των κυμάτων ξυπνά τις φουντωμένες πια επιθυμίες μου
και γράφω όπως ένας που θα τον σπαράξει η ερημιά.

Έρχονται οι μέρες φεύγουν οι μέρες
εγώ δεν είμαι τώρα ο ίδιος- είμαι ένας σπαραγμένος νοσταλγός
που πέτρες του καλοκαιριού συλλέγει
για να μην ξεχάσει ποτέ του την θάλασσα.

Κι εσύ φτάνεις από τα ακρωτήρια της νύχτας μες το λιμανάκι
που το θέλει ο ήλιος
το πρωί ορμητήριο για να πει
την ζεστή πλουσιοπάροχη προσευχή του!

5.4.2010

Μιλάει ο έρωτας που έχει δικό του αζιμούθιο

Μιλάει ο έρωτας που έχει
δικό του αζιμούθιο

απ' το φιλί που πιάνεται στα χείλη κατεβαίνει

τόσο οικείος τόσο καυτός
πύρινος λόγος που δεν μεταφράζεται

το κορμί ανασαίνει σαν θάλασσα, το κορμί έχει μέσα του κύμα

και το ποτίζει η ηδονή όπως βροχούλα που την δέχεται
το διψασμένο χώμα του.

θέλεις επιχείρημα ανάστασης απ' τον Θεό..

Μικραίνουν οι εγωιστικές αντωνυμίες και ο Ιησούς
υπόσχεται μεταφυσική δικαίωση.
Γλυκά που θέλει η καρδιά ν' αναστενάξει!
Τα κουλουράκια της γιαγιάς μοσχοβολάνε.
Όσοι ανασταίνονται τρέχουν να πιούνε
το φως που γλυκοχάραξε πίσω απ' την παλιά αυλή.
Ντρέπονται να μοσχοβολήσουν τ' άλικα τριαντάφυλλα:
ίδια σαν τις πληγές Του!
Αλήθεια
πόσο αίμα κάνει την επιθυμία για ανάταση ν' ανθίζει
ντροπιάζοντας την επιδίωξη να σιτιζόμαστε
με ύλη μόνο επί του παρόντος; Κι εσύ
ο έφηβος εκείνος,
ο ίδιος πάντα
με τα ερυθρά σου μάγουλα
ροδάκινα υγείας αναμμένα
κοιτάς μέσα στον ουρανό που πια το φως καλπάζει
και θέλεις επιχείρημα ανάστασης απ' τον Θεό..

3.4.2010

Όλη μου την ζωή είχα πιστέψει σε μια αθωότητα

Μεταμφιέζεται η φωνή σε παρουσία και το εγώ
είναι αντωνυμία ολόφρεσκη
που ανθίζει
όπως και να το κάνεις ανθίζει.

Όλη μου την ζωή είχα πιστέψει σε μια αθωότητα
των παιδιών έστω- που κοιτώντας την
από μακριά εμείς οι άλλοι
δεν θα διστάσουμε ν' αφήσουμε να φύγουν οι περιουσίες μας
φτάνει να μείνει μόνο της καρδιάς..

Ε μα τι λέω τώρα; Είναι δυνατόν
ν' αδειάσουν όλα τα ταμεία
κι εμείς να ζούμε ανέγνοια όπως και στο ευαγγέλιο θέλει
έτσι να ζουν του ουρανού τα πουλιά;..

Όμως το ξέρω: δύσκολα θα συλλαβίσει κάποιος ουρανό
χωρίς να είναι αυθαίρετος στων ανθρώπων την άτεγκτη γλώσσα..

Φύγανε όλοι…

Φύγανε όλοι…
Ακούγοντας το άλλο εκείνο προσκλητήριο.. Φύγαν
και τώρα μόνο ένα κλάμα ακούγεται
των μανάδων που γέμισε τ' ουρανού την μεγάλη την στέρνα..
Και στον ύπνο μου μοναχά το επιμένον
νυχτολούλουδο ανάσταση τόση που θέλει
να λέει.. Φύγανε…

Στο κοιμητήριο το βράδυ ακούγεται
η σιγανή ψαλμωδία των φύλλων
όπως την κάνει θρύψαλα η άνοιξη
αλλά ο χρόνος
προχωρά
κάνοντας σκόνη και την χτεσινή σου αόριστη έκπληξη. Φύγανε…

Και στα ποιήματα θα μείνουν οι φωνές τους, τα γέλια
από την μακρινή εκδρομή που ο ήλιος
είχε στα μάτια τους το χρυσό του το χρώμα..

Και τους θυμάσαι να αιφνιδιάζουν σπουδαίοι την μέρα που δέχτηκε
να ρθούνε μέσα της με ένα αντικλείδι
χαράς.. Φύγανε…

Όμως θα έρθουνε στις σελίδες σου πάλι και πάλι
όπως ακούσματα από τα παιδικάτα μας που έχουν
μέσα τους παραμύθια
και χάνονται μες το μυαλό για να σε κυριέψουν
με χίλιους τρόπους
μετά..

Σε μια Μεγάλη αιώνια Παρασκευή..

Ώρα της αλήθειας
ανατέλλουσα πάνω από το χαμηλό βουνό
που σπίθες βγάζει.

Ο χρόνος πολεμά την ημέρα κι εκείνη
με την σειρά της απλώνει
άσπρα επιχειρήματα
πουλιά
όπως ασπρόρουχα που ανεμίζουνε φρεσκοπλυμένα
μες τον αέρα του γαλάζιου πρωινού.

Αήθης δήμιος η αιωνιότητα..

Οι μαργαρίτες άνθισαν και λένε κάτι για τον έρωτα-
φυλλομαδώντας.

Καρφώνεται επάνω στην σελίδα μου το μεσημέρι.

Ένας έφηβος τρέχει για να φανούνε τα ολοδύναμα μούσκλια του
που στέργουν την χάρη.

Ανοίγουνε τα σπίτια τα παράθυρά τους.

Ο κόσμος κάνει φασαρία, θέλει την έκπληξη..

Σε μια Μεγάλη αιώνια Παρασκευή..

2.4.2010

Μεγάλη Πέμπτη

Μεγάλη Πέμπτη
που είναι όλα όπως ολοστρόγγυλος άπεφθος ήλιος-
κάποιος στολίζει απέναντι τον επιτάφιο-
η ψυχή μου ξέρει αυτή την θλιμμένη περιφορά ανάμεσα στο "δέον" και το "μέλλει".

Κάπου στον Ωροπό, κοντά στο μεσημέρι-
ό,τι γυαλίζει είναι ατόφιο χρυσάφι-
η ψυχή δέεται, η ψυχή είναι μια ασύνορη χώρα
που τα υψίπεδά της κρατά
ένας στρατός αισθημάτων.

Και ο Ιησούς των συνειδήσεων λάμπει
ολόλευκος
ανεβαίνοντας την αόρατη κλίμακα του ακριμάτιστου- εκεί όπου
ο άνθρωπος για να μην σφάλει ερωτεύεται και γίνεται
ο ένας για τον άλλον ασπίδα
που την ορθώνει ένα γλυκό φιλί…

1.4.2010

οι λέξεις μου θα μ' ανταμώσουν κάποτε και όπως δήμιοι

Επηρμένο παγώνι, αχ

αναμετρώ και είναι τα ειπωμένα μου
μία φωτιά που ούτε σε μένα χαρίζει..

Γράφω, σβήνω- ανθίσταμαι

λεβεντιά της ανέμελης ηλιόλουστης μέρας

οι λέξεις μου θα μ' ανταμώσουν κάποτε και όπως δήμιοι
θα με δικάσουνε για να με αφανίσει ολέθριο
το πλέον φως..

12 Ιουνίου 2010

Οι μέλισσες είναι η υποψία της ανθοφορίας

Τα λουλούδια λένε περήφανα το όνομά τους
μέσα στον ελεήμονα ήλιο

Λατινική έπαρση βάφει τον λόγο με αίμα
Mirabilis jalapa
όταν ένα νυχτολούλουδο
αρχίζει να χαράζει.

Οι μέλισσες είναι η υποψία της ανθοφορίας

πετούν ζαλισμένες από το νέκταρ του καυλωμένου λουλουδιού

και τότε είναι η άνοιξη, η άνοιξη

με τα πολλά μυστικά της
και τον παλμό που υποδόρια τα πάντα ανυψώνει..

Ω ματαιόδοξό μου τίποτα!

Είναι ζημιογόνο το μέλλον- δεν ωφελεί.

Αντιρρησίας που όταν θα το μάθετε θα ανασάνετε ευτυχισμένα.

Θέλω να ζήσω σαν ένας μικρός γαϊδαράκος που γέρασε
και είναι πια σ' ένα χωριό του ουρανού
ανώφελος για τον καθένα.

Ω ματαιόδοξό μου τίποτα!
Πόσο φλερτάρω με την λεβεντιά σου!

Υπακούει σε μένα ο άνεμος
τα δόντια μου άδικα τον κατασπαράσσουν.
Γεμάτος μια κολασμένη χαρά έχω
ζωή που σβήνει τα φώτα της
και γράφει την εχέμυθή της ιστορία.

Τα λεγόμενά μου ταξιδεύουν προς έναν άλλον χρόνο

Τα λεγόμενά μου ταξιδεύουν προς έναν άλλον χρόνο
τα λεγόμενα μου δημιουργούνε παράδεισο.

Είναι φωνήεντα που οργιάζουν, είναι βακχικές εκδοχές
του εσώτερου μύθου.

Τα κρατώ με το ζόρι μήπως και σώσω την αξία τους
αλλά εκείνα διαφεύγουν
και κάνουν ρήγμα στον καιρό.

Ακούγονται σαν μακρινές περιπτώσεις μιας Χάρης!

Τόσο απλά και καθημερινά τα υλικά τους
που απορούν οι σύμπαντες κόσμοι πως και τα έπλασα..

Όμως εγώ το ξέρω ότι με ένα τιποτένιο
όνειρο φτιάχνεις τον ανέφελό σου ουρανό!

όποιος μαγεύεται απ' τα φεγγάρια του τον τρων οι λύκοι

Είκοσι σελίδες τριάντα
πενήντα ογδόντα εκατό

για να υπάρχουν οι λέξεις ζω και δέομαι

βασανιστήριο που για εμένα προορίζεται

μην ελπίσεις σε μία απ' έξω συνδρομή

όποιος μαγεύεται απ' τα φεγγάρια του τον τρων οι λύκοι

μόνο τα μάτια του, κάποιες φορές που φαίνονται στον ουρανό,
λάμπουν σαν άστρα..

Είμαι η προσευχή της νύχτας που δεν εκπληρώθηκε,

Αν θέλω είμαι μια λέξη που θα την προσφέρει το ξημέρωμα
σε σένα.

Αν θέλω είμαι μια γαλήνη που αναρριχάται μέσα τα μάτια σου.

Ο ορίζοντας όλος ραγίζεται
να φανεί το γελούμενο ρόδο σου..

Είμαι η προσευχή της νύχτας που δεν εκπληρώθηκε,
ο ύμνος ενός ερημίτη προς το λάγνο φεγγάρι

Η συντροφιά δύο πουλιών που απομαγνήτισαν
με το τραγούδι τους την θάλασσα.

Και έχω μείνει να φαντάζομαι πόσο γλυκά πονάει η ερωτευμένη
ψυχή που χώρεσε (για να αγιάσει) τον κόσμο της..

Οι λέξεις μου κουνούν άσπρα μαντήλια

Την Κυριακή το φως περισσεύει, είναι το πλέον
σίγουρο που τελείται συμβάν.
Ιερατικό κάποτε
γεμίζει τα πάντα ορθόδοξη πλησμονή, τα υπερβάλλει
όπως η αυτοκρατορία του είναι
μια ιστορία που διαρκώς επαναλαμβάνεται.
Και οι μέρες έρχονται, φεύγουν- μία πορεία
μπροστά, μες τον χρόνο
που ξεκλειδώνει σαν
για να λάβει κράτος η απώλεια.

Κοιτώ αυτά τα όμορφα δέντρα:
τα κλαδιά τους μυρίζουν ορίζοντα
ένα πουλί γεννά μια νότα της χαράς κι ύστερα φεύγει-
όπως θα φύγει για να εντυπωσιάσει ο θεός.

Οι λέξεις μου κουνούν άσπρα μαντήλια
στον άνεμο..
Το μεσημέρι όπου να 'ναι έρχεται..

Και το αίμα ζητά το καθαρό οξυγόνο του
για να γεμίσει ζωή του κορμιού του την θάλασσα..

δεν ξέρω την ρότα μου- πάω

Έτσι όπως πάω πια λαχανιασμένος στις σελίδες μου
ούτε κι ο θάνατος πια δεν με θέλει-
τι να τον κάνει έναν αθλητή που δεν ξεπέζεψε ποτέ;
Εκείνος θέλει πιο πειθήνιους υπηρέτες. Εγώ
εργολάβος απείθειας
ρημάζω το status του, τον απορυθμίζω.
Θεωρώ ευστοχία: μιλώ
την παρομοίωση που ξεδιπλώνει όλη την θάλασσα
και κάνει τον έρωτα απίστευτο δώρο-
το φιλί που καίει ως και το άηχο χαρτί
που από χτύπο καρδιάς δεν γνωρίζει.
Χωρίς κανόνες πια, χωρίς ανταμοιβές
έχω αφήσει να με παρασύρουν οι άνεμοι
του μυαλού-
δεν ξέρω την ρότα μου- πάω
σ' έναν συντελεσμένο χρόνο όπου πια ξεγράφονται
τα γραμμένα μου κι απομένει
ένα υπερσυντέλικο χάος..

όταν σιώπησαν οι προμηνυτικές κακές κουκουβάγιες

Μεταμφιέζονται οι λιακάδες
μες του Μαρτίου τις μέρες σε έναν
χορό που δεν ξέρω.

Φορολογείται η ψυχή μου,
απεμπολεί τον άγουρο εγωισμό της.

Τόσα επιτόκια αισθημάτων που μετά
δεν αποταμιεύεις τίποτα από τα λόγια που είπα,
που είπες, που σκεφτήκαμε
να πούμε πριν γίνει το αντίο μια τελεσίδικη όψη
εφαρμοσμένης πραγματικότητας.

Πόσο δεν με ήξερες τότε λοιπόν
που θέλησα να σου πω για ένα πρώιμο ποίημα
που με έκαιγε σαν
για να παιδέψει κι άλλο το κουρασμένο μυαλό μου..

Και όταν σιώπησαν οι προμηνυτικές κακές κουκουβάγιες
το πρωί που βασάνιζε τα πάντα ο ξεκάρφωτος ήλιος
το σώμα σου
ήταν οδυνηρή προσευχή
που έλεγα όλο το βράδυ
λιγάκι
πριν να πεθάνω..

η αναπνοή μου έντομο ξαναζωντάνεψε

Μ' έκαναν πλουσιότερο οι κατά κόσμο πτωχεύσεις..
Τι τα 'θελα τα ματαιόδοξα παιχνίδια αφού εγώ
με μια ιδέα μαντζουράνα λάμπω;

Έτσι λοιπόν παράτησα της όποιας κτήσης την
φυλακή - και ήρθα ερημίτης στην γωνιά μου
όπου μ' ένα βιβλίο πλάι μου και δύο λουλούδια άγιασα..

Διαβάζω- βλέπω μες τον άνεμο
διαβάζω- βλέπω μες τα χρώματα της μαργαρίτας

η αναπνοή μου έντομο ξαναζωντάνεψε

φέρει τον αναμάρτητο πηλό μου προς μία θάλασσα ελευθερία..

θα χαθώ στον έρωτα του πόντου

Μαχαίρι κόβω εγώ τον χρόνο και εσύ
πλέεις προς των ονείρων μου το απάνεμο λιμάνι

Εγώ περιπολώ για χρόνια άγρυπνος
κι εσύ ποτίζεις δηλητήριο τις νύχτες..

Δεν το αντέχω: είσαι φίλη των ανέμων- με
πάνε όπου δεν ήθελα εγώ..

Θα αφήσω, επιδειχτικά πηδώντας μες το πέλαο,
το άδειο κατάστρωμα, θα χαθώ
στον έρωτα του πόντου,

στην μεγάλη συλλαβή του νερού όπου έχει
εναποθέσει κι ο θεός κάθε ελπίδα του
για κραυγαλέα αθανασία..

Αν βρεθώ στον τόπο του έρωτα

Τα λόγια μου πέφτουν επάνω στο μουσκεμένο γρασίδι, γίνονται
ένα πονηρό φίδι που επιδέξια γλιστρά
κάτω από τις αμυγδαλιές που όμορφα ανθίσανε..

Πνέει ένας ανυπόταχτος πράος αέρας-
την θύμηση
διώχνει μακριά.

Του τοπίου η ώριμη χαρά
λούζεται μέσα στον ανοικτίρμονα ήλιο
που δεσπόζει για να, η θλίψη που υφέρπει, χαθεί.

Α! γενναία ώρα των εσπεριδοειδών που ακόμη τον χρόνο αψηφάτε..

Κατοικίδιο που όλη την μέρα πίσω μου τρέχει εκλιπαρώντας
λίγη προσοχή..

Στοχαστικέ δεκαπεντασύλλαβε της ποιητικής όρασης-

μοιρασμένε σε δυο πουλιά που ερωτεύτηκαν κοιτάζοντας κατά τα πλάτη τ' ουρανού..

Αν βρεθώ στον τόπο του έρωτα
θα χαθώ απ' τα μέρη της γης..

25.03.2010

Έλα πίσω από τον τοίχο του παλιού σπιτιού- έλα να πάρω τα φιλιά σου

Θα πάρω την ομπρέλα μου, τον ενικό μου
τα παλιά τα παπούτσια μου, την μαύρη μου πέτρα
τον ήλιο που φόρεσα, το φεγγάρι
που επιθυμούσα, θα φύγω
για άλλον παράδεισο..

Και θα σε συναντήσω εκεί που οι ορτανσίες
πάλι επαναστατούν και χρώματα κι αισθήματα σημαίνουν.

Έλα πίσω από τον τοίχο του παλιού σπιτιού- έλα να πάρω τα φιλιά σου
και ξέγραψε κάθε που είπα λόγο που δεν σ' άρεσε.

Όταν γευτείς την μοναξιά που ξέρω
θα θέλεις να συνομιλείς μ' αυτόν τον άγγελο
που σου προσφέρει ανθοδέσμη εφτά πολύχρωμων δακρύων..

11 Ιουνίου 2010

...είναι πια βέβαιο ότι αποταμίευσα λάθος...

Ευκινησία, ακινησία, ευλυγισία
νεογέννητη σκέψη που σκουριάζει κι όμως που να την αφήσεις κάπου εκεί
φιλοσοφώντας ες μάτην κι είναι πια βέβαιο ότι αποταμίευσα λάθος

δεν μου έμεινε ούτε μια που να μπορώ να ξοδέψω δραχμή
ο ισολογισμός βαραίνει λάθος και οι πάντες κουράζονται
να είναι αντιρρησίες συνείδησης και να υπηρετούν μια χρεοκοπημένη πατρίδα

ποιός πυροβολεί λευκά όταν οι νομοθέτες δίκασαν σκληρά τον μη έχοντα;
ποιός θα μπορέσει να βρει μια εποικοδομητική λογιστική των πραγμένων;

σφηκοφωλιές όπου κοιτάζω και κοιτάς
όπου υπάρχουμε μας στέρησαν ν' ανθίζει ο εαυτός μας

και σκέφτομαι μήπως να εκπυρσοκροτήσω μια φορά σημαδεύοντας
να ξεκάνω την ράτσα του ολέθρου..

Μικρά συννεφένια ποιηματάκια που δεν μεταφράζονται

Μικρά συννεφένια ποιηματάκια που δεν μεταφράζονται
πέφτουν επάνω στα ξανθά μαλλιά των κοριτσιών
έρχεται η άνοιξη

υπόσχεται λάμψη
τα σπίτια υμνωδούν με ανοιχτά παράθυρα
ξαίνουν τον χρόνο

των πουλιών οι ορχήστρες
γεμίζουν ηθική τάξη το πρωινό
που ο ήλιος αιώνιος να αποκαλύψει των μυστικών του το κάλλος
έξω από την εκκλησία του κόσμου
νάτος
στέκεται..

Ένα δέντρο αφουγκράζεται τον ουρανό,

Ένα δέντρο αφουγκράζεται τον ουρανό,
χαμογελάει και πέφτει
μες την σελίδα μου-
γράμματα όλη
γεμάτη.

Τα φύλλα του
λάμπουν
κατά περίπτωση

είναι μικρές μαρτυρίες
μιας χλωροφύλλης ειλικρίνειας που έχουν
να επιδείξουν μόνο οι αγνοί..

Η ποίηση είναι μια πράξη ορατή

Η ποίηση είναι μια πράξη ορατή

από αόρατες μικρές Βαβέλ

της μέσα μας ασυμφωνίας..

Φτωχοί που είμαστε!- κανένας δεν το παραδέχεται.

Φτωχοί που είμαστε!- κανένας δεν το παραδέχεται. Όλοι
νομίζουν πως κατέχουνε τον άδειο πλούτο
τους απαγγέλλεται κατηγορία που την αγνοούν, δεν δίνουν σημασία
που το ματαιόδοξο τίποτα είναι το τίμημα που θα μπορέσουν.

Και στο φινάλε ονειρεύονται μεταμορφώσεις
του "εγώ" που σήπεται και ολοένα με μια μούμια μοιάζει
με την ταριχευμένη θέληση.

Όπως η ζωή γύρω τους περνά και ψηφίζει
υπέρ της απονιάς κι υπέρ του αοράτου
κόσμου όπου δεν μπόρεσε ν' αποκρυπτογραφήσει
έντιμα καμία θρησκεία..

Ξεκλείδωσέ μου αυτό το βράδυ με ένα φιλί

Ξεκλείδωσέ μου αυτό το βράδυ με ένα φιλί, άφησέ μου ανοιχτό το παράθυρο
του ωραίου ορίζοντα. Τα άστρα μιλάν και κοιτάμε

που των στιγμών τα δευτερόλεπτα αξίζουν μια αιωνιότητα δικαιωμένη
που προχωρά βαφτίζοντας το ποίημα μου με κάθε αισθήματος που ένιωσα την καθαρή αξία
και έτσι που εύθραυστη η νύχτα περπατάει πάνω στην καρδιά μου..

Δεν θα σε πω γιατί δεν ξέρω τίποτα από σένα, δεν έχω φωνή
που να περιγράψει τα μάτια σου, το σώμα
που λάμπει μέσα στα σεντόνια που μία λεβάντα
ευγενική λες μυρίζουνε.

νικητής έξω απ' την δική σου Τροία

Όχι ηλιοβασίλεμα- μια ανατολή που να υπόσχεται κάτι..

Τέμνονται η μία με την άλλη οι θάλασσες
ο λόγος τους είναι το κύμα που αφρίζει
εισβάλλουν νικητήριες στον ύπνο μου, όπου θέλουν με πάνε
που εγώ δεν πήγαινα αλήθεια πουθενά
κι ένα επίγραμμα ενός λουλουδιού κρατούσα.

Σέβομαι το άδηλο- με θρέφει.
Εν μέσω ψυχών που ζητούσαν ανάταση έζησα.
Όποιος είναι ταγμένος να δει από την άλλη όψη του τον ουρανό καταλαβαίνει. Αν βρεθείς

νικητής έξω απ' την δική σου Τροία
κοίτα όπως ψηλώνει ο ήλιος και πουλιά τραγουδάνε
μήπως και έναν ήχο από εκείνο τους το ευαγγέλιο κλέψεις
που να χωράει στο σήμερα..

Πεινώ πολύ όταν σε αγγίζω- πεινώ και είμαι ο δούλος σου

Πεινώ πολύ όταν σε αγγίζω- πεινώ και είμαι ο δούλος σου

εγκλωβίζομαι σ' ένα φιλί που καίει τόσο το σώμα μου

που το σώμα μου γίνεται πλοίο
για να ταξιδέψει μες της θάλασσας το αίσθημα..

Βάλε με ανάμεσα στις λέξεις σου

Βάλε με ανάμεσα στις λέξεις σου και μην μεταφράσεις
τα άσπρα φιλιά μου, κάν'τα
μουσική
που μεθάει την νύχτα
και κάπου
κάτω απ' τ' άστρα μαζί
μαθαίνουμε να ζούμε όπως μια ζαλισμένη
από τον έρωτα ωραία πεταλούδα..

10 Ιουνίου 2010

Ο εαυτός σου μες την σπουδαιότητα του χρόνου φιλαυτεί

Είναι πολλά να μάθω ακόμα..
τα ρήματα ζητάνε ουσιαστικά
απογυμνωμένα
από την θέληση του "έγώ" να κυριαρχήσει
επί πάντων. Οσμή

από λιβάνι, πέντε η ώρα το πρωί που ανάβει
όπως για να καεί ο ορίζοντας-
και το εκκλησάκι έρχεται δυο βήματα κοντά στον ουρανό
ακόμη.

Ό,τι κατέχω μου το έδωσε η θάλασσα:
είναι ένα αινιγματικό σημείο λίγο πριν
το μηδέν ορίσει την άδικη γυμνή περιουσία του- κι αυτός
που ελπίζει κάτι, ύστερα απ' τον θάνατο, έχει ένα δώρο
μέσα στην φωνή,
σαν να τον έφαγε το ασήμι του εμπνευσμένου αέρα..

Ά φώτα
της στεριάς όπως την ερωτεύεται η νύχτα!

Πάνω στα κάστρα των ανέμων γράφει η ιστορία τα συμβάντα της..
Ο ίδιος ο θεός στον εαυτό του απιστεί..
Κατάφαση είναι αυτό πού γέννησε την μέσα σου αντίφαση.
Ο εαυτός σου μες την σπουδαιότητα του χρόνου φιλαυτεί
και λέξεις πράττει..

Α, να ζούσαμε σε μια εξοχή

Α, να ζούσαμε σε μια εξοχή με ένα μόνο μέλημα: να μας αρέσει
που τρέχει έτσι λυρικό κι ευφρόσυνο το νερό –
συλλαβίζει
τις μετέωρες πάνω στα βράχια ανεμώνες
που λένε κάτι για την λευτεριά …

να ζούσαμε
άσπρα- όχι ερυθρά ή πολύχρωμα
όχι με μυστικά ή με κάτι στις τσέπες μας
μόνο ανέγνοια-
σαν να μην ήταν έγκυρος
ο που μας δόθηκε να ξοδέψουμε αμετάφραστος χρόνος..

Όταν η ερώτηση δεν έχει νόημα

Όταν η ερώτηση δεν έχει νόημα γιατί η απάντηση
είναι ένα σπίτι κλειστό που πια δεν κατοικεί κανένας

το γαϊτανάκι των λέξεων είναι μία πραγματική θρηνωδία
που ανατρέπει τον χρόνο αλλά καμία
καμία πληγή μ' αυτές δεν επουλώνεται..

...ψηφιδωτά που άφησε η αρχαιότητα ...

Τσάγαλα που πρωί πρωί και λυρικά στης μυγδαλιάς τον κόρφο ξύπνησαν
κάπου στην Πάρο

ψηφιδωτά που άφησε η αρχαιότητα να μας θυμίζουν
πόσο ωραία μιλούσε
κάποτε και το δάπεδο ακόμα

ερωτευμένος όπως πάντα ο Αρχίλοχος

ο ήλιος είναι ένα φως
ποιητικό που ξάφνιασε τις τάξεις των πουλιών

τα σπίτια ανηφορίζουνε προς το βουνό
ο ουρανός που αν θέλεις λάμπει
η θάλασσα που υπερυψώνεται για να υπάρξει μες τον χρόνο σαν θρησκεία

αδυνατούν τα όνειρα να μπουν μες το στενό κεφάλι
ο νους που ασωτεύει άλλα σκέφτεται
"θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία"

κι αν πεις πως θα πιστέψεις το αδύνατον
να δεις που ο μύθος που σε δίδαξαν θα ξαναγίνει..

Ανοίγουν για να δούμε ιερότητα του τόπου τα παράθυρα.

Πίσω από μια αυλή
ένα σπίτι που υπόσχεται ασφάλεια, τέσσερις τοίχοι
που κρατούνε απέξω τους τον απερίγραπτο χρόνο..

Πετούν πουλιά προς το μεγάλο δάσος.
Η μαντζουράνα στο παρτέρι του ανάβει.
Ο ήλιος είναι ένας σκαντζόχοιρος που απειλεί τον ουρανό.

Ανοίγουν για να δούμε ιερότητα του τόπου τα παράθυρα.
Στις σελίδες οι μνήμες επίμονα γράφουν.
Το κορίτσι πορφυρά που γελά!

Μια κρήνη που αφήνει το νερό να ξοδεύεται.
Στο φως του ουρανού λεηλατούνται οι νεραντζιές:
ψηλώνουν ακαθόριστα.
Η κοπέλα γελά και ο κόσμος φωτίζεται, λάμπει!

9 Ιουνίου 2010

Γράφω γιατί δεν θα τελειώσει αυτός ο χείμαρρος των αισθημάτων

Αποταμιεύοντας τόσο φως που, η συγνώμη που θα πω που έσφαλα να μην ελπίζω
πια δεν έχει νόημα-
ονειρεύομαι και είναι όλα κατανοητά:

Ο θεός είναι παρουσία, τα παιδιά είναι παρουσία, ο άνεμος
είναι παρουσία που παίρνει
μακριά την σκέψη που βάρυνε και έγινε ένα άντρο της θλίψης..

Κρατώ μέσα στα χέρια μου κάτι πουλιά
που χτυποκαρδίζουν πότε να χαθούν
λευτεροκοπώντας μες τον ουρανό.. Είμαι ευτυχισμένος!

Τα μάτια μου βλέπουν, σε όλες του τις εκδοχές, το για άλλους αόρατο! Είμαι ωραία θνητός!
Έχω κατανοήσει αυτή την φάρσα που μας παίζει η αθανασία!

Γράφω γιατί δεν θα τελειώσει αυτός ο χείμαρρος των αισθημάτων που έχουν γαλάζια κατάληξη..

Πορφυρά εμπνέονται οι μέρες..
Τα παιδιά ελπίζουν να γίνουν όλα λευκότερα..
Κι εγώ
φεύγω μες τα ποιήματα που θα με πάνε μες το άσπιλο μέλλον..

17.03.2010

Όταν που παύω να ακούω- τότε αλήθεια βλέπω:

Όταν που παύω να ακούω- τότε αλήθεια βλέπω:

Βλέπω τις άγκυρες των πλοίων που δεν τέλειωσαν κανένα ταξίδι –
και τον καημό του ναυτικού που η στεριά στενή του πέφτει..

Βλέπω τις ζωές των ηρώων όπως εξαργυρώνονται μες της ιστορίας το διάβα
και την ιαχή των ανέμων που κλονίζουν τον απέραντο χρόνο..

Ο καιρός περνά φθείροντας και την γαλήνη ακόμα των δέντρων
το νερό τρέχει ιαματικό, πολυσύλλαβο, αιώνιο
έχει λησμονήσει την θάλασσα, είναι επικό και συνάμα
από ολέθρου μοίρα ερχόμενο, είναι ύμνος
πάνω στα πρωινά γενναία ροδοπέταλα που ξύπνησε
για να μυρίσουν άνοιξη, η αυγή..

Και ίδια ανήξερος και άμαθος απ' όλα
-όπως τότε που στον κόσμο πρώτη μέρα να ήμουν-
σπατάλησα την έκπληξή μου όλη για να μου φανερωθεί
πάλι ο θεός..

Ο ουρανός είναι ένα βιολί που θλιμμένα μιλάει

Ο ουρανός είναι ένα βιολί που θλιμμένα μιλάει

μυρίζει νύχτα και ειλικρίνεια, μυρίζει θεό

και όταν οι χορδές του συναντούν την μαγεία των σύννεφων

η μουσική που γράφεται είναι τόσο γλυκιά

που ξυπνάει το άπειρο..

...είναι ένα σημειωτόν στο επί τόπου αυτή η ατελεύτητη αναζήτηση..

Ένας μήνας χειμωνιάτικος που λερώνει
την συνείδηση ενός ολόκληρου χρόνου

τόσο πικρός, τόσο σκληρός, τόσο κρύος

ένα αγωνιώδικο παιχνίδι μη γνώσης αφού

η κάθε γνώση είναι ένα αποταμιεύειν
που δεν συλλαβίζεται

σε τούτα που κοιτάς όλα τα δείχνουν ανεστραμμένα τα κάτοπτρα..

Τι είναι αλήθεια; Τι είναι θεός; Εμείς

σφίγγουμε την ψυχή μας τόσο που δεν γίνεται να είναι
ο εγωισμός μας από μόνος του σπουδαίος

είναι ένα σημειωτόν στο επί τόπου αυτή η ατελεύτητη αναζήτηση..

Όλα είναι ποίημα μέσα μου, όλα φωτίζουν

Ήρθα εδώ από ένα όνειρο εφηβείας, ήρθα
και δεν έχω τίποτα από το παρελθόν να περισώσω..
Το φως ξεχύνεται επάνω στα χτισμένα σαν τ’ αγριοκάτσικα σπίτια
που σκαρφαλώνουν στον άγριο βράχο- ήρθα εδώ
που δεν είναι να ξέρω και κάτι που να έχει αξία- ήρθα
και είμαι με ένα φορτίο λέξεων βραχύβιων ο εντεταλμένος
να ξέρω πόσο κοστίζει πραγματικά στον καθένα μας η θλιβερή μοναξιά.

Ο αέρας είναι ζεστός, η πόλη κοιμάται·
με τον εγωισμό μου περιφέρομαι ανάμεσα στους άδειους της δρόμους:
ανήμπορος να ευτυχήσω με κάτι.

Είναι μια σκευωρία των ιδεών πρώτα να κάνουν πως σου παραδίνονται
και μετά να αυτοκτονούν, όπως οι καμικάζι
εκείνων των «άλλων θρησκειών» πασίχαρες
και αποφασισμένες μέσα στο μυαλό σου.
Δεν έχω αποκρυπτογραφήσει, όπως θέλω, το σινιάλο τους!

Σαν φάροι που αναβοσβήνουν μες την νύχτα.
Όλα είναι ποίημα μέσα μου, όλα φωτίζουν
στα μαύρα σκότη που υφίσταμαι-

είμαι επίμονα φωταγωγημένος
ηλιόδοξος
με λογική που ανθίζει
αθάνατη!

8 Ιουνίου 2010

...κοιτώ και στους γύρω μου τον εαυτό μου βλέπω...

Το φως τόσο επιγραμματικό και προπάντων
τόσο σίγουρο που πέφτοντας
επάνω στα κλαριά των δέντρων στιλβώνει
τα αραιά φυλλώματα τους...
Σχεδόν η Άνοιξη!

Η αλκυόνα που ποτέ δεν φείδεται του κόπου να αισιοδοξεί.
Ρακένδυτος ο άνεμος κάνει τις ίδιες σκανταλιές του.
Κοιτώ μες το παρόν που υπόσχεται.
Πού είναι οι θεοί μου, οι άγγελοι
οι Μαντόνες με τα γλυκά ωραία μάγουλα, οι άγιοι
σεμνοί και λιανοκόκαλοι , φιγούρες
του κατανυχτικού βραδιού;

Είναι πολύ διαβολεμένη αυτή η ηθοποιία
να κοιτώ και στους γύρω μου τον εαυτό μου να βλέπω-
είναι σαν πόνος.
Διαβάζω τα γνωστά ίδια βιβλία μου:
σαν ευαγγέλια που δεν θα με οδηγήσουν και μετά πουθενά
κι όλα ανάποδα τα βλέπω:

τον χρόνο που έρχεται σαν για να φύγει και μένουμε
μέσα του πιο φθαρμένοι όπως οι πολεμιστές που επωμίστηκαν
βαρέα όπλα σε μια ελαφρά
άσημη μάχη.

Μια γιορτή της σκέψης

Μια γιορτή της σκέψης, ένα ξεφάντωμα
μια έμπνευση που είναι άσκοπη επί σκοπόν, μια καταιγίδα
χαράς, που επί τα άνθη διασκορπίζεται,
των λόγων.

Με εκδοχές να σφάλλω αρκετές
υφίσταμαι αυτήν την παιδωμή που έχει η αγρύπνια
να σφάζεσαι αφ’ εαυτού και αίμα να μην βγάζεις
γιατί οι λέξεις όλο σου το αφαιρούν.

Α ποίηση του απογέματος, της νύχτας
του μεσονυχτιού, της αυγής-
μοιάζει να είσαι απ’ το πάζλ του ουρανού κομμάτι.

Μιλώ. Σωπαίνω.
Απορροφημένος να ανασκαλεύω μέσα στα σβησμένα που δεν σβήνονται παλίμψηστα.

Ο νοητός ήλιος μέσα μου ξυράφι που επίμονα κόβει.
Δοξαστικές μυρσίνες βαραίνουν την γνώμη μου.
Αν επιμένω να ονειρεύομαι
είναι γιατί πιστεύω σε μια αγέρωχη Ελλάδα..

Μια γιορτή της σκέψης, ένα ξεφάντωμα, ένα ποίημα
που είναι όπως να φαίνεται ότι θα γραφεί στην ζωοφόρο
του ουρανού..

19.2.2010

Μια στιγμούλα τόσο γαλάζια μια στιγμούλα πολύτιμη

Μια στιγμούλα τόσο γαλάζια μια στιγμούλα πολύτιμη
όπως κομμένη απ’ το νομισματοκοπείο
το αρχαίο της θάλασσας-
μια στιγμούλα νεράιδας

μες απ’ τον τιναχτό αφρό του κύματος που ξαφνικά
έφτασε να την πάρει ανάμεσα στα πόδια της η αμμουδιά
που μες τον ήλιο ντάλα καλοκαίρι έβραζε-
μια στιγμούλα γαλάζια.

Δυο αρμυρίκια είπανε αθάνατο τον ήλιο.
Μια αλκυόνα χαμηλά ήρθε και πέταξε.

Και το απομεσήμερο
φύσηξε μες την σάλπιγγα της έμπνευσης
μια νότα ήλιο.

Ετικέτες

Αρχειοθήκη ιστολογίου