Ανασκουμπώνομαι αγιάζω
Και δεν αγιάζω, βέβηλος και προσβλητικός
Γδέρνω τις έννοιες και κάθομαι
Κολάσει την ειρήνη του τοπίου, προσέβαλα
Την χαραυγή, φόρτωσα πάθη
Πάνω στα πάθη μου, εγώ
Που υπήρξα μοναστηριακός καλόγερος καλοβαλμένος
Μες την κατάνυξη του όρθρου, μισώ
Και χλευάζω την κιθάρα της λιακάδας, αυγαταίνω
Τα πλούτη μου, πόσο χρυσάφι εγωισμού αποταμίευσα και τώρα
Ηδονίζομαι να το κοιτώ, μεγάλωσα
Την ματαιοδοξία μου, ανευλαβής στα ιερά των ακουσμάτων, τρυπώνω
Κάτω από την Βίβλο την μεγίστη
Των θρησκειών, και φτιάχνω
Ετούτο το τζιμάνι ποίημα μου που ασωτεύει
Μέσα στην άχρονη ευαισθησία μου
Εντελώς κολασμένο!
2 σχόλια:
... μεγάλωσα
Την ματαιοδοξία μου Σ.Π.
...η αιχμή του δόρατος
ήταν εμφανής στόχος στα γυάλινα μάτια
όπου νομίζουν ότι
όλα τα θωρούν
και τα καίνε.
Η βαθειά ικανοποίηση μαζί με την προυπάρχουσα κάποια έλλειψη,
τάραξαν λιμνάζοντα ύδατα.
Ο έμπειρος νους, αναστηλώνει
γρηγορότερα της καρδιάς τους χτύπους.
Την χρειάζεται
για να ανανεώνει τα μπουμπούκια
της τρελής αμυγδαλιάς που βλέπει
την Άνοιξη
πριν τελειώσει ο χειμώνας.
Αστοριανή
ΝΥ
Πολλές αμυγδαλιές θα κοιτάξω και θα θαυμάσω μέχρι να γεννηθεί ένα όμορφο ποίημα! Και μετά θα σου το χαρίσω για να γίνει η Άνοιξη πιο κοντινή και πιο προσιτή. Εδώ θα είμαστε. Θα μεταγλωττίζουμε την χαρά και την ελπίδα!
Δημοσίευση σχολίου