Τσούζει το φως
επάνω στην επιδερμίδα της φουντωμένης νεραντζιάς.
Το στυφό της
αναταράζει τον γάργαρο αέρα.
Σαν ένα ξίφος τον
γόρδιο.
Πάνω χέρι ο ήλιος
ενοποιεί τις τεθλασμένες επιθυμίες και σχηματίζει
Ένα αναφαίρετο
δικαίωμα αρώματος εξουσιαστικού.
Δεν με νοιάζει ν’
αρέσω.
Γκρεμίζω την εικόνα
μου γιατί η εικόνα μου είναι ένα μαχαίρι που τροχίζεται να κόβει επάνω στο
ακόνι της συνείδησης που παραμένει αγνή.
Σ’ όλα βασανισμένη
πατρίδα μου σου μοιάζω.
Και γράφω ικεσίες
σε μία διάλεκτο
που θα μιληθεί από σκαπανείς άλλης θρησκείας
κι όταν θα έχω πεθάνει..
που θα μιληθεί από σκαπανείς άλλης θρησκείας
κι όταν θα έχω πεθάνει..
Βόλος
3.2.2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου