...

...

ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΙ ΜΟΥ..

7 Ιουλίου 2024

Κοστολόγιο των χρωμάτων…


Μια έλπιση να μιλήσουν τα χρώματα, ακόμη
και εκεί που δεν χωρά κανένας ήχος, να χιμήξει
μια κατακόκκινη έμπνευση και να τα παρασύρει όλα ως αυτό
το ξεμοντάρισμα να μην υφίσταται τίποτα πια όλα
να έχουν αναιρεθεί τα ρήματα και οι πραγματικότητες· είναι
η γάργαρη αλληλουχία των γεγονότων, αλλοπρόσαλλη
κάτι φορές, ακατάληπτη, και παρασύρονται
όλες οι έννοιες προς μία αισιοδοξία που αυτάρεσκα αλαφρώνει
την καρδιά μου απόψε, γδύνοντάς την
από τον εγωισμό της, για να εμφανιστεί μια κίτρινη κορδέλα,
αινιγματική, να υποβάλει το τοπίο σε ανάταση, βήμα
το βήμα πάμε μπρος, ποιός υπογράφει
την ορθοδοξία των προθέσεων, πάντως
σε καταπόντιση ανακαλύπτω την πορεία αυτή, μια μαύρη
ευφυΐα επιβάλει ο χρωστήρας, λες ξύνει
την βουκέντρα του ο ημιονηγός, πού πάμε;
Ατμοσφαιρικό λευκό και το λιλά το επουσιώδες
σφίγγονται στον γεμάτο ουρανό του απογεύματος καθώς
σε μια σελίδα γράφω
το ξόδεμά μου, όπως μια ανάσα και απόψε που οι λέξεις
με φιλοξενήσανε
σε μία αποφλοιωμένη ελπίδα
και σε ένα ανέλπιδο βασίλειο…
6/7/2024
Μπορεί να είναι απεικόνιση
Όλες 

3 Ιουλίου 2024

Καταβύθιση…

 

Η υποψία ενός κόσμου παραλόγου,
Ολόκληρο αυτό το βάρος που ο καθένας κουβαλά
Και ο καιρός παρέρχεται· ξαναβουλιάζουμε και ξανα-
Αναδυόμαστε μες το ξημέρωμα, όλα κινούνε μία μαύρη συμφορά,
Ούτε ταυτότητα έχουμε πια ούτε και από κάτι χαρακτηριζόμαστε· άντε
να ερμηνεύσεις το μέσα σου χάος,
Ξαφνικά αποκαρδιώνεσαι, δεν μπορείς να βρεις την Αλήθεια, ζεις ραγισμένος κάτω από συμπαγή ουρανό
Με τις γρατζουνισμένες σου μοιραίες πεποιθήσεις.
Τότε περνά μπρος απ’ τα μάτια σου μία κηδεία:
Υποψιάζεσαι τον νεκρό, σου στέλνει τα μηνύματά του λες με τηλεπάθεια
Και σ’ όλη την σιγή τριγύρω σου ένα λιβάνι
άρωμα μένει στην ατμόσφαιρα, πνίγει
τα κουρασμένα σου ρουθούνια, σε μπατάρει
Στα χαμηλά,
είσαι ο λιλιπούτιος δραπέτης μίας φυλακής
Των πραγμάτων που δεν σου παραδόθηκαν· κοίτα
Συμπέρασμα από τοκογλυφία της απαισιοδοξίας και να μην μπορείς
να νοσταλγήσεις κανενός ονείρου σου τον πυρετό!
Νύχτες που μέτρησα και ξαναμέτρησα και δεν χωρέσαν σε καμία κατάταξη
Κι έμεινα άφωνος να με κεντά η γαλήνη,
Τι ζήση και αυτή να την διαβαίνεις με τα πάθη σου και να μην γίνεται να διαπρέψεις
Ούτε σε μια παραδοξότητα αγκομαχώντας να τα καταφέρεις στο ελάχιστο,
Τι ζήση! Βουλιάζει ο οίστρος σου
και ο περίγυρος εξευτελίζεται, όπως για να σε φέρει σε ένα ανάρπαστο μηδέν που όλες
τις τοξοβολίες των άστρων συγκεντρώνει
Ρέουσες και φανατικές και υποκινούμενες για να σε αποδώσουν
Γυμνό μέσα στην Αστραπή
Μίας Στιγμής που ζει κανείς ή και, ανούσια, πεθαίνει….
3/7/2024
Μπορεί να είναι ασπρόμαυρη εικόνα πλεούμενο
Όλες οι αντιδ

Ετικέτες

Αρχειοθήκη ιστολογίου