Μ’ ένα μικρό σουγιαδάκι την Τετάρτη έτμησα κι
έσταξε αίμα.
Στην πίσω αυλή, στο παρτέρι
με του βασιλικού την όρεξη και του δυόσμου την
λιανή πεμπτουσία.
Διάβηκαν οι πικροδάφνες και διάβηκαν τα γιομάτα
λιγούστρα.
Οι πνοές του αέρα όταν που ανηφόριζε η Μαριώ και
ήταν το σώμα της στο τατουάζ κεντημένο.
Χτυποκάρδισα αξίζοντας μια ρίμα βαρβάτη.
Προσκύνησα κάτι απροσκύνητα ρόδα και μου
εντάλθηκε να σώσω κριάρι φωνή
που ακούστηκε μέσα στο απομεσήμερο όταν ο ήλιος
έδινε και άλλο αβαντάζ στην κάψα.
Με βρήκε η νύχτα ν’ ατενίζω ουρανό και όλα τα ορμέμφυτα
δικά μου όλα για όλα…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου