Από την σκοπιά της αισιοδοξίας ειδομένα
πράξεις μέσα στον βίο και νέφη
πριν φέρουν βροχή- Ατασθαλίες
ηλιόλουστες, αμάραντα
άνθη, εχέγγυα μιας πατρίδας που έχω
σκλαβωμένη, δακρύβρεχτη-
Σχεδιάζω εικόνες που σε καλό να μου βγούνε
αφήνουν τα θρησκευτικά τους χρώματα να λούσουν
τα διψασμένα μου τετράδια,
ενός ενιαυτού της συγκυρίας το ολίσθημα
Την θλίψη νιώθω κοντά σου
Πατρίδα σύνορο αχαρακτήριστο
Πατρίδα αίμα των αιμάτων..
Τώρα τίποτα δεν αλλάζει, η κυκλοθυμία
των καιρών κανονιοβολεί
και το ποιητικό μου άστρο- φλοίδες
από του δέντρου τον κορμό αφήνουν
το ρετσίνι τους να πλανηθεί
κάτω απ’ τον ήλιο ερμαφρόδιτα
γενναία -σαν η ομιλία ενός σταφυλιού που κλέβει
χυμούς της γης και τους παρουσιάζει
στο χοϊκό βιβλίο της..
Γίνεται
λοιπόν ν’ απουσιάζω απ’ την ιστορία και η ιστορία
να με αναρπάζει
βαθυκύμαντη, σημαίνοντας
κάτι που δεν κατανοώ, εγώ ο αφελής που σχήμα ενδύθηκα
ιερατικό, ουχί ο λόγιος της αριστοκρατίας
αλλά ο λέων λαϊκός που βρυχάται
με φωνή ανοξείδωτη μες το απλότατο
δάσος
των αισθημάτων..
Τώρα τίποτα δεν αλλάζει
Η θέα είναι παράδεισος, κρατώ
όσα μου χάρισε η στιγμή και που κοιτάζω
μονάζω
σαν με εθελούσια μοναξιά περιτριγυρισμένος, αήττητος
ευτυχώς,
στην ψυχή
στην γένεση ενός συλλογισμού
που αιχμηρός τρυπάει την γαστέρα της πραγματικότητας
και με ευθύνες γανωμένες την μπολιάζει..