...

...

ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΙ ΜΟΥ..

10 Φεβρουαρίου 2020

Όταν σκοτεινιάζει Είναι γρίφος η νύχτα και στασίδι σκοτεινό περί το άμορφο χάος-


Όταν σκοτεινιάζει
Είναι γρίφος η νύχτα και στασίδι σκοτεινό περί το άμορφο χάος-

Απόμερα της ερημίας
Το φεγγάρι σοβαντίζει μια όψη του κόσμου ξεχασμένη

Φιλήδονα πουλιά θωπεύουν την Ώρα την Στιγμή την Στιγμούλα

Λιώνει στο έρεβος το άρωμα της μαντζουράνας το μέλι

Η Ποίηση βακχεύει εμμένοντας σε προσθαλασσωμένους στίχους..


*****************************     

Διάφανη γαλήνη, διάφανη ησυχία· ακόμη δεν ξημέρωσε·
ο κάθε ήχος μεγεθύνεται επί τον εαυτό του και καταχωρείται στο ποίημα που θα γραφεί.
Το φως στους φανοστάτες των δρόμων είναι αμυδρό:
όπως αμυδρές είναι οι ελπίδες μας και τα κέφια των πουλιών. Μπαινοβγαίνουν μες την νύχτα οι νυχτερίδες·
από μια χαλασμένη πόρτα του φεγγαριού που μπάζει σκοτάδια της κόλασης.
Τα αστέρια τσουρουφλίζονται από το φεγγαρόφωτο και περιγελούν την αιωνιότητα που δεν τα αφορά..


************************************   

Τα λόγια…

Τα λόγια έρχονται σε μένα για να βρουν ζάχαρη των παρομοιώσεων.
Ανθίζουν κάποια, γίνονται σαν προσευχές
προς ένα μακρινό αστέρι που ποτέ δεν υπήρξε·
Τα λόγια σεμνύνονται μες τις κοιλάδες του ουρανού, είναι αφηνιασμένα άτια
που τρέχουν προς τον βορά, στα μέρη των αρχαίων πατρίδων μας.
Τα λόγια που είπα και είπες.

Όταν συναντούν τα δάκρυα, τα λόγια ιριδίζουν σαν οψιδιανού χάντρες που κρατούν εντός τους όλα τα πάθη του ορυχείου.
Και στολίζουν με κραυγαλέο θάρρος το μπεγλέρι του καιρού. Τα λόγια
στρατηγούν επάνω στην μελαγχολία μας- μέχρι
που εκείνη ξεγίνεται και στην θέση της μένει
συλλαβή μία που να την αποστηθίζει ο χρόνος του γιαλού κι ο πόντος.

**************************************


Αφού φαντάζομαι διαλόγους με τον ουρανό
Πώς να μείνω στα στενά και τα γήινα; Να έτσι
Έζησα ακολουθώντας ζωντανή Ουτοπία. Κι αν πεις
Που δεν προσπάθησα να υποταχτώ
Στης πραγματικότητας το μαράζι- μα πού;
Πετώ ανάλαφρος στα σύννεφα κι εκείνα γίναν το όμορφο σπίτι μου. Ψιθυρίζω τα μυστικά που με κάνουν να χαμογελάω.
Τίποτα στον κόσμο σοβαρό δεν είναι.
Θα ξεχερσώσω την μελαγχολία μου.


***********************************  


Η ζωή σου, πικρή, σαλεύει μπουκωμένη θλίψη και πόνο.
Δεν κοιμάσαι τις νύχτες, το φεγγάρι σου σκουντά μισανοιγμένα παράθυρα.
Διαβάζεις τις παρτιτούρες των άστρων και νικά σε όλα μια καμπύλη κατάθλιψη.
Ένα δάκρυ στα μάτια σου αποτυπώνει την αγκυλωτή μελαγχολία.
Ανήφορο που έχει ο ουρανός!
Κρυώνει απόψε και είναι μακριά οι καρδιές που θα καούν για σένα για να ζεσταθείς.


********************************  


Χωρούν όλα σ’ ένα Ελάχιστο: σαν
Να χωρά η πραγματικότητα μες τον σεμνό σου χαρακτήρα- όλα χωρούν
Στο Αχώρητο· κουμπωμένος χρόνος που δράμει εναντίον μιας λύπης που μας
Κυριεύει και δεν την ορίζουμε..
Είναι κάτι στιγμές που με πιάνουν κάτι απίστευτες μελαγχολίες. Δεν θέλω τότε να μιλήσω σε άνθρωπο, δεν θέλω κανέναν να δω. Κλείνομαι μέσα σ’ ένα βιβλίο και περνάω επάνω μου το αστάρι της φαντασίας. Μετά έρχεται η νύχτα, για να ξαγρυπνήσω και να βαφτώ με τα χρώματα του φεγγαριού. Ένα ιδεατό φεγγάρι, κάπου στην χάση του, κάπου μισόγιεμο, που μπαίνει από το παράθυρο και ανακατεύει τα μουντζουρωμένα χαρτιά μου. Για να γεννηθεί το αναπάντεχο ποίημα..


************************************


Έρχονται οι ειδοποιήσεις της μέρας.
Το αεράκι σαν καλοσυνάτο ποτάμι ποτίζει την δίψα των φυτών.
Γεμίζει μπαρούτι η υπεροψία των δέντρων.
Ο εγωισμός των πουλιών τα ξυπνά για ένα βιαστικό καθήκον.
Στα χαρτιά μου μουντζαλώματα διορθώματα.
Πέντε η ώρα το πρωί.
Σκλάβος ενός μελανοπολέμου που με πληγώνει και μ’ αφήνει αιμόφυρτο.
Στυλώνω τα μάτια και πάντα ερωτευμένος θα είμαι
Μ’ αυτόν τον ουρανό, μ’ αυτό το κορίτσι
Που σφίγγει κι άλλο την καρδιά μου, έως να γίνει
Ευαγγέλιο μιας αλήθειας που την ξέρεις κι εσύ..


*********************************  


Εισπράττω μια μικρή θύελλα της ρέμβης όταν η όρασή μου με βοηθά να πλουτύνω περισσότερο κι από ότι ο ίδιος δικαιούμαι. Τόση ευφράδεια του τοπίου που μου μιλά και ‘γω υπακούω στα χρωματιστά του κελεύσματα! Μεταστοιχειώνονται μέσα μου οι εικόνες- αφομοιώνονται· περνούν μες την κυτταρική μου δομή και, ξαφνικά, είμαι σαν ένα γεγονός των χρωμάτων. Απόλυτα εναρμονισμένος με τον ρυθμό της Φύσης. Εκκινούν από κει όλες οι ενέργειες των πεπραγμένων μου.
Ποίηση προ των πυλών. Όπως να είναι να επιτεθεί νικητήρια ο Αννίβας της Ομορφιάς!



**********************************  



Σχηματίζω τις λέξεις από κείνα που μου εναντιώνονται, δεν μου παραδίνονται, μου απιστούν· είναι ένα κυνηγητό να πιάσεις μια αόρατη φυσαλίδα όπως είναι η Ιδέα, που την τσακώνεις να περιπαίζει με τον νου σου κι εσύ είσαι ανήμπορος να την οικειοποιηθείς. Πόσα ποιήματα δεν γεννήθηκαν από μια λέξη που απλά ξεκεφάλωσε από την λίμνη των αοράτων, όπως να ήθελαν να μου βγάλουν την γλώσσα και να με ειρωνευτούν που δεν μπόρεσα να τα τσακώσω ολόσωμα, και έτσι έμειναν άτιτλα και γλιστερά, σαν ψάρια που θα ξεφύγουν πάλι και πάλι από τα χέρια μου και θα ορμήσουν στον ρου του νερού που είναι η αιωνιότητα σε ένα ταπεινό της ρυθμό;..

******************************** 

Το απόγευμα…

Το απόγευμα κωλυσιεργεί τις ερωτοπαθείς μυρωδιές των βασιλικών
και η μουσούδα του αέρα χώνεται
μες τις λινάτσες των νεφών,
σκούζοντας επιμόνως για ένα "έλα"…
Τα χρώματα κατευθύνουν τον νου μας στο άπειρο.
Κι εμείς από τα χρώματα είμαστε καμωμένοι, από την λυρική
δομή των ουρανών,
κι ας στηρίζουμε με τα αισθήματά μας τον νεόκοπο ήλιο κι ας είμαστε κολλημένοι στον βράχο
της νοσταλγίας..
Μας στολίζει ο στόμφος του καλοκαιριού
ακόμα,
και μας έχει πλασμένους η τραχιά,
ακύμαντη πέτρα
του Έρωτα,
βοά μες τις φλέβες μας, όταν ακίνητοι μένουμε, τερπνά τρυγώντας
φιλιά μέσα στο βράδιασμα.
Μια μουσική ωφέλιμη στις ψυχές σκορπά τριγύρω,
ακούραστος ο αέρας μαγκώνει τις πλάτες του στον βαρύ τροχό της μέρας, στα ρολόγια στέκεται η σιωπή, την ώρα
που εμείς ακολουθούμε την μεγάλη δίψα
του κορμιού
και στα σώματα επάνω παίζουμε
το συναρπαστικό ξεφλούδισμα της συνουσίας, ως την στιγμή
που ενώνονται οι παράλληλες ευθείες σε μια γονιμοποιημένη τελεία
που μιλά φθόγγους ερωτικούς και υπερβάλλοντα ζήλο
της αγάπης..

********************************  


Το σκοτάδι μένει βουβό σαν δυσκίνητο θέατρο της παρακμής.
Σκιές φιγουράρουν στο πλατύσκαλο της νύχτας
και το προάστιο γεμίζει αδέσποτα σκυλιά που αλυχτούν κλέβοντας την παράσταση της ησυχίας.
Περνούν κάτι παρέες μεθυσμένων.
Αλλόκοτα τραγουδούν.
Ακαταλαβίστικος είναι ο ουρανός μου απόψε κι ο πόνος.


****************************************   


Λεπτομέρειες του μεσημεριού…

Άοκνο φως που οσμίζεται την κόψη του αλατιού,
Μπερδεύεται μες τα έκκεντρα φύλλα
Του ευκάλυπτου και νομοθετεί γαλάζια πάνω
στον πάπυρο της μέρας.

Οι ορθόδοξες θεωρίες των ρόδων κατευθύνουν την χαρά στο ανοικτό μου τετράδιο.
Μαστίζουν την έμπνευση οι ηλιαχτίδες του ορίζοντα.
Χέρια εργάτη βάφουνε την μάντρα με απολυμαντικό ασβέστη.
Έχει χρεία από Θεό ο κόσμος, έχει προσήλωση.

Μία γαλή αγάπησε τον κύνα και μαζί παίζουν στην πίσω αλάνα της επάνω γειτονιάς.
Μια σφήγκα ένιωσε τα αισθήματα της μέλισσας-
Και το νερό επούλωσε στην διψασμένη γη
Τραύματα φθινοπώρου και τον πυρετό του χοϊκού συνόλου.

Λεπτομερώς τα γράφω. Σαν να μου δόθηκε, για να τα πω, ο χρωστήρας.
Στην Κυριακή που ντράπηκε η ψυχή μου να θελήσει
Μια λέξη που να την κρατούν κειμήλιο οι ανοιγμένοι ουρανοί..




Γνώση…

Τι σημαίνει να αγαπάς, να ζεις, να βρίσκεις ρήματα
αξίας, να καταφέρνεις
φιλιά και να νιώθεις πως σε νιώθουν, πως κρατάς
το χέρι και βαδίζεις συντροφικά, μέσα
στις αγωνίες της ζωής, κουρασμένος
και πεισματάρης, κι ο ορίζοντας
σκηνοθετεί ηλιοβασιλέματα συμβολικά, τι σημαίνει
να συμπαραστέκεσαι, να είσαι αλληλέγγυος, μπροστάρης,
τότε μόνον κατάλαβα, όταν
με πλάκωσαν οι μνήμες, όταν
γέρασα αρκετά για να μπορώ να νιώσω
πόσο οι άλλοι μου μοιάζουνε, όταν
σκότωσα τον εγωισμό μου κι απεκδύθηκα
το βαρύ ρούχο της ματαιοδοξίας μου, τότε
μόνο όταν μπορούσα να διακρίνω
τι μου κρύβει πάντα ο θεός..


Τόσο απλά…

Βαδίζω προς την κεραυνοβόλο σύνοδο των ουρανών-
ο κήπος βαδίζει μαζί μου,
με τα σεμνά τριαντάφυλλα και τις εορταστικές ωδικές του μπιγκόνιες
σύμμαχός μου είσαι όταν νέμομαι τις φρούδες ειδήσεις των νεφών
εγκαθιδρύω ουτοπίες συμπαντικές
και πάντα σ’ αγαπώ
και πάντα σ’ αγαπάω!


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Ετικέτες

Αρχειοθήκη ιστολογίου