110.
Φωσφορίζουν οι πέτρες, αναβοσβήνουν:
σαν όπως στην ακρογιαλιά, χαράματα
να δεις ένα αρχαίο άπεφθο
βότσαλο την ασημαντότητά του να αφήνει
να την λειαίνει η αρχέγονη θάλασσα.
Ταπεινά το κύμα δουλεύει και δουλεύει:
μικρός επίμονος λιθοξόος που άοκνα εργάζεται
να φέρει αποτέλεσμα πιο στρογγυλό.
Με την ειλικρίνεια των λόγων του νερού, την λακωνική
ομιλία της θάλασσας
που αρέσκεται να είναι άλλου είδους η χίμαιρα.
Τι κρύβεται πίσω από εκείνο
το μούρμουρο που λες και έρχεται απ’ τους αιώνες;
Ποιός κρυφός καημός;
Από το να γνωρίζω την σκληράδα του λίθου
που με νοήματα ίριδας επάνω του αναπλάθεται ο μέσα του λόγος- έγινα
όμοιος ομοίω που ανάλογα σκληραίνει και αεί
την μοναξιά πελάζει του…
Κατάφερες να κάνεις μια πέτρα βαμβάκι, ποιητή μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑν και το βαμβάκι πέτρα θα είμαι χαρούμενος ΜΑΥΡΗ ΝΤΑΛΙΑ..
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλό απόγευμα!