23 Δεκεμβρίου 2009

Στο φεγγάρι πάνω

51.

Στο φεγγάρι πάνω, στο φεγγάρι ακούγονται
Ψίθυροι τ’ ουρανού.

Τ’ αστέρια τινάζουν την σκόνη τους·
Η νύχτα μαγεμένη απλώνει αρώματα ολόγυρα·
Μια κουκουβάγια καιροφυλακτεί
Με τα μεγάλα μάτια της σαν ν’ απορούνε που χωράει μέσα
Τόσο φεγγάρι.

Όμως βολεύει το σκοτάδι…


Οι σκιές μεγαλώνουν σαν να ‘ναι παρουσίες σωστές.
Ο άνεμος όχι κρύος ο άνεμος ζεστός, είναι Ιούλιος.
Η Αττική βαραίνει από την νύστα και την κούραση.

Στα χέρια μου κρατώ το ποίημα.
Σαν ένα λαγήνι άδειο που μου το εμπιστεύτηκε ο θεός-

Γύρω μου πάντα είναι τα αρχαία δαιμόνια.
Μετά ‘πο τα μεσάνυχτα όλα στρέφουν αργά προς τον μακελάρη ύπνο.

Εκείνος άπονος με την σπάθα χτυπά.
-Πάντα το ήξερα ότι ο ύπνος είναι πρόβα ενός θανάτου-

Έτσι έγερνα με το ‘να πλάι και το άλλο μάτι ανοιχτό.

Γιατί κοιτούσα μέσα στ’ όνειρο απ’ την μεριά μίας αρχαίας Ελλάδας!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου