Η νύχτα άφησε κάτι καχεκτικές σκιές να περιφέρονται επάνω στα πλακάκια
Του δρόμου. Ύστερα έφυγε για μακριά.
Η νυχτερίδα επραγματοποίησε αυτά τα σλάλομ τα περίτεχνα που την φανέρωσαν
και την αφάνισαν σωστά.
Νύσταξε ο Θεός,
ξάπλωσε στην ωραία κλίνη του.
Θόρυβος θόρυβος απόγονος αρχαίων θορύβων.
Και ένας ραγισμένος ουρανός έξω απ’ το σπίτι μου που μπάζει
χίμαιρες και που μου στέλνει
Σινιάλα να κινήσω κατά τα βαθιά…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου