Χρώματα κυανά όπως σφαδάζουν
μες την αυγή,
σαν ένα αόρατο μεγάλο δίχτυ
που απλώνει εκεί στον ουρανό ο ήλιος.
Τα πάντα ξημερώνουν.
Μυθικά είναι τα δέντρα. Ο άνεμος είναι ένας
υγρός φλύαρος επισκέπτης
που νομιμοποιεί την αναστάτωση. Κι εσύ
ζητάς συμπάθεια απ’ τα φυτά που κάνουνε την προσευχή τους
μόλις ανοίγοντας τα μάτια τους στο επιτυχημένο πρωινό.
Θυμώνω αλλά είμαι ένας άλλος μου εαυτός-
πόσοι άνθρωποι μέσα στον έναν; πόσες ψυχές;
Και τι καταφέρνουν;
Ένα παιχνίδι αποδημίας από σώμα
σε σώμα, ένα ατελείωτο πηγαινέλα
μέχρι να αξίζει κάτι η ψυχή...
Και όλο αυτό μέσα σε μία ηθική που σύμπαντα τον κόσμο ανασυνθέτει...
30.1.2010
Η αποθέωση της ελληνικής γλώσσας!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπορώ πως αντέχεις την κακοποίηση της σήμερα.
Δεν θα σχολιάσω:Απλώς θα αντιγράψω:
"ζητάς συμπάθεια απ’ τα φυτά που κάνουνε την προσευχή τους"
Εγώ τι να προσθέσω!
Το ποίημα, παρά τη φυσιολατρεία του, παραμένει βαθύτατα ένα ποίημα ερωτικό.Το μαρτυρούν οι ωραίοι και εξομολογητικοί στίχοι:"Ένα παιχνίδι αποδημίας από σώμα σε σώμα, ένα ατέλειωτο πηγαινέλα μέχρι να αξίζει κάτι η ψυχή".
ΑπάντησηΔιαγραφήΧΡΙΣΤΟΦΟΡΕ, ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ,
ΑπάντησηΔιαγραφήγράφοντας το ποίημα είχα στο μυαλό μου και μια ιδέα μετενσάρκωσης, δεν το κρύβω,
και ελπίζω να τίμησα αυτήν που αγαπώ πολύ:
την ελληνική γλώσσα!