Λησμονώ ακόμη και πως χτυπούν τα τηλέφωνα, λησμονώ
και πως είμαι ο άνθρωπος εκείνος που είμαι
και γίνομαι ένας αγράμματος που δεν έχει και τίποτα πια να πιστεύει:
μένει μονάχος του στην κάμαρα και ξύνει τα λερά ντουβάρια που τα πότισε
η ανομία του καπνού.
Τα χέρια μου πράττουν ένα συννεφένιο τίποτα, ένα καταφύγιο
του μοιραίου
που με πολιορκεί να με κάνει
το απελπισμένο του υποχείριο.
Και είμαι ο δυνάστης που από τον θρόνο του έπεσε και δεν μπορεί
ν' αντέξει τον ξεπεσμό του ακόμα..
Ομορφο!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ Θεοδώρα!
ΑπάντησηΔιαγραφή