73.
Τρυπούσε το ταβάνι μια λέξη και που γίνονταν άστρο έβλεπα
Φεύγοντας μες τον ουρανό.
Μια σύγχυση φωνηέντων αναστάτωνε την ησυχία της γλώσσας.
Και η συγκυρία να έχει αποκρυπτογραφηθεί ως και το αόρατο
Ήταν βεβαία!
Ένας μαρτυρικός δραπέτης από ύπνο ελάχιστο έρχεται.
Μόνο εγώ ξέρω
Πόσο λιγόστεψα τα φυσικά μου να χαθώ
Στην άγρια μοναξιά της κάθε λέξης.
Τώρα με κοιτούν τα ίδια γιασεμιά
Στον φράχτη εκεί, κοντά στο σπίτι της γειτόνισσας
Και αναδίδει θλίψη και μελαγχολία η νύχτα.
Σαν κατεβαίνει ο Ιησούς και στ’ όρος των πατέρων μας
Προσεύχεται να λάμψει η καρδιά μας πάλι!
Ιούλιος 2008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου